Τρία σχόλια επί της ουσίας:
Πρώτο, δεν είναι σαφές στην κοινή γνώμη το τι ακριβώς έχει τεθεί στις διαπραγματεύσεις. Αν αυτό αφορά την εγκατάσταση και πολιτογράφιση, υπάρχει ήδη σύγκλιση. Αν αυτό αφορά τη διαμονή τότε αυτό χρήζει διευκρίνησης και αναζήτησης της πρακτικής που εφαρμόζουν τα κράτη-μέλη της ΕΕ. Αυτό μπορεί να γίνει, πρώτο με διαβούλευση με τις Βρυξέλλες, δεύτερο, με συζήτηση του θέματος στις διακοινοτικές συνομιλίες για να διακριβωθεί το περιεχόμενο της τουρκικής άποψης, και, τρίτο, να ερευνηθεί η διαδρομή του θέματος από το 1960 μέχρι σήμερα.
Δεύτερο, δεν είναι ευκρινές το τι αφορά το τουρκικό αίτημα. Αν αφορά τη διαμονή τότε ο Τ. Τσιελεπής, λέει το πιο λογικό: «η αναλογία 4:1 που ίσχυε από το 1960 με βάση τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης για πολιτογράφηση Ελλήνων και Τούρκων, πρέπει να επεκταθεί για να καλύπτει και τη διαμονή». Αν αυτό αφορά άλλο θέμα όπως λ.χ τη διαμονή φοιτητών, που σήμερα σπουδάζουν σε σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στα κατεχόμενα, αυτό θα αφορά ρυθμίσεις για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Αυτή η πρόνοια, σε περίπτωση επίλυσης, χρειάζεται να ρυθμίζεται με νόμο από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, να έχει προσωρινό χαρακτήρα όπως πρέπει να καθορίζεται ως προς τις εσωτερικές πτυχές του από ομοσπονδιακό νόμο. Ασφαλώς αυτό το θέμα δεν αφορά τις δύο πολιτείες, είναι ευθύνη της κεντρικής κυβέρνησης να εποπτεύει την εφαρμογή του.
Αν το τουρκικό αίτημα αφορά κάτι άλλο, εκτός του κεκτημένου που υιοθετεί η ΕΕ, δεν πρέπει να γίνει αποδεκτό και επ’ αυτού η Λευκωσία θα έχει την αρωγή των Βρυξελλών. Σε αυτή την περίπτωση είναι ευθύνη της ΕΕ να μιλήσει απ’ ευθείας με την Άγκυρα και να δώσει τις αναγκαίες διευκρινήσεις που προκύπτουν από την Τελωνειακή Ένωση Τουρκίας-ΕΕ, και τη διάκριση που υφίσταται ανάμεσα στην ιδιότητα του κράτους- μέλους και της ιδιότητας του υποψήφιου προς ένταξη μέλους.
Τρίτο, η αντίληψη ότι με το τουρκικό αίτημα θα έχει ως αποτέλεσμα να γεμίσει η Κύπρος από τα εκατομύρια των εκ Τουρκίας τούρκων, δεν στέκει σε καμμιά διαπραγματευτική λογική, καθώς ήδη επήλθε η σύγκλιση του 4:1 (4 από την Ελλάδα για 1 από την Τουρκία). Οι υπερβολές έχουν απήχηση στην ε/κ κοινή γνώμη, το ζήτημα, ωστόσο, είναι η γνώση, η τεκμηρίωση και η επίλυση κάθε ζητήματος που εκπηγάζει από την ευρωπαϊκή πρακτική. Γι’ αυτό ο Τ. Τσιελεπής υπενθυμίζει «ότι ο κ. Ακιντζί, όταν ανέλαβε την ηγεσία της τ/κ κοινότητας, επανέφερε τις συγκλίσεις που απέρριπτε ο Ερογλου…η αναλογία 4:1 που ίσχυε από το 1960 με βάση τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης για πολιτογράφηση Ελλήνων και Τούρκων». Συνεπώς η ε/κ πλευρά έχει την ευθύνη να δει το ζήτημα με πληρότητα, χωρίς διάθεση να δημιουργεί εικόνες που δεν πρόκειται να εμφανιστούν.
Χρειάζεται, στη δική μου κρίση, πρώτο, να προσέξουμε τη σκέψη του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, δεύτερο, να ανταλλάξουμε σκέψεις με τον προσωπικό του απεσταλμένο Πίτερ Βαν Νούφελ, αφού πρώτα δούμε με επιμέλεια τις ευρωπαϊκές συνθήκες, τρίτο να αξιοποιήσουμε τις πρόνοιες του Συντάγματος του 1960, και, τέταρτο, να επιδείξουμε σταθερότητα τις συγκλίσεις που έχουν επιτευχθεί στις διακοινοτικές συνομιλίες.
*Οι 4 ελευθερίες που έχουν όλοι οι πολίτες της ΕΕ μέσα σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ είναι της διακίνηση προσώπων, διακίνησης αγαθών, εγκατάστασης και απόκτησης περιουσίας.