γράφει ο Νίκος Γκίκας.
Από την αρχή τα όρια πλατείας και σκηνής ήταν δυσδιάκριτα και θολά. Από τη μία οι ανυπόμονοι των ιδεοληψιών, οργισμένοι και αγανακτισμένοι, πρόθυμοι να υπηρετήσουν τους πειραματισμούς του σκηνοθέτη και από την άλλη ένας ναρκισσιστής σκηνοθέτης, που επιχειρεί να πείσει για τη σοβαρότητα του δουλικού του αυτοσχεδιασμού. Ένα ανδρείκελο της επιτήδευσης.
Αλλά η παράσταση δεν είναι τα σκηνικά και οι καλλιτέχνες όπως έλεγε ο Πιραντέλλο, παρά οι ίδιοι οι άνθρωποι. Η δε διάσταση πραγματικού – φαντασιακού, στα πλαίσια του πιραντελλισμού δεν αφορά ένα ψεύτικο κοινό, παρά εμάς, την οργή μας, τους ψυχαναγκασμούς και τις ενοχές μας.
Περιπέσαμε έτσι σε ένα καθεστώς αμφιθυμίας που οι κυβερνώντες καλλιέργησαν, ακροβατώντας χωρίς ντροπή ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα, με τη σύγχυση να επιτείνουν οι υπεραπλουστεύσεις, τα εύκολα συμπεράσματα και οι ολιστικές δοξασίες. Όμηροι προκατασκευασμένων ιδεοληπτικών δοξασιών, προσκολλημένοι στον πλατειασμό, με προστατευτισμούς σε μονοπώλια και ολιγοπώλια και συγκεντρωτική κρατικίστικη οικονομία.
Αλλά αν οι υποτιθέμενοι προοδευτικοί ήθελαν να είναι συνεπής με τις εξαγγελίες τους θα αναμόρφωναν τη δικαιοσύνη, τη δημόσια διοίκηση, την παιδεία, την υγεία και θα εμπέδωναν στο λαό την αξία της εργασίας και της προσπάθειας και όχι του επιδόματος και της ραστώνης. Η εμπιστοσύνη όμως κλονίστηκε, οι θεσμοί λοιδορήθηκαν, οι αυτοματισμοί του ελατηρίου δεν λειτούργησαν ποτέ και η στασιμότητα κατατρώει τις σάρκες μας. Ο χρόνος εκλάπη και μαζί ο σεβασμός, η ελπίδα, η πρόοδος και η δημιουργία. Οι αυταπάτες κατέρρευσαν, οι ψευδαισθήσεις ήρθαν στην επιφάνεια και επιτακτικά ζητούνε λύτρωση, την επιστροφή στην κανονικότητα. Δεν διακυβεύονται ούτε στρατηγικές ήττες, ούτε οι όροι δεξιάς ή αριστεράς, καθώς η ονείρωξη περί αριστεράς κατέπεσε με πάταγο παντού άλλωστε, παρά το ζήτημα της αξιοπρέπειας και του αξιακού πολιτισμού.
Ο ξεπεσμός πρέπει να σταματήσει. Το μαρτύριο της σταγόνας των επιδομάτων και της στασιμότητας πρέπει να τελειώσει. Είναι βέβαιο πλέον, μετά από τέσσερα δραματικά χρόνια διακυβέρνησης, πως οι κυβερνώντες όχι μόνο δεν μπορούνε, αλλά συνειδητά κρατάνε την κοινωνία και τη χώρα σε κατάσταση δουλαγωγίας και υποπιασμού. Αξίζουμε όμως καλύτερα.
Η καραμέλα του νεοφιλελεύθερου δράκου και του παλιού πολιτικού κατεστημένου δεν πείθει πλέον κανένα. Οι πολίτες έχουν κουραστεί. Δεν αντέχουν άλλες περιπέτειες ούτε επιπλέον διχαστικό λόγο. Χρειαζόμαστε δουλειές, παραγωγή, επενδύσεις και ασφάλεια. Πολιτικό ορθολογισμό και όχι λαϊκίστικα νεφελώματα. Η κυβερνησιμότητα και η εξασφάλιση της πολιτικής σταθερότητας είναι η μόνη επιλογή σήμερα, δεδομένου ότι η πρόσφατη εμπειρία των ετερόκλιτων συνευρέσεων, οδήγησε στον πολιτικό εκφυλισμό, θεσμών και προσώπων.