γράφει ο Λάρκος Λάρκου.
Η μη συμμετοχή αεροπλάνων της ελληνικής πολεμικής αεροπορίας στην παρέλαση για την επέτειο της κυπριακής ανεξαρτησίας την 1η Οκτωβρίου, προκάλεσε ποικίλα σχόλια και έθεσε ξανά το παλαιό ερώτημα για το πως οικοδομούνται οι σχέσεις Λευκωσίας και Αθήνας. Η ιστορία αυτών των σχέσεων περιλαμβάνει, κυρίως, επιφανειακές συμφωνίες, ταυτίσεις απόψεων που δεν σημαίνουν απολύτως τίποτα. Η Αθήνα «συμπαρίσταται ή «συμπαραστέκεται» και η Κύπρος αποφασίζει. Παλαιότερα η Αθήνα ηγήθηκε της ενταξιακής πορείας της Κύπρου και παράλληλα η Κύπρος αποφάσιζε για τους χειρισμούς στο κυπριακό. Οι περισσότεροι πολιτικοί στην Αθήνα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, υπάκουαν στην κυρίαρχη τάση: και αν ακόμα είχαν μια διαφορετική εκτίμηση, κανένας δεν ήθελε να εκτεθεί στην «κατηγορία» ότι «άφηνε μόνη της την Κύπρο». Στις ελάχιστες, σοβαρές, εξαιρέσεις η απόφαση Κ. Σημίτη -μετά από εισήγηση Κρανιδιώτη- να μεταφερθούν οι S300 στην Κρήτη για να διατηρηθεί ανοικτή η ενταξιακή πορεία της νήσου.
Οι πρόσφατοι χειρισμοί της Λευκωσίας στα ζητήματα του φυσικού αερίου έφεραν νέα ζητήματα στην επιφάνεια. Ο Α. Τσίπρας αξιοποίησε τις λεγόμενες «τριμερείς» για να κάνει ασκήσεις δημοσίων σχέσεων, αλλά δεν μετέβαλε τη βασική γραμμή της Αθήνας για μη έρευνες στο Αιγαίο, όσο παραμένει άλυτο το ζήτημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας. Δημόσια επαινούσε την Λευκωσία, αλλά ο ίδιος, για τη χώρα του, έπραττε, το ακριβώς αντίθετο. Δηλαδή διάβαζε ρεαλιστικά τις επιπτώσεις στη δική επικράτεια, και πρακτικά ωθούσε σην Λευκωσία στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα. Κυριολεκτικά με βάρκα.
Εσχάτως τίθενται μερικά επιπρόσθετα ερωτήματα.
Πρώτο, η Λευκωσία τον περασμένο Μάιο, ζήτησε από την ΕΕ κυρώσεις κατά της Τουρκίας κατά το «ουκρανικό» πρότυπο. Η Ελλάδα ψήφισε στο Συμβούλιο το αίτημα της Λευκωσία, αλλά δέκα κράτη-μέλη έφεραν ενστάσεις επικαλούμενα την ανάγκη για διατήρηση διαύλων επικοινωνίας με την Τουρκία, το μεταναστευτικό και τις εμπορικές τους σχέσεις με μια μεγάλη αγορά-«έχουμε και εμείς λόγο και συμφέροντα εκεί», φέρεται να είπε διπλωμάτης στο Συμβούλιο Υπουργών.
Δεύτερο, η Λευκωσία διατείνεται ότι δεν υπολογίζει επιπτώσεις και κόστος από τις έρευνες ή τις αδειοδοτήσεις και κάθε μήνα ο Υπουργός Εμπορίου Γ. Λακκοτρύπης ανακοινώνει «απρόσκοπτα» το ενεργειακό της πρόγραμμα. Αστειότητες: η κυπριακή ΑΟΖ της έγινε κομμάτια από δύο τουρκικά ερευνητικά σκαφη και η κυβέρνηση αγέρωχα καταγγέλλει τις έκνομες ενέργειες της Τουρκίας. Η Αθήνα δεν μπορεί να κάνει το ίδιο, καθ΄ότι διαθέτει ναυτικό και αεροπορία. Καμμιά κυβέρνηση στην Ελλάδα δεν θα σταθεί ούτε μια μέρα στην εξουσία, αν έκανε όσα δημόσια δηλώνει η Λευκωσία. Άλλωστε οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ, αντιλαμβάνονται ότι η οριοθέτηση των ΑΟΖ Κύπρου και Ελλάδας, θα φέρει την κρίση στα πόδια της Αθήνας, κάτι το οποίο απεύχεται και ασφαλώς ενεργεί για να μην φτάσουν τα πράγματα ως εκεί. Γι’ αυτό αποφεύγει, παρά τις προτροπές της Λευκωσίας, συμφωνία για την οριοθέτηση των δύο ΑΟΖ, προβαίνει δε σε συμβουλές προς το κυπριακό υπουργείο εξωτερικών, όπως θέσει τα όρια της ΑΟΖ της Κύπρου «ανατολικότερα» για να μην υπάρχει συνάφεια με τη δική της, άρα μια προσπάθεια για μη εξαγωγή πιθανής κρίσης στις θαλάσσιες διαδρομές της.
Τρίτο, οι ασθενείς διεθνείς αντιδράσεις στην ενέργειες της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ- ιδιαίτερα αυτή του «Γιαβουζ» στα ανοικτά της Καρπασίας- καθώς και η επιστροφή του στις 4 Οκτωβρίου στο θαλάσσιο τεμάχιο 7, δίνει νέα περιεχόμενα στις εξελίξεις. Η Λευκωσία έχει ανακοινώσει την αδειοδοτηση του τεμαχίου 7 για έρευνες. Εκτός άλλων, η Τουρκία, με τη χρήση του στόλου της, στέλλει ένα πιο ευκρινές μήνυμα στις εταιρείες να τερματίσουν τις δραστηριότητές τους στην περιοχή, δημιουργώντας με κινήσεις τύπου «Γιαβούζ», αποτρεπτικό κλίμα στις δραστηριότητές τους.
Τέταρτο, τι πιθανό να συμβεί; Η Κύπρος ως ο αδύναμος κρίκος στη περιοχή, υφίσταται τις συνέπεις της ακρισίας της. Ενώ, ως γνωστόν, στερείται στοιχειώδους αμυντικής ισχύος, πίστεψε ότι οι εξορύξεις είναι υπόθεση επίκλησης του δικαίου της θάλασσας. Πρακτικά, επαναλαμβάνει στη θάλασσα ότι για πολλές δεκαετίες έκανε στην στεριά-υπερεκτίμηση της αξίας των ψηφισμάτων, καταγγελίες, εσωστρέφεια και μικροκομματικές διευθετήσεις με στόχο τον έλεγχο της κοινής γνώμης. Η Λευκωσία ανακοινώνει ότι θα προφύγει στον ΟΗΕ για το ζήτημα των Βαρωσίων, την στιγμή που ο ίδιος ο ΟΗΕ έχει επανειλημμένα δώσει τις κατευθύνσεις του για το πώς θα βγούμε από τα αδιέξοδα. Στο βαθμό που η Λευκωσία προσέξει τις εισηγήσεις Α. Γκουτέρες, μπορεί να θέσει τα ζητήματα σε άλλη βάση. Καμμιά, όμως, ενέργεια από την πλευρά Ν. Αναστασιάδη δεν δείχνει ότι διαθέτει τη θέληση για σοβαρές διαπραγματεύσεις για συνολική επίλυση του κυπριακού. Οι συνεχείς αλλαγές θέσεων και οι συνεχείς «επιθετικές» δηλώσεις, δείχνουν πως το κύριο ενδιαφέρον του είναι το ροκάνισμα του χρόνου και η ώθηση των πραγμάτων σε λύσεις του τύπου «όπως είμαστε σήμερα». Αυτό το παιχνίδι εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την Κύπρο, και το ενδεχόμενο οι επιπτώσεις από αυτούς τους κινδύνους να μεταφερθούν δυτικότερα, είναι προβλεπτό. Ήδη η Ελλάδα πληρώνει τίμημα από την άστοχη συμμετοχή του Υπεξ της Ν. Δένδια σε μια τριμερή του «ποδαριού» στη Νέα Υόρκη-Κύπρος, Ελλάδα, Αίγυπτος. Είναι πιθανό ο Κ. Μητσοτάκης να έχει προσέξει τις εξελίξες αυτές, και, φαίνεται, ότι αυτός είναι ο λόγος που ο ίδιος έδωσε την εντολή να μην γίνουν οι πτήσεις των ελληνικών πολεμικών της αεροπλάνων στην παρέλαση. Δεν αποκλείω, δε, να επανεκτιμήσει το εύρος και το επίπεδο της εκπροσώπησής της κυβέρνησής του στις λεγόμενες «τριμερείς», αν, βεβαίως, εξυπηρετούν κάτι παραπάνω, πέρα από την προώθηση της εικόνας του ανυπόμονου για το επόμενο βήμα Ν. Χριστοδουλίδη…