γράφει ο Λάρκος Λάρκου.
Ο «παραδοσιακός» τύπος συνάντησε μια άλλη διαδρομή. Οι νέες τεχνολογίες και τα Νέα Μέσα άλλαξαν το πεδίο. Οι εξελίξεις γύρω από την μάχη για την αντιμετώπιση του κορονοϊού επιτάχυνε τις προκλήσεις για όλα τα τμήματα της οργανωμένης, ή μη, δημόσιας έκφρασης. Πολλά πράγματα στον χώρο των ΜΜΕ δεν θα είναι ίδια όπως τα γνωρίζαμε χθες:
1.Η κυκλοφορία μιας εφημερίδας στο περίπτερο με τη γνωστή μέθοδο είχε ζωή περίπου 3 με 5 χρόνια. Η πίεση τώρα μεγαλώνει και οι εκδότες θα κληθούν να λάβουν αποφάσεις μέσα στο 2020. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν μετά την παρέλευση της κρίσης, ο χθεσινός αναγνώστης που εκπαιδεύεται σήμερα και για πολλές ώρες στις νέες τεχνολογίες θα γυρίσει ξανά στη διαδικασία σπίτι-περίπτερο-εφημερίδα-καφές. Η νέα κατάσταση πραγμάτων δημιουργεί ισχυρές συνήθειες και ο νέος αναγνώστης της ηλεκτρονικής ενημέρωσης, ή ο ακόλουθος των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, ή ο «ατομικός δημοσιογράφος», πολύ δύσκολα θα γυρίσουν στα παλαιά πρότυπα.
2. Το τηλεοπτικό πεδίο είναι κορεσμένο εξ ορισμού. Για τον ε/κ πληθυσμό του νησιού πέντε τηλεοπτικά κανάλια σε πλήρη ανάπτυξη δεν αποτελούν βιώσιμες επιλογές. Η οικονομία πλέον βαδίζει σε αχαρτογράφητα νερά, η διαφημιστική πίτα μικραίνει καθ΄ ότι η ηλεκτρονική είναι και φθηνότερη, και ουδείς σήμερα θα επενδύσει σοβαρά ποσά σε έναν κλάδο με ερωτηματικά για την επιβίωσή του. Η επόμενη μέρα απαιτεί αλλαγή νοοτροπίας, απαιτεί συνέργειες, νέες τεχνικές ανάπτυξης σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Επιβιώνουν το ημικρατικό ΡΙΚ, και 1 ή 2 ιδιωτικά κανάλια και αυτά μόνο με κοινές επενδύσεις. Κάθε καναλάρχης μόνος του σημαίνει βήμα ταχύ για ένα πιο γενικευμένο αδιέξοδο. Η «επόμενη ημέρα» θα πιέσει ιδιαίτερα αυτή την κυρίαρχη σήμερα θεωρία ότι κάθε ιδιοκτήτης μπορεί μόνος του τα πάντα γιατί έτσι έμαθε σε παλιές εποχές-να διοικεί, να ρυθμίζει προσωπικά το κάθε τι, να αισθάνεται ότι είναι και δημοσιογράφος και βέβαια να κάνει και πολιτικό παιχνίδι. Η συνήθης πρακτική αφορούσε κινήσεις του Συνδέσμου των Εκδοτών για να πάρει κάποια στήριξη από το κράτος, είτε με τη μορφή κάποιων διευκολύνσεων για τα μέλη του, είτε, όπως συμβαίνει τώρα, με τη στήριξη από τα διαφημιστικά πακέτα λόγω της ενημερωτικής καμπάνιας για το τηλεοπτικό κοινό για την αντιμετώπιση του κορονοϊού. Αυτή η ενίσχυση δεν λύνει τα ουσιώδη ζητήματα και σε κάθε περίπτωση όλοι οι τηλεποπτικοί σταθμοί πολύ δύσκολα θα επιβιώσουν μέσα σε αυτές τις συνθήκες μέχρι τον Σεπτέμβρη-κορονοϊος συν καλοκαιρινή σεζόν. Παλαιότερες συνήθειες κυπρίων καναλαρχών για αναζήτηση εταίρων στην Αθήνα (εφοπλιστών, κατά κανόνα) δεν πρόκειται να αποδώσουν τα αναμενόμενα, καθ’ ότι τις ίδιες δυσκολίες αντιμετωπίζουν και οι εκεί καναλάρχες.
3. Μόνιμα αδιέξοδα δεν υπάρχουν. Κάθε εποχή αναδεικνύει τα χαρακτηριστικά της, κάποιοι κατανοούν τα φαινόμενα, αλλάζουν προσαρμόζονται, διαβάζουν την εποχή και εξελίσσονται. Έτσι και τώρα. Θεωρώ ότι το ραδιόφωνο θα αναδειχθεί εκ νέου σε ιδιαίτερα σταθερή αξία. Εκτός του ότι είναι είναι πολύ φθηνότερο σε σχέση με το κόστος συντήρησης ενός τηλεοπτικού σταθμού, συνδέεται με ισχυρές μνήμες, έχει αντοχές σε μέσα και ανθρώπινο δυναμικό. Στο ραδιόφωνο μπορεί να μην καταφέρεις να τυλίξεις ψάρια, αλλά σίγουρα θα πιάνει περισσότερα ψάρια στην εποχή που έρχεται.
4. Το ανθρώπινο δυναμικό. Η παλαιότερη εποχή της κυπριακής δημοσιογραφίας ανέδειξε πολύ μεγάλες προσωπικότητες, με ικανότητες, με γνώσεις και όρεξη για να κάνουν τη δημοσιογραφία καλύτερη. Η εμφάνιση της νέας εποχής και η κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου, έφερε τα πάνω-κάτω. Ένας καλός κύκλος δημοσιογράφων έπρεπε να καλύψει τηλεοπτικούς σταθμούς, παλαιά και νέα ραδιόφωνα και βέβαια να καλύψει τον γραπτό τύπο. Ο κύκλος δεν τετραγωνίζεται με αποτέλεσμα η εκτόξευσης της ποσότητας των Μέσων να πιέσει την ποιότητα και το αποτέλεσμα συχνά να μην είναι ικανοποιητικό-μια ματιά στα βραδινά δελτία ειδήσεων των πέντε καναλιών νομίζω το βεβαιώνει. Η οικονομική κρίση του 2013 πίεσε αρκετά τα ιδιωτικά μέσα τα οποία υποχρεώθηκαν σε περιορισμό των εξόδων ή και με απολύσεις προσωπικού όλων των ειδικοτήτων, ώστε να φτάσουν σε ένα επίπεδο καθοδικής αλλά «ελεγχόμενης» λειτουργίας.
5. Η συνένωση του εκδοτικού τοπίου σε δύο ή τρία ιδιωτικά συγκροτήματα, για μερικούς εκδότες θεωρείται ως «αποτυχία», ισούται με «καταστροφή». Στη δική μου γνώμη, η συνένωση αυτή συνιστά μια υγιή εξέλιξη γιατί αυτές τις δυνατότητες διαθέτει η κυπριακή αγορά, το ανθρώπινο δυναμικό μας, συνεπώς βλέπω αυτή την εξέλιξη ως μια δημιουργική αλλαγή. Για έναν τέτοιο, μικρότερο, πιο συμμετρικό στα μεγέθη μας αριθμό, η Κύπρος θα διαθέτει το κατάλληλο προσωπικό για να κρατήσει το τηλεοπτικό πεδίο σε αξιοπρεπές επίπεδο. Η Κύπρος διαθέτει καλό δημοσιογραφικό επίπεδο αριθμητικά, αλλά όχι τόσο μεγάλο για να μπορεί να κρατά ανοικτά, βιώσιμα και επιτυχημένα πέντε παγκύπρια τηλεοπτικά κανάλια, μια μεγάλη σειρά από περιφερειακά, τέσσερεις εφημερίδες παγκύπριας κάλυψης, πλήθος από ραδιόφωνα ποικίλης ύλης, μουσικά και αθλητικά. Εξ αιτίας αυτού του γεγονότος, το καλό προσωπικό διαχέεται σε πολύ μεγάλο αριθμό Μέσων και στο τέλος η σούμα δεν παράγει ένα συνολικά καλό αποτέλεσμα. Αξίζει ιδιαίτερου σχολισμού το γεγονός πως ένας πολύ καλός αριθμός δημοσιογράφων, αναλογικά ο μεγαλύτερος στο νησί, βρίσκεται στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΥΠΕ), και, ως εκ τούτου, το ΚΥΠΕ, πρώτο, θα παραμένει ως μια πολύ καλή βάση για την παγκύπρια παραγωγή και διακίνηση ειδήσεων, και, δεύτερο, πολύ δύσκολα το προσωπικό του θα αλλάξει στέγη (αφήνοντας έναν ημικρατικό οργανισμό) για να εμπλουτίσει Μέσα Ενημέρωσης στον ιδιωτικό τομέα.