Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν από εκείνους που η σχέση του με τον λαό ήταν μεν δεσποτική, αλλά στηριζόταν στην ειλικρίνεια. Ποτέ δεν ξεγέλασε το λαό με ψεύτικες υποσχέσεις. Και πάντα ο λαός ένιωθε σιγουριά όταν αυτός κρατούσε το τιμόνι της εξουσίας.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε μια σχέση ερωτική με το λαό. Χειριζόταν το λαό όπως ακριβώς ένας εραστής μια γυναίκα η οποία του συγχωρεί τα παραπτώματα και πάντα, ας την έχει απατήσει, τον θυμάται με νοσταλγία.
Ο Κώστας Μητσοτάκης κέρδισε την εμπιστοσύνη του κόσμου επειδή ήταν εργασιομανής, ορθολογιστής και πρακτικός. Έλεγε την αλήθεια και όλοι τώρα τον θυμούνται με νοσταλγία λέγοντας ότι όλα αυτά που σήμερα γίνονται τα είχε προβλέψει…
Ο Κώστας Σημίτης δεν σκεφτόταν το λαό, αλλά τους αριθμούς. Κυριαρχείτο από τη λογιστική λογική και πίστευε ότι αν οι αριθμοί ευημερήσουν, τότε θα μπορούσαν να ευημερήσουν και οι άνθρωποι.
Ο Κώστας Καραμανλής είχε αποκτήσει κι αυτός μια άλλου είδους ερωτική σχέση με το λαό, ο οποίος τον θεωρούσε «καρντάση». Τον φίλο που όλοι ήθελαν να αποκτήσουν. Να πιουν ένα τσίπουρο μαζί του. Να γελάσουν και να τραγουδήσουν. Αλλά όπως γίνεται με όλους τους φίλους, όταν τους πεις την ωμή αλήθεια, τότε θα δυσαρεστηθούν, όπως δυσαρεστήθηκε ο λαός όταν ο Καραμανλής τους είπε, ότι πρέπει να αλλάξουν τρόπο ζωής λόγω κρίσης και αποφάσισαν να πάνε στο δίπλα «μαγαζί», το οποίο όμως ήταν απάτη.
Ο Αλέξης Τσίπρας εκμεταλλεύθηκε την απογοήτευση του λαού και προσπάθησε να δημιουργήσει μαζί του μια σχέση ανάλογη με εκείνη που δημιούργησε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ο λαός, εύπιστος όπως είναι τον πίστεψε και τον ακολούθησε. Όταν οι ελπίδες του προδόθηκαν, με την ίδια ευκολία που τον ακολούθησαν, με την ίδια ευκολία τον εγκατέλειψαν και τον εγκαταλείπουν, γιατί τους στέρησε την ευμάρεια…
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι μια άλλη «πάστα» πολιτικού. Δεν μπορεί να γίνει ο «πατερούλης» που ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ούτε ο «καρντάσης» που ήταν ο Κώστας Καραμανλής, ούτε βέβαια να αποκτήσει μια ερωτική σχέση με τον λαό όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου. Εκείνο που θέλει και το επιδιώκει είναι να αποκτήσει μια σχέση εμπιστοσύνης που θα βασίζεται στην ειλικρίνεια, στην αλήθεια, στον ορθολογισμό, στον ρεαλισμό, στις φρέσκιες και εφαρμόσιμες ιδέες.
Γι’ αυτό λέει και ξαναλέει ότι δεν θα τάξει 100 πράγματα. «Θα σας πω ότι θα κάνω δέκα, αλλά αυτά τα δέκα θα τα κάνω πράξη», είναι αυτό που ξεκάθαρα λέει. Με αυτά τα δεδομένα οικοδομεί μια σχέση εμπιστοσύνης με το λαό, η οποία είναι απαραίτητη για να μπορέσει να στηρίξει την προσπάθεια ανάκαμψης της χώρας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξέρει ότι σύντομα θα αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας στις πιο δύσκολες συνθήκες που ζει μεταπολεμικά η Ελλάδα. Το ερώτημα που φυσιολογικά προκύπτει είναι αν η σχέση εμπιστοσύνης που οικοδομεί με το λαό αρκεί για να μπορέσει να κυβερνήσει. Η επιτυχία της πολιτικής του θα έλθει σε συνδυασμό με ένα διαυγές κυβερνητικό πρόγραμμα, με συγκεκριμένες προτάσεις, όπως είναι η Συμφωνία Αλήθειας που προκρίνει ως «οδικό χάρτη» για έξοδο από την κρίση.
Οι Έλληνες νιώθουν προδομένοι από τα παχιά, τα ψεύτικα, τα λόγια τα μεγάλα που του είπαν και από την ελπίδα που του έταξαν και δεν την είδε καν. Μετρημένα λόγια, υπεύθυνο λόγο, πρακτικές και υλοποιήσιμες λύσεις, αλλά πάνω από όλα αλήθεια θέλει ο λαός.
Όταν θα βλέπει έναν πρωθυπουργό που εργάζεται νυχθημερόν για να βγάλει τη χώρα από την κρίση, υπουργούς που αναγκαστικά θα τον ακολουθούν σε ρυθμούς, λογική και συμπεριφορά, είναι βέβαιο ότι θα τον εμπιστευθεί και δύσκολα θα του στερήσει τη δυνατότητα να εφαρμόσει το πρόγραμμά του.
Η σχέση με το λαό που θέλει να οικοδομήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν πρόκειται να στηριχθεί στο χάιδεμα αυτιών και στην απόλαυση προσωπικών ωφελημάτων από την άσκηση της εξουσίας. Σταυρό θα σηκώσει ελπίζοντας στην ανάσταση της χώρας.
Τα λέμε αυτά γιατί από ό,τι φαίνεται ο Αλέξης Τσίπρας κλίνει προς την πλευρά της επίσπευσης των εκλογών. Και αυτό δεν φαίνεται μόνο από τη λογική που σε άλλη ανάλυση έχουμε κάνει ότι τον συμφέρουν οι εκλογές, υπό την έννοια ότι θα καταφέρει να κρατήσει ένα διψήφιο αριθμό ποσοστού στο κόμμα του, ενώ αν φτάσει στο τέλος της τετραετίας τα ποσοστά που θα λάβει θα είναι μονοψήφια.
Στις εκλογές φαίνεται ότι οδηγείται γιατί δεν αντέχουν οι ώμοι του, ούτε οι ώμοι της κοινοβουλευτικής του ομάδας, το βάρος ενός ακόμη (4ου κατά σειρά) μνημονίου. Αν και στην περίπτωση που παραμείνει στην εξουσία, με την πολιτική που ακολουθεί και λόγω της διεθνούς ανυποληψίας που έχει, θα αναγκαστεί να υπογράψει μνημόνιο για την είσοδο του ΔΝΤ το πρόγραμμα, μνημόνιο για τη ρύθμιση του χρέους και μνημόνιο με τη λήξη του 3ου προγράμματος.
Αν λοιπόν, όπως φαίνεται, στη διαπραγμάτευση δεν εξελιχθεί τίποτα ευνοϊκά, τότε σύντομα θα έχουμε εκλογές.
Αυτό φαίνεται ότι σκέφθηκε ο άνθρωπος- όχι ο πολιτικός- Τσίπρας κι εν μέσω της πιο σκληρής και κρίσιμης στιγμής για την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης, πήρε το… «καπελάκι του», το αεροπλανάκι του, και πέταξε για Αβάνα.
Ποιος φυσιολογικός πρωθυπουργός θα εγκατέλειπε τη χώρα του για τέσσερις ημέρες την ώρα που και το κάθε λεπτό διαπραγμάτευσης έχει σημασία;
Είναι προφανές ότι για τον κ. Τσίπρα είναι πιο σημαντικό μια φωτογραφία με την τέφρα του Φιντέλ Κάστρο και ορισμένους άλλους τριτοκοσμικούς ηγέτες της Λατινικής Αμερικής που θαυμάζει, όπως ο Μαδούρο, παρά η άχαρη δουλειά της διαπραγμάτευσης για να σώσεις μισθούς και συντάξεις των… υπηκόων του. Και πηγαίνει στην Αβάνα την ώρα που ακόμη και ο Πούτιν δεν πάει επικαλούμενος φόρτο εργασίας, την ώρα που ο θάνατος του Κάστρο τείνει να διακωμωδηθεί μετά την απόφαση της Βόρειας Κορέας να κηρύξει τριήμερο πένθος!!!
Γιατί το κάνει αυτό ο κ. Τσίπρας;
Είναι καθαρά ανθρώπινο. Και έχει σχέση με το πόσο ο ίδιος υπολογίζει τις ζωές αυτών που τον εμπιστεύθηκαν σε σχέση με τον εαυτό του.
Είναι προφανές ότι ο κ. Τσίπρας προσφέρει στον εαυτό του την πολυτέλεια να κάνει ένα ταξίδι με την ιδιότητα του πρωθυπουργού στην Κούβα των ονείρων του παρά να καθίσει πάνω από ένα τηλέφωνο και να μιλά συνεχώς με τον Σόιμπλε, τον Ντάισελμπλουμ και τη Λαγκάρντ.
Είναι προφανές ότι ο κ. Τσίπρας έχει «παραδώσει» και δεν έχει διάθεση να δώσει καμία μάχη, πέραν εκείνης που ξέρει, της μάχης του μπαλκονιού.
Και τη μάχη αυτή θα τη δώσει γιατί θα προσπαθήσει να διασώσει ό,τι σώζεται, από την επερχόμενη ήττα του, για να κρατήσει ένα αξιοπρεπές, σε ποσοστά κόμμα και όχι ένα πολιτικό απόκομμα στο οποίο θα το οδηγήσει η κατρακύλα στην οποία βρίσκεται.
Ο κ. Τσίπρας ξέρει ότι το ταξίδι του ως πρωθυπουργός τελειώνει.
Είναι ανθρώπινο να θέλει να το απολαύσει όσο το δυνατόν περισσότερο γίνεται, όσο διαρκεί.
Δεν είναι ανθρώπινο όμως να καταδικάζει μια χώρα και να τη σέρνει πίσω από τις δικές του… αδυναμίες, γιατί όσο καθυστερεί την προσφυγή στις κάλπες τόσο πιο δύσκολη θα γίνεται η ανόρθωση της χώρας.