γράφει ο Δρ. Παναγιώτης Καρκατσούλης.
Παρακολουθώντας τον πρωθυπουργό στο διάγγελμά του με το οποίο παραδέχτηκε(;) την ήττα του και εξήγγειλε τις πρόωρες εκλογές διαμορφώθηκε εντός μου η σιγουριά για το τι ακριβώς ηττήθηκε την Κυριακή. Σίγουρα ηττήθηκε η εξωφρενική πολιτική λιτότητας που διέλυσε όχι μόνο την μεσαία τάξη αλλά φτωχοποίησε, έτι περαιτέρω, τους μη έχοντες. Ποτέ, καμία ελληνική κυβέρνηση δεν δοκίμασε με τόση αναλγησία, σαδιστική σχεδόν, μια εισοδηματική πολιτική που ξεπέρασε κάθε γνωστή «νεοφιλελεύθερη» συνταγή, αγγίζοντας τα όρια της κλοπής και της ληστείας των εισοδημάτων μας. Μετά βεβαιότητας ηττήθηκε η ανικανότητά τους στην διαχείριση των κρατικών υποθέσεων. Παιδεία, υγεία, ασφάλεια κατακρημνίστηκαν μεταξύ αβελτηρίας και ιδεοληψίας των κυβερνώντων. Κατ’ ουσίαν, όλο το διάστημα διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ το κράτος λειτουργούσε με τον αυτόματο πιλότο
Σίγουρα, επίσης, ηττήθηκε η υποχωρητική στάση του κ. Τσίπρα έναντι των εθνικών δικαίων και θεμάτων με αποκορύφωμα τις μυστικές διαπραγματεύσεις για το όνομα της Μακεδονίας και την συμφωνία των Πρεσπών.Εκείνο όμως το οποίο προεχόντως και, κυρίως, ηττήθηκε ήταν η αλαζονεία, το ύφος και το ήθος της εξουσίας που κόμισαν τα ετερόκλητα πολιτικά καρτούν που ξεπήδησαν μέσα από τους ολετήρες του πρώτου και δεύτερου μνημονίου. Η περιφρόνηση προς την συνταγματική τάξη με την μετατροπή του κοινοβουλίου σε μηχανισμό δικαπεραίωσης ρουσφετιών, οι ανοίκειες και απροκάλυπτες επιθέσεις στη δικαιοσύνη με σκοπό την ποδηγέτησή της και η διάλυση της δημόσιας διοίκησης με παραβίαση κάθε κανόνα καλής λειτουργίας της, συνδέονται με ανθρώπους που δάνεισαν το πρόσωπό τους στην διακυβέρνηση του κ. Τσίπρα: Πολάκης, Χριστοδουλοπούλου και Δούρου συγκαταλέγονται στα πιο απεχθή.
Η περιφρόνηση της αστικής δημοκρατίας, εν τέλει, και η υπολανθάνουσα στην κυβερνητική πλειοψηφία, σκέψη για την κατάργησή της δεν πραγματοποιήθηκε, επειδή τους απέτρεπε η ανάμνηση της επαναστατικής γυμναστικής του 2015 και οι αναστολές τους για τις πιθανές αρνητικές συνέπειες στις οικογένειές τους και στους ίδιους.
Ανήκω σ’ εκείνους που διέβησαν τον ρουβίκωνα που χωρίζει την επιστημονική από την ζέουσα πολιτική μόνο και μόνο για ένα λόγο: Γιατί ένοιωθα ντροπή που το δημόσιο πρόσωπό μου οριζόταν, εντός και εκτός της χώρας, από την αισθητική της «πλατείας» και τον τυχοδιωκτισμό των πολιτικών του περιθωρίου. Και την Κυριακή, επιτέλους, μετά από μια μακρά περίοδο αισχύνης και κατήφειας, χάρηκα. Ελπίζω ότι αυτή η μέρα είναι η αρχή του τέλους του λαϊκισμού αλά γκρέκα, της ψευτο-μαγκιάς, της λαμογιάς, του πελατειασμού και της ευκαιριακότητας που οδήγησε τη χώρα στα βράχια.
Αν η αρχή του τέλους του λαϊκισμού ξεκίνησε στις 26 Μαΐου, ταυτόχρονα, όμως, άνοιξε και μια καινούργια περίοδος στην οποία ως διακυβεύματα εμφανίζονται όλα όσα κρατάγαμε «στο ψυγείο» τα χρόνια του συριζαϊκού ανορθολογισμού και της πελατειακής παλινόρθωσης. Σ΄αυτή την ελπιδοφόρα νέα περίοδο θέλω να ηττηθούν εκείνοι που δεν ξέρουν ή δεν κατανοούν τα προβλήματα της χώρας. Που υπολείπονται στη γνώση και την διεισδυτικότητα που αυτά απαιτούν για να λυθούν. Θέλω να ηττηθούν εκείνοι που θεωρούν ότι αρκεί η εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία και μερικές παρόλες για να ανατρέψουν τα συσσωρευμένα και καινούργια προβλήματα. Θέλω να ηττηθούν εκείνοι που φοβούνται τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για να μπορέσει να αποκατασταθεί η ευρυθμία του πολιτικού και διοικητικού συστήματος.
Εγώ, από το Κίνημα Αλλαγής, θα προσπαθήσω με όσες δυνάμεις έχω να δείξω ότι η δημοκρατική παράταξη, απελευθερωμένη από τα παράσιτα και τους εισοδιστές που αναπαύονται με τα υπόλοιπα άνθη του κακού στην αυλή του κ. Τσίπρα, μπορεί να ανταποκριθεί στο νέο πρόταγμα. Ότι έχουμε τη γνώση και τον τρόπο να το κάνουμε. Ο αγώνας μας θα είναι να πείσουμε, στο διάστημα που απομένει μέχρι τις εθνικές εκλογές, όσους περισσότερους μπορούμε από εκείνους που συμμερίζονται την αναγκαιότητα των καιρών αλλά διστάζουν, ακόμη, να μας εμπιστευτούν.
Ο Παναγιώτης Καρκατσούλης είναι υποψήφιος βουλευτής στην Α’ Αθήνας με το Κίνημα Αλλαγής
Το κείμενο αυτό δημοσίευτηκε και στο Dailypost.gr