Guest, slideshow-3

«Θαύμα γαρ ιδέσθαικαι ως όμορφον το εσώτερον είναι»

louloudi-anoiksi-fysi

γράφει ο Δρ. φ. Φώτιος Χρήστου.

Σε όσους μπορούν να σκέπτονται κατά τρόπο όμορφo και δύνανται να πράττουν ηθικά και να βιώνουν ανάλογα ωραία το μέλλον,το οποίο είναι έτσι πάντοτε φιλάνθρωπο παρόν. Σε εκείνους επίσης, που αντιλαμβάνονται το αισθητικό τους χρέος και αναλαμβάνουν την αύξηση της ομορφιάς, που ευσχημόνως κατακτούν και ενοικούν. Και αυτό γιατί με κάθε κάλλος ακόμη και με αυτό βεβαίως του Παρθενώνα δεν προορίζεται η ομορφιά για έκθεση στο μουσείο της μνήμης του λάτρη του ωραίου. Αντιθέτως καθορίζεται ως αφετηρία για την περαιτέρω επενέργειά της και ορίζεται αυτή η αθάνατη παράμετρος ως ερέθισμά του, ώστε να το μεταπλάσει,όπως συμβαίνει πάντοτε με την όμορφη αγάπη, σε καλύτερη και εύχαρη οντότητα του και να το καταστήσει αισθητικά άρτιο μέγεθος του αλλά και να το ανάγει σε αρτιότερη πραγματικότητά του.

 

Η   ΟΜΟΡΦΙΑ

ως

«Θαύμα γαρ ιδέσθαι και ως όμορφον το εσώτερον είναι»

Όμηρος

Το ωραίο είναι ωραίο εάν καθίσταται με την ωραία σκέψη και πράξη πιο ωραίο.

 

Η έννοια της ομορφιάς, όπως άλλωστε όλοι οι προσδιοριστικοί όροι της γλώσσας, εμπλέκεται στον διασαφηνιστικό ρόλο της υλικής και άυλης πραγματικότητάς μας. Ανήκει έτσι η θεμελιακά αυτή εννοιολογική μεταβλητή στα περιγραφικά σημαινόμενα, που ενεργοποιούν τα θετικά αντανακλαστικά μας και μας διαφοροποιούν από τον ενστικτώδη εαυτό μας. Ως ουσιαστική επίσης αντίδραση στο ευχάριστο ερέθισμα, που δέχεται το ευαίσθητο κατά βάση υποκείμενο, συνιστά η ομορφιά τη μοναδική και τη μεγαλόψυχη εμπειρία του, που την αποδίδει στους άλλους και στον εαυτό του ως δωρεά, έτσι ώστε να παραπέμπει σε μια προσωπική του συνείδηση των πραγμάτων, που υπάρχουν κατά τρόπο αιρετικό,θαυμαστό και ιδιαίτερο.μέσα του. Αποτέλεσμα αυτού ο αισθητικά ενεργών άνθρωπος αποκαλύπτει την ομορφιά ως αγαθή για τον άλλο πρόθεση και τη φανερώνει ως συμφιλιωτική με τον εαυτό του σχέση.

Ανάγεται κατ αυτόν τον τρόπο η ομορφιά σε ανεπανάληπτη φύση του όμορφου υποκειμένου, που ως ιδιότητα την αποδίδει στους άλλους και μεταβάλλεται το μέγεθος αυτό σε ιδιότροπη γνώση των πράγματων, αλλά και σε μοναδική εμπειρία και αντίληψη του άλλου, που την αποδέχεται και την απολαμβάνει ως επιβράβευσή του. Η ομορφιά έτσι προυποθέτει τον πομπό που αγαπά και χαρίζει δια του θετικού του φρονήματος τη φύση του ωραίου και απαιτεί ταυτόχρονα τον δέκτη, που διαθέτει τον τρόπο να την αποδέχεται ως ωραία εκδοχή του κόσμου του και ο οποίος την αξιοποιεί ως διαχρονικό και άφθαρτο μέσα του αγαθό,που τον λυτρώνει πολλές φορές από τον εφήμερο και αναλώσιμο εαυτό του. Αυτό σημαίνει πως τίποτε δεν είναι εφικτά όμορφο στο άτομο, αν δεν υπάρχει και το αισθητικά γενναιόδωρο υποκείμενο να το αποδεχθεί. Από αυτή τη σκοπιά θεωρούμενη η ομορφιά παραπέμπει σε ένα κοινωνικό φαινόμενο, που καθορίζεται ανάλογα με την υπαρξιακή ταυτότητα του κάθε ατόμου και διαμορφώνεται από το περιβάλλον του.

Προσδιορίζεται επίσης το αισθητικό αυτό στοιχείο της ομορφιάς και από τον εσώτερο κόσμο του ατόμου, που συναναστρέφεται αισθητικά και συναισθηματικά τον εαυτό του, ώστε να διαφυλαχθεί το μυστήριο του και να διασφαλιστεί η θαυματοποιός ουσία της ζωής του. Αποκτά ασφαλώς η ομορφιά την περισπούδαστη αυτή σημασία της προκειμένου να διασωθεί ως χαρακτηριστικό του εν δυνάμει όμορφου ατόμου το μυστικό αυτό της πανανθρώπινης γοητείας, για να αναγνωριστεί ως ιδιότητά του, για να τον μεταβάλλει επιπροσθέτως σε αξιοσέβαστο πρόσωπο, αλλά και για να αποδοθεί ως επιβράβευση στο καλαισθητικό εν λόγω υποκειμένο, ώστε να ενυπάρξει η ανθρώπινη ιδέα του ωραίου του στην ύλη των πραγμάτων, και από απλή έτσι και επίπεδη ύπαρξη με την ομορφιά να μετουσιωθεί ο ίδιος και ο κόσμος του, που αντιποσωπεύει και εκπροσωπεί, σε θαυμαστή πραγματικότητα. Και αυτό κυρίως μέσα από την ουράνια και συνάμα επίγεια αισθητική του οντότητα,που μάχεται να λυτρωθεί από το άμορφο και αγωνίζεται όμορφα να απαλλαγεί από το αντιαισθητικά βάρβαρο στοιχείο της ζωής του. Συνεπώς η ομορφιά δεν αποτελεί αυθαίρετη και δογματική ή σκληρή λογική διαπίστωση και απόφανση του συνήθους όλου ούτε συνιστά ανάγκη του άμορφου κόσμου και του μαζικού υποκειμένου, που της προσδίζει συνήθως υλικά χαρακτηριστικά, της ακυρώνει τη μορφή και της αφαιρεί κατ επέκταση την ηθική ουσία της ως ακέραιης πραγματικότητας. Γιαυτό το λόγο βεβαίως θα λέγαμε πως η ομορφιά είναι υπόθεση του προσωπικού ανθρώπου, που συναιρεί και εκπροσωπεί το απόλυτο, ποθεί το ακέραιο και το ολοκληρωμένο και αυτό σε αντίθεση πάντοτε με το άμορφο και πολυπληθές όλο, που αδυνατεί να πραγματώσει τον ανέφικτο σκοπό της αρμονίας και της ευταξίας και να την αποδώσει ως ομορφιά.

Από αυτή τη σκοπιά θεωρούμενη η ομορφιά εκφράζει όλες τις θετικότητες, που αποδίδουν την υγιή φύση της ζωής. Συνεπώς η ομορφιά είναι η ασφάλεια, η καλή συμπεριφορά, η ελευθερία, η επικοινωνία και κάθε ευνοική σήμανση των ιδεών. Διαφορετικά και στο πεδίο ασφαλώς της αισθητικής η άρνηση της ομορφιάς ακυρώνει άμεσα και επικίνδυνα κάθε δυνατό κάλλος. Είναι δηλαδή αδύνατος με την εκδήλωση της βίας κάθε αίσθηση της ομορφιάς, όπως είναι ασύμβατη αυτή η ιδιότητα της ζωής χωρίς τον γλυκύ καλλιεπή λόγο. Δεν νοείται ακόμη η ομορφιά άνευ της ευγενούς θέλησης του ωραίου και του γεμάτου πάθους για την ομορφιά ανθρώπου ούτε εξελίσσεται σε ακαταγώνιστη και πρωτότυπη υιοθέτηση της ευπρέπειας και του εσωτερικού κάλλους του χωρίς την πορεία της προς το ωραίο. Επομένως αίρεται κάθε δίλημμα περί του αισθητικού ορθόδοξου και πρακτέου κάλλους,αφού για την ομορφιά ο λόγος και η πράξη, που συνέχουν κάθε εκδήλωση της ύπαρξής μας είναι ο ενιαίος τρόπος για να ολοκληρώνεται η ζωή και συνιστά την τέχνη για να εκδηλώνεται η ζώσα φύση μας ως ευτυχής πραγματικότητα.

Η αρχή αυτή διέπει το φως και τον έρωτα, τα οποία σε κατάσταση ομορφιάς απαιτούν τη διαλεκτική τους σχέση με το πνεύμα και επιβάλλουν την προοδευτική προοπτική τους, που τα διασώζει από την έκπτωσή τους σε χυδαία εκτροπή αλλά και τα αποτρέπει από τον εκφυλισμό τους σε αγοραία παραζάλη. Πράγματι και όσον αφορά στον όμορφο και φωτεινό έρωτα είναι χωρίς καμιά αδυναμία το σύνολο της ομορφιάς, η οποία αποκαλύπτεται σε ολοκληρωμένη μορφή και συνιστά την απόλυτη έκφραση του προσωπικού ωραίου, η οποία χάριν της ιερής του πράξης αποκαλύπτει την ατομική και τη συλλογική ομορφιά, που την προσφέρει ως κόσμημα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο απαιτείται το ερωτικό ηθικό κάλλος ενός ερώμενου ατόμου, ώστε να διατρέχει η διάπυρη ουσία του την ερωτική του σχέση, γιατί από τον επιμέρους ευγενικό του λόγο και την μερική συναισθηματική του έκφραση με το πρόσωπο που ερωτεύεται και αγαπά αλλά και με την όμορφη σύλληψη των ερωτικών ανθρωπίνων νευμάτων του κρίνεται η ερωτική και η συνολική τύχη όλου του ανθρώπου και η διάσταση του κόσμου.

 

Ωστόσο και είναι τούτο φυσικό να αναζητεί κανείς για την ομορφιά πέρα από το ευγενές πρόσωπο, που την αποδίδει και την προσωποποιεί και τον κατάλληλο τρόπο αλλά και τον τόπο, στον οποίο χρειάζεται να σταθεί και αισθητικά η ουράνια αυτή ουσία ως ασύλληπτη εμπειρία του κάλλους να υπάρξει και να εμπεδωθεί. Το γεγονός αυτό σημαίνει, πως τα πράγματα πρέπει να ευπρεπίζονται και να εξανθωπίζονται αλλά και επιβάλλεται να εκκοσμικεύεται ο κόσμος τους, όπως ασφαλώς τον ορίζουν οι εμπράγματες διαστάσεις του και τον καθορίζει η αισθητική προοπτική τους. Η αναγκαιότητα αυτή βεβαίως πηγάζει από το ότι η ομορφιά συνιστά μια βιωματικά ανθρώπινη και φυσικά προσπελάσιμη πραγματικότητα, η οποία εμπνέεται, περιγράφεται, αισθητοποιείται αλλά και εκτίθεται ως υψηλή φύση στη φθορά του ελλειμματικού μέρους και απειλείται από την αυθαίρετη βούληση,όσων εμπλέκονται με την τριβή της καθημερινότητας τους. Η ομορφιά δηλαδή συνιστά μια διαρκή διαδικασία δυναμικής διάσωσής της από τον απαιτητικό χαρακτήρα της και αποτελεί τρόπο διαφύλαξής της από την εκτροπή της μέσα κατεξοχήν από την αναμόρφωση και δια κυρίως της μορφοποίησης του μερικού και του ολικού χάους, που εκτρωματικά παράγει η αντιαισθητική εφήμερη και διαχρονική αθλιότητα του μονοδιάστατα άμορφου και υλικού ανθρώπου. Και όλα αυτά καθότι η ομορφιά ακόμη και σε καθεστώς αποδοχής και νομιμοποίησής της παραμένει ιδέα και διότι ως υψηλή αξιακή τάξη επενεργεί όπως κάθε θαυμαστή πράξη αλλά και λειτουργεί ως ακένωτη πηγή κάλλους η οποία έτσι φυσικά υπάρχει ως αισιόδοξη επαναστατική προοπτική της ζωής.

Συνεπώς η ομορφιά ανάγεται στην ομορφιά και διαλέγεται με το ωραίο. Αυτό σημαίνει πως η ομορφιά υπάρχει και δρα από τη στιγμή της απόφασής της, η οποία προοικονομεί την υλοποίηση του έντεχνα άρτιου κόσμου της, ενεργεί ως υψηλή εκδήλωση ομορφιάς και υπάρχει μοναδικά και ανεπανάληπτα ως ιδιοτροπία, που αποδεικνύεται πιο συγκλονιστική και από την ίδια τη φύση της. Κατά συνέπεια το ωραίο χρειάζεται να αναδύεται από την απειλή του και επιβάλλεται να απελευθερώνεται ως ανυπότακτη εκπληκτική αντίδραση σε ένα καθεστώς συνήθειας και σε ένα περιβάλλον βάναυσου συρμού των πολλών και των τυρρανικά ομοίων, που ασφυκτικά συνωστίζονται στο πλήθος και οι οποίοι εξ αυτού στερούνται της ευγενούς αίσθησης του ωραίου και της συγκίνησης. Συνέπεια αυτού η ομορφιά αποκτά την πολυπόθητη υπόστασή της, χάριν ασφαλώς της έφεσής της για το κάλλος της,και λόγω της υπόσχεσής της και της απόφασης, που ασυμβίβαστα στοχεύει στην μετουσίωση των ευτελών στοιχείων της εγκόσμιας πραγματικότητας της αλλά και επιχειρεί τη μετάπλασή της σε ευχάριστη και ωραία υπόθεση.

Πράγματι κάθε τελειότητα προκύπτει από το ατελή και ατελέσφορη οντότητά της, την οποία επεξεργάζεται η φαντασία του νοητικά εύκοσμου ατόμου και τη στοχεύει η φρόνηση του αισσθητικά ευφυούς υποκειμένου που, συλλαμβάνει την πραγματικότητα ως όμορφη εκδοχή της εύσχημης ιδέας του. Φυσικό επακόλουθο αυτού είναι σίγουρα η αναβάθμιση του ευτελούς και του κουραστικά συνήθους συρμού σε ευκλεές έργο τέχνης και η αναγωγή του σε συγκλονιστική ιδεολογία κυρίως με το φυσικό βηματισμό και με την αρμονική εκείνη σκέψη, που προστατεύει από κάθε αντιαισθητική νοσηρότητα τον άνθρωπο και τον αναδεικνύει έτσι σε θεματοφύλακα του ωραίου. Επακόλουθο αυτού είναι βεβαίως η δυνατότητα του αισθητικά γενναίου ατόμου να υπεραμύνεται από μέσα του και ηθικά την ομορφιά του, πρακτικά να πειθαρχεί στις επιταγές της αλλά και να παραμένει ως χαρίεν άνθρωπος επειδή<έστ>άνθρωπος και επειδή διαθέτει όμορφο κόσμο ηθικά αγγελικά πλασμένο. Κατ αυτόν τον τρόπο η ομορφιά μεταβάλλεται σε επώδυνη και δυναμική περιπέτεια του ανθρώπου, ο οποίος καταξιώνεται από τον αισθητικό προσανατολισμό του και αναγνωρίζεται από την ικανότητά του να υφίσταται και να μετατρέπει την εσωτερική του κυρίως αταξία σε αναγκαία ομορφιά και σε ανεπανάληπτη και επώνυμη πραγματικότητα. Πράγματι όμορφος ουσιαστικά είναι αυτός, που ποθεί το ωραίο και όχι εκείνος, που το ζει αλλά και φυσικά εκείνος ο οποίος το βιώνει ως ψευδαίσθησή του και το περιλαμβάνει συνάμα ως αλήθεια.

Τούτο ασφαλώς γίνεται κατανοητό, εαν σκεφτεί κανείς, πως η ολική πραγμάτωση του κάλλους είναι ως ανθρώπινος στόχος όμορφη περιπέτεια αλλά και σκοπός ουσιασιαστικά ανέφικτος. Χωρίς αμφιβολία η ομορφιά συνιστά δυσεπίλυτο ζήτημα της ζωής και του ανθρώπου και είναι προσπάθεια με πολλές και εξαιρετικές ευχάριστες εκπλήξεις. Άρα είναι αναγκαίο για τη βαθύτερη συνείδηση αυτού του θαυμαστού και θαυματοποιού μεγέθους η αντιμετώπισή του, όπως δυναμικά του αρμόζει, και είναι επιβεβλημένη η διαχείρισή του ως εφήμερη απλότητα αλλά και ως μυστήριο, που συνθέτει θεμελιακά τη ζωή.Αναμφιβόλως η πρακτική αυτή υπαγορεύεται από το ότι το ωραίο νοείται μόνο ως σκοπός και θεωρείται ορθά ως υπόσχεση του χρέους αλλά και συγκροτείται συνειδησιακά ως δύσκολη για την αξιοπρέπεια του κάθε ατόμου περιοχή. Οπωσδήποτε η ομορφιά είναι αποστολή και ταυτόχρονα η όμορφη, αν είναι ανάγκη, αμφισβήτησή της. Είναι επίσης η ομορφιά αίρεση, υπέρβαση και η υψηλότερη βούληση του ανθρώπου, που οραματίζεται το εύκοσμο, έλκεται από το κορυφαίο και κυριεύεται από το αισθητικό του σύμπαν αλλά και αποτελεί την επίδοσή του σε ουράνιες πτήσεις, όπως επίσης συνιστά και τη μεταφυσική του γύμναση. Έτσι η θήρα του ωραίου μεταβάλλεται σε θρησκεία αλλά και ταυτίζεται με την ταπεινή εκείνη προσήλωση του ατόμου στο ανθρώπινό του μέρος. Το κάλλος δηλαδή μετατρέπεται πάντα σε ανάβαση προς το απόλυτο, ανυψώνεται σε ιδανικό.και αναδεικνύεται σε αναζήτηση του αιωνίου και του ασύλληπτου αλλά και μεταβάλλεται σε εύσχημο επίγειο τελετουργικό του πραγματικού καθημερινού γεγονότος κάθε ελάχιστης πάντα ύπαρξης του ευγενικού ατόμου.

Και αυτό είναι υπαρξιακά και μυστηριακά αναμενόμενο να συντλείται από τα πρώτα στάδια της αισθητικής ζωής του σκεπτόμενου βιολογικού υποκειμένου, που είναι προορισμένος μεταφυσικά και φυσικά να ζει ως αθάνατη και θνητή ταυτόχρονα ύπαρξη και είναι καθορισμένος να ταυτίζεται με ασφάλεια με την κοινωνική του πραγμάτωση αλλά και να σχετίζεται με την νοητική του αυτοπραγμάτωση ως άνθρωπος. Έτσι συλλαμβάνεται το μέγεθος της ομορφιάς ως συνετή ανοδική φορά του όμορφου ατόμου προς το όλο αλλά και συγκεκριμενοποιείται ως αναγωγή στην αξιοπρεπή επιβιωσή του. Μετασχηματίζεται με αυτό τον τρόπο το κάλλος σε μέσο θετικής αυτοσυνειδησίας του κοσμίως διάγοντος υποκειμένου και μεταβάλλεται σε αναγνωρίσιμο λειτουργικό όργανο αυτοκατάφασής του. Γιαυτό το λόγο βεβαίως προτάσσει πάντα η ομορφιά την καλλαισθητική του ατόμου εμφάνιση και προυποθέτει την εκδήλωσή του ως ανελαστική ανάγκη, που αποδεικνύεται πιο δυναμική και από αυτή ακόμη την επιβίωση. Έτσι εξηγείται γιατί πριν ντυθεί ο άνθρωπος στολίστηκε και προτού εξασφαλίσει το αναγκαίο ενδιαίτημά του ευπρεπίζει εντέχνως τον πρωτόγονο χώρο του. Φανερώνει αναμφίβολα με αυτόν τον τρόπο το άτομο την υπαρξιακή του σχέση με το ωραίο, το οποίο στην καθολική του διάσταση αναβαθμίζεται σε ολιστικό εννοιολογικό όρο, που θεμελιακά περιγράφει την πολυπρισματική ζωή του και ριζικά αποδίδει τον τρόπο της άμεσης και δια των αισθητηρίων κατανόησης του κόσμου του. Έτσι εξηγείται κατά την περιγραφή και κατηγορική απόδοση της πραγματικότητας η σημασιολογική συνάρτηση των προσηγορικών όρων όμορφος και ωραίος και η γενίκευση των ανάλογων χαρακτηρισμών τους.

Συνηθίζονται δηλαδή οι εκφράσεις.όμορφη ομιλία,ωραία σκέψη,όμορφος κόσμος,ωραία περιπέτεια,όμορφη μέρα που εννοιλογικά συνέχει τη γλώσσα και προσδιοριστικά της επιτρέπει στην ολότητά της και στην επιμέρους εκδοχή να καθορίζει ερμηνευτικά μια κοινή ιδιότητα των πάντων και να σημαίνει ένα όμοιο τόπο όλων των εννοιών. Πρόκειται για την προσπάθεια του ατόμου ταυτόχρονα με την εξατομικευμένη πραγμάτικότητα να ομιλεί και να περιγράφει την αισθητική υπόστασή του. Η ανάγκη αυτή του σκεπτόμενου υποκειμένου να αποδίδει μαζί με το τι και το πως των πραγμάτων ανάγεται στην ιδιαίτερη σχέση με το φανερό και το αφανές φως του αλλά και συνδέεται με την ακατέργαστη πρωτογενή του εμπειρία, που του επιτρέπει να υπάρχει χάριν της τάξης και να πραγματώνει το ωραίο δια των φιλικών τηςμορφών. Συνεπώς η ομορφιά αποτελεί αρχέγονο βίωμα του ανθρώπου που του επιτρέπει συνεχώς και πολυποίκιλα διαχρονικά να ευδαινονεί και να ομορφαίνει.

Είναι με άλλα λόγια η ομορφιά η υδροφόρος πηγή της χαράς, η δυναμική παρόρμηση, που αυξάνει τις αγαθές επιθυμίες του ατόμου,η έμπνευση, που ενισχύει τη θέληση για ζωή και εντείνει την ορμή για δράση και φυσικά αποτελεί το ωραίο όλον τον εύδιο συναισθηματικό κόσμο της ζωής, που εκφράζεται ως αγάπη από κάθε καλλίφορο υποκείμενο και εκδήλώνεται ως διάθεση του να συμπεριλάβει στη μικρότητά του και ως φέρελπις άνθρωπος να εμπεδώσει τις μεγάλες και ωραίες ιδέες αλλά και υπαρξιακά να συμπεριλάβει. την απέραντη ομορφιά της ζωής, όπως ευτυχώς η ελληνική σκέψη την αναζητά στο φως και τη γεωμετρεί στα όρια της εφήμερης ημέρας. Ανάλογη διευκρινιστική αναφορά και αποκαλυπική ερμηνευτική ένδειξη προσφέρει βεβαίως ετυμολογικά και ο παρατηρούμενος αλλά και εννοούμενος όρος όμορφος, ο οποίος εξηγείται ως παράγωγο του έμορφος με υπερίσχυση του όμορφος από< εύ=όπως αρμόζει, σωστά, οπως πρέπει, καλά <εύς (πιθανόν παρετυμολογικά ο εν λόγω όρος συνδέεται με το επίθετο υγιής)= γενναίος, καλής χρήσης<esu<es= είμαι +μορφος με απλοποίηση του συμπλέγματος μορφός <μορφή<μέρφος = αστράφτω, λάμπω.

Γίνεται φανερό πως η κατηγορική έννοια της ομορφιάς οργανωμένα περιλαμβάνει ως αδιαχώρiστη σημασιολογική πραγματικότητα και συνδέει ασφαλώς σε λειτουργική ενότητα το είναι και το φαίνεσθαι, με αποτέλεσμα να εμφαίνεται με την ομορφιά η σημασία ταυτόχρονα μιας δηλούμενης αναφοράς και να υπονοείται συμπληρωματικά η ωραία ή η άσχημη υπόστασή της, που παραπέμπει στο κάλλος <καλός και στο στο ωραίος <ώρα αλλά και σε ένα σύνολο αποκαλυπτικών παραμέτρων, που καθορίζουν ως αναγκαία την αισθητική των πραγμάτων. Κατ αυτήν την έννοια η ομορφιά συλλαμβάνεται ως εμπειρία και υιοθετείται ως βίωμα και συνάμα εκφράζεται ως ιδέα, που συνενώνει το συγκλονιστικά αισθησιακό στοιχείο της ζωής με το φαντασιακό, αλλα και προβάλλεται ως μια ολότητα του συγκεκριμένου τόπου και χρόνου με το ασύλληπτο, ιερό, άβατο και αισθητικό μυστήριο, που τελετουργικά κανοναρχεί τη ζωή και δυναμικά μεταρσιώνει τα πράγματα, ώστε ως αξιοθέατες οντότητες να συνανήκουν με την όμορφη σκέψη στον πνευματικό μας κόσμο. Συνέπεια αυτού του δεσμού και προιόν της αλληλεπίδρασης του άμορφου και βάναυσου κόσμου με την επίσημη και ανεπίσημη ομορφιά είναι η δωρεά στη ζωή του ανθρώπινου χαρακτήτα και η ανάπτυξη του ενδιαφέροντος εκείνου, που ενεργοποιεί κάθε εννοούμενη ύπαρξη και την καθιστά ικανή να ελπίζει για επικράτηση του ωραίου και να προσδοκά την αδήριτη αναγκαιότητα του νικηφόρου στη ζωή κάλλους. Υπομένει για παράδειγμα ο άνθρωπος την παρεκλίνουσα μορφική δυστροπία της κακοκαιρίας στη θάλασσα, γιατί αισιοδοξεί και βάσιμα αναμένει την καλοκαιρία της, της οποίας το ευχάριστό της πρόσωπο οφείλεται στην άτυπη κυρίως και στην υποσυνείδητη αντιπαράθεσή της με τη δυσάρεστη φύση της καιρικής πελάγιας μανίας της.

Κατ αναλογία το ευειδές θήλυ θετικά αισθητοποιείται χάριν της δύσμορφης και της αποκρουστικής γυναίκας, της οποίας έτσι η σημασία της αποδεικνύεται ουσιαστική και καθοριστική για την υποκειμενική και κοινωνική λειτουργία της θεμελιωμένης στην ομορφιά ζωής. Το συναρτησιακό αυτό μεγαλείο του κάλλους και εκείνο του δυσαρμονικού ελλειμματικού στοιχείου της ανθρώπινης ύπαρξης επιτρέπει την αισθητική άνωση του ανθρώπου και συμβάλλει, ώστε να αντιλαμβάνεται κανείς το κάλλος σε κάθε υπαρξιακή όμορφη αντίδραση της πραγματικότητας. Παραδειγματικά και ακριβώς αυτό συμβαίνει εκτός των άλλων και με τον λογοτεχνικό ήρωα Κουασιμόδο,ο οποίος υπερβαίνει δια της όμορφης πράξης του την αποκρουστική δυσμορφία του και χάριν της μεγαλοψυχίας του αλλά και λόγω της δυστυχούς και επομένως άσχημης ζωής της Εσμεράλδας μπορεί να μεταπλάσει την πράξη του σε ασυναγώνιστο εξωτερικό και εσωτερικό προσόν, το οποίο καλλαισθητικά εσωτερικά και εξωτερικά εμφανισιακά τον αναβαθμίζει . Αυτός βεβαίως είναι ο λόγος που ο ηθικός μας χαρακτήρας αναμορφώνεται στη συνείδηση όλων και εμπλουτίζεται επίκτητα με μια ανεξίτηλη αξιακή ομορφιά.

Αποτέλεσμα αυτού είναι η μετάβαση του αισθητικά άτυχου αλλά ηθοπλαστικά και κατά συνέπεια ποιοτικά γενναίου μας ήρωα στον υψηλότερο εξελλικτικό του αναβαθμό, που προσδιορίζεται από το ωραίο και καθορίζεται από την κατάληψη του ευαίσθητου και ελεύθερου σταδίου του ανθρώπου. Και αυτό λόγω αλλά και δια μέσου της ηθικής ομορφιάς, η οποία οφείλει την ποιότητά της στο αθάνατο στοιχείο της, που με την παρουσία της αλλά και με την έλλειψή της περιβάλλει ως ιδιότητα για πάντα και ευωδιάζει με το άρωμά της τον άνθρωπο. Έτσι εξηγείται η διαχρονική ομορφιά του Παρθενώνα και δικαιολογείται η φιλοκαλλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Ωστόσο και όπως συμβαίνει με την ευτυχία, που ως ανάμνηση σε περιόδους δυστυχίας κατατυρρανεί οδυνηρότερα από την έλλειψή της τον άνθρωπο, η ομορφιά βιώνεται σε συνθήκες συνήθως απώλειάς της και συνειδητοποιείται κυρίως ως επαχθής και ως απαίσια συμφορά αλλά και γίνεται αντιληπτή ως απάνθρωπη αδυναμία του κατακερματισμένου σήμερα υποκειμένου.

Γίνεται εδώ φανερό πως το περιεχόμενο και ο τρόπος δράσης του ωραίου συναρτάται με το χρόνο, ο οποίος εμπλέκει την ομορφιά σε ένα σύστημα ιδεών και τη συνδέει με πληθώρα αισθημάτων, τα οποία καθορίζουν κιόλας τον ιδιαίτερο και ορίζουν τον αντικειμενικό κόσμο της. Αναμφιβόλως η ομορφιά ως δυνατή και ευαίσθητη ταυτόχρονα σύλληψη της πραγματικότητας από τον άνθρωπο, εξουσιάζει τη φύση του, αλλά και απειλείται από μια ελαχίστη και ανεπαίσθητη πολλές φορές υποψία της αντιαισθητικής προχειρότητάς του. Αυτό σημαίνει πως η ομορφιά και το άμορφο ανταγωνιστικά γειτνιάζουν και δυναμικά αλληλεπιδρούν και έτσι το ένα αισθητικό και αντιαισθητικό μέγεθος διαδέχεται το άλλο. Αυτός βεβαίως είναι ο λόγος για τον οποίο δεν ενδείκνυται ποτέ και από κανένα ο καλαισθητικός εφησυχασμός του ούτε είναι επιτρεπτή η διαστροφική του αισθητική οίηση και φυσικά είναι απορριπτέα η αναλογική συνάφεια του ωραίου του με αυθαίρετες ασυνάρτητες μορφικά παραμέτρους και με τη δογματική του ασφαλώς σκέψη. Έτσι το περιεχόμενο και το αισθητικό απαύγασμα της ομορφιάς το καθορίζει και το υπαγορεύει η ίδια η ποιοτική της αίσθηση και το συλλαμβάνει με τη βαθύτερη υποκειμενική αντίληψη το όμορφο υποκείμενο. Το αναγνωρίζει κανείς επίσης από την ώριμη παραδοχή του αλλά και από την ιδιότητά του ως χαρακτηριστικό του μεγαλόψυχου άλλου ανθρώπου, που εξατομικευμένα, επώνυμα και θετικά αποφαίνεται για την ύπαρξή του ωραίου.

Η δυσκολία και η ιδιοτυπία αυτή για ιδεολογική και προπάντων ηθική κατάκτηση της ομορφιάς οφείλεται βεβαίως στο ότι η ομορφιά αυτή καθε αυτή προυποθέτει επιτυχία,επιβάλλει συνεχή μύηση και όπως απαιτεί ο δυναμικός της χαρακτήρας, επιτάσσει κατά της αθλιότητας αγώνα και μάχη κατά της ευτέλειας. Κατ αυτόν τον τρόπο η ομορφιά μεταβάλλεται σε απαρέγκλιτη πορεία στον κόσμο της και μετατρέπεται σε υπέρβαση της επιτυχίας της, γιατί ως στόχος ακόμη και εαν πραγματωθεί εξοβελίζει το φιλάρεσκο άτομο από το υψηλό αξίωμά της. Πράγματι όμορφος ουσιαστικά είναι όποιος δεν αξιώθηκε πραγματικά τα κάλλη της ομορφιάς και ευδής εκείνος, που έχει συνείδηση της έλλειψής της. Και αυτό γιατί ωραίος είναι μόνο εκείνος, που διακατέχεται από όμορφα αισθήματα, τα οποία ταυτίζονται με την αγάπη, αυτός που κινείται από την παρόρμηση για την προστασία της ανυπεράσπιστης ομορφιάς, όποιος διαπνέεται από την συγκλονιστική ιδεολογική του εμπειρία και οπωσδήποτε το άτομο, που πληρείται με το ασύλληπτο βίωμα της απουσίας του κάλλους αλλά και από εκείνη της απόφασής του για το ωραίο, το οποίο κατ αυτόν τον τρόπο ολοκληρώνεται με την αισθητική εμπειρία μαζί του.

Θα ήταν βεβαίως σωστό να αναγνωριστεί στην ομορφιά και ο προσδιοριστικός εκείνος χαρακτήρας της, που αντιδιαστέλλει το άρτιο από το ελλειμματικό στοιχείο των πραγμάτων,αυτό που καθορίζει ασφαλιστικά το φυσιολογικό από το αφύσικο ή ό,τι διαχωρίζει δωρικά το εύμορφο από το δύσμορφο,.γεγονός που επιτρέπει να συνανήκουν στο ίδιο πεδίο με το ευτυχές και το ευδαίμον. Γιαυτό το λόγο διατυπώνεται ως αληθής η θέση περί της όμορφης ζωής, η όποία υποδηλώνει τη βεβαιότητα ότι το ωραίο προβάλλει και αναλογεί στο ευτυχές και πως η ελκυστική διαβίωση εξαρτά συγκλονιστικά την ποιότητά της από την ομορφιά της. Επομένως η ατομική ευτυχία και η θετική τύχη του όλου είναι πρωτίστως πράξη ομορφιάς, η οποία συναισθηματικά αναγνωρίζεται και πρακτικά βιώνεται ως υπαρξιακή κανονικότητα του όμορφου ατόμου. Έτσι εξηγείται η τραγικότητα της μαντάμ Ορτάνς του Καζαντζάκη, η οποία με την παρακμιακή εφιαλτική και εκφυλιστική ηθική της αναμένει από την ομορφιά και την ευπρέπεια των άλλων αλλά κατά βάση από την αισθητική τους ευθύνη και την δια του δοκιμασμένου εθιμικού κάλλους της ζωής τους τη σωτηρία της.

Στην περίπτωση αυτή η ηρωίδα υφίσταται όλες τις επιπτώσεις της πολυποίκιλης αισθητικής της παραμόρφωσης, όπως άλλωστε συμβαίνει σε όλους αυτούς τους χαρακτήρες, οι οποίοι συναιρούν και αποδίδουν με όλη την ειδεχθή ουσία της αποκρουστικής δυσμορφίας τους την αντιαισθητική οδύνη του κόσμου. Και αυτό, αφού ο φορέας της ασχήμιας εμπεριέχει σε όλη τη φύση του και στο συνολο των εκδηλώσεών του όλη την απαίσια σκοτεινότητα της ακαλαίσθητης πραγματικότητάς του. Αντιθέτως ο ηθικά και κατά συνέπεια ο ωραίος άνθρωπος ομορφαίνει περισσότερο τον εν δυνάμει όμορφο και ανθρώπινο εαυτό του κατεξοχήν με το ελάχιστο ακόμη και πηγαίο αποφασιστικό του κάλλος. Και όλα αυτά βεβαίως, εάν παρωθείται το υποκείμενο αυτό από την την διακαώς ποθούσα αρμονία της ψυχής του στην ομορφιά και εάν ασφαλώς φλέγεται από τη θέληση για ηθική τάξη και για ποιτική ζωή.

Αυτό σημαίνει πως η λίγη ασχήμια είναι αρκετή να βεβηλώσει αισθητικά όλον τον άνθρωπο, ο οποίος με την κατοχή του από το άθλιο και από το ασυνάρτητο περιεχόμενό της αλλά και με την τοξικότητα του άτακτου στοιχείου της ακαλαίσθητης συμπεριφοράς του διαποτίζει με το δηλητήριο της ασχήμιας του όλη την ύπαρξή του. Και αυτό σε αντίθεση με την ομορφιά, η οποία με τον επώνυμο και προσωπικό της χαρακτήρα δεν επαρκεί να ομορφύνει τον άνθρωπο, εάν βεβαίως τούτος ως ολοκληρωμένο υποκείμενο και ως φίλιο στην ομορφιά άτομο δεν φλέγεται από το θεικό έρωτα του ωραίου και εαν δεν σχετίζεται μαζί του κατά τρόπο ασφαλώς μοναδικό και ιδιαίτερα ανθρώπινο. Έτσι ο όμορφος και ο άμορφος δεν ομοιάζουν με κανέναν τύπο κατ επανάληψη ανθρώπου, αφού κάθε βάρβαρο, άμορφο και αισθητικά απρόσωπο υποκείμενο, όπως και κάθε όμορφος άνθρωπος απεργάζεται ιδιότυπα την αθλιότητά του και σμιλεύει όπως ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης αντίστοιχα την ομορφιά του. Συνεπώς ο άσχημος αναδεικνύεται σε επικίνδυνο καταστροφέα του εαυτού του,ενώ ο όμορφος μεταβάλλει δια της όμορφης δράσης του την ύπαρξη του σε έργο τέχνης.

Κατ αυτόν τον τρόπο κατανοείται πως η ομορφιά δεν είναι μόνο ένα επιθυμητό της ύπαρξης αποτέλεσμα αλλά όλη η όμορφη πορεία της προς την ομορφιά. Η παραδοχή αυτή επιτρέπει σε όλους να αποφαίνονται ποιός στο μέλλον μπορεί να είναι όμορφος, αφού έτσι η ομορφιά είναι πρόβλεψη και ουσία ξένη από κάθε εμπράγματη και αυστηρά έμπρακτη διαπίστωση του παρόντος. Και αυτό κατά παρόμοιο τρόπο στην απόφανση περί της ευταξίας και της πίστης για την ευτυχία «πως είμαι τώρα καλά» ορθό βεβαίως θα ήταν η αναφορά να έχει το χαρακτήρα της κατάφασης «θα είμαι καλά στο μέλλον», γιατί στην ουιαστικά ο άνθρωπος ζει το παρελθόν και το μέλλον,από τα οποία αποφασιστικά συναρτάται και το πραγματικό του κάλλιο παρόν. Έτσι το άτομο μεριμνά για όλα και ασφαλώς φροντίζει για το κάλλος, το οποίο μπορεί κανείς να εικάζει, να αναμένει και να δημιουργεί με το παρόν. Προιόν αυτού είναι και η συνολική αξιολογία της εποχής η οποία αποτιμάται, όπως και ο άθρωπος από την αισθητική του επιλογή και αξιολογείται από την ανάλογη πορεία της. Κατά συνέπεια χρειάζεται όνειρο για το ωραίο και πράξη αλλά και μάχη κατά της ασχήμιας, γιατί το δύσμορφο αφανίζει το εύμορφο, καθιστά εντονότερη την απουσία του, όπως ακριβώς επιτρέπει και την ομορφιά σε καθεστώς ασχήμιας με ένταση να συνειδητοποιείται.

Επομένως συμβαίνει το κάλλος ακόμη και σε κατάσταση αδυναμίας της σύλληψης του αλλά και σε καθεστώς ανεπιτυχούς αναζήτησης του τρόπου της πραγμάτωσής του, να κοσμεί όσους όμορφα και κοσμίως το αγαπούν και εκείνους που ως ιδέα πρωτίστως το επιδιώκουν.

 

                                                                        Forma bonum fragile est.

                                                                      Στους στέρεα κόσμιους και φίλιους άλλους

Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Ο Δρ. φ. Φώτιος Χρήστου είναι Διδάκτωρ Φιλοσοφίας Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών. Είναι πτυχιούχος Φιλολογίας, Θεολογίας, Πολιτικών Επιστημών και Παιδαγωγικού.

«Θαύμα γαρ ιδέσθαικαι ως όμορφον το εσώτερον είναι»

γράφει ο Δρ. φ. Φώτιος Χρήστου. Σε όσους μπορούν να σκέπτονται κατά τρόπο όμορφo και δύνανται να πράττουν ηθικά και

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο