Ουσιαστικά πρόκειται για σλάβους που κατοίκησαν την περιοχή 1000 και πλέον χρόνια μετά τους Έλληνες Μακεδόνες και στους οποίους εμφύτευσαν την «μακεδονική» συνείδηση οι κομμουνιστές από την εποχή της Κομιντέρν, λίγο μετά τη Σοβιετική Επανάσταση. Πολιτική που ανέλαβε να υλοποιήσει ο Τίτο, ο οποίος στη συνέχεια για δικούς του πολιτικούς λόγους τη συνέχισε δημιουργώντας το ομόσπονδο κρατίδιο της «Μακεδονίας», σε μια προσπάθεια να κρατήσει ζωντανό το όραμα για έξοδο στο Αιγαίο!
Το 1991, με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας το κράτος των Σκοπίων ανεξαρτητοποιήθηκε. Η Ελλάδα έχασε τη μεγάλη ευκαιρία να απαιτήσει η ίδια την ανεξαρτησία του, πριν από το ίδιο, επιβάλλοντας και την ονομασία με την οποία θα αναγνωριζόταν διεθνώς, όταν η Γερμανία εκόπτετο για την ανεξαρτησία της Κροατίας και της Σλοβενίας.
Από τότε το ζήτημα της ονομασίας είναι το μείζον στις σχέσεις με την Ελλάδα, η οποία –σημειωτέον- επί πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Μητσοτάκη απέρριψε πρόταση του τότε ηγέτη των Σέρβων Μιλόσεβιτς για διαμελισμό των Σκοπίων μεταξύ Σερβίας και Ελλάδος, μιας και ο τότε Έλληνας πρωθυπουργός, σοφά πράττοντας, δεν ήθελε να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου για αλλαγή συνόρων στα Βαλκάνια.
Και σήμερα, η Ελλάδα, ίσως είναι το μόνο από τα κράτη με τα οποία γειτνιάζουν τα Σκόπια, που επιθυμεί την επιβίωσή τους. Τόσο η Βουλγαρία, όσο και η Σερβία έχουν βλέψεις, ενώ η Αλβανία δεν το κρύβει και ωμά δηλώνει πως υπάρχουν ως κράτος επειδή οι Αλβανοί των Σκοπίων δεν έχουν θέσει ζήτημα ενσωμάτωσής τους με την… Μητέρα Αλβανία.
Οι Αλβανοί δεν κρύβουν τον μεγαλοϊδεατισμό τους και η σημερινή κυβέρνηση των Σκοπίων υπάρχει χάρη στη δική τους ανοχή.
Οι Βούλγαροι, οι οποίοι έχουν μόλις το 10% του γεωγραφικού τμήματος της Μακεδονίας (το 39% ανήκει στα Σκόπια και το 51% στην Ελλάδα), θεωρούν ότι οι κάτοικοι έχουν βουλγαρική ρίζα και ότι έχουν δικαιώματα στην περιοχή.
Οι Σέρβοι θεωρούν ότι ιστορικά η περιοχή, τουλάχιστον μέχρι λίγο πριν από το Μοναστήρι τους ανήκει και ότι η ύπαρξη του κράτους είναι απλώς απόρροια της πολιτικής του Τίτο.
Και οι Έλληνες; Οι Έλληνες έχουν δικαιώματα σε μια περιοχή που ένα καπρίτσιο της ιστορίας δεν θέλησε να ελευθερωθεί το Μοναστήρι το 1912 από τον Ελληνικό Στρατό, καθώς –σωστά- ο Κωνσταντίνος Α΄ έδωσε εντολή να επιστρέψει ο Στρατός στη Θεσσαλονίκη για να προλάβει να την ελευθερώσει πριν από τα Βουλγαρικά Στρατεύματα που ήδη εκινούντο προς την πόλη;
Στα Σκόπια, σύμφωνα με την τελευταία επίσημη απογραφή (2002), ο συνολικός πληθυσμός της χώρας ήταν 2.022.547 άτομα, των οποίων η εθνικότητα κατανέμεται ως εξής: 1.297.981 ή το 64% δηλώνουν Σλαβομακεδόνες, 509.083 ή 25,2% δηλώνουν Αλβανοί, 77.959 ή 3,9 % δηλώνουν Τούρκοι, 53.879 ή 2,7% δηλώνουν Ρομά, 35.939 ή 1,8% δηλώνουν Σέρβοι, 17.018 ή 0,8% δηλώνουν Βόσνιοι, 9.695 ή 0,5% δηλώνουν Βλάχοι και οι υπόλοιποι 20.993 δεν δηλώνουν καμία από τις προηγούμενες κατηγορίες. (Στοιχεία από Wikipedia)
Εύλογα, ωστόσο, κάποιος μπορεί να διερωτηθεί: «μα καλά το 1912, ο Κωνσταντίνος Α΄ με τον ελληνικό Στρατό γιατί είχαν κινήσει προς Μοναστήρι; Υπήρχαν Έλληνες εκεί; Και αν υπήρχαν τι απέγιναν;»
Στην απογραφή του 2002 η τότε κυβέρνηση των Σκοπίων είχε απαγορεύσει στους πολίτες να δηλώσουν Έλληνες ή Βούλγαροι. Για το λόγο αυτό δεν είχε και αντίστοιχη επιλογή («κουτάκια») στο απογραφικό δελτίο. Ωστόσο, κατά την απογραφή του 1941, η οποία έγινε με ευθύνη των Γερμανικών στρατευμάτων κατοχής, και άρα είναι πλέον αντικειμενική, επί συνόλου 800.000 πληθυσμού κατεγράφησαν 100.000 Έλληνες το γένος, Χριστιανοί Ορθόδοξοι στο θρήσκευμα, δηλαδή το 12% του πληθυσμού.
Η απογραφή του 1951 έδωσε ότι το ελληνικό στοιχείο ανέρχεται σε 158.000 άτομα. Εξ αυτών 25.000 είναι Έλληνες γηγενείς κάτοικοι Μοναστηρίου, 100.000 βλαχόφωνοι Έλληνες (Γκρέκ), 3.000 Έλληνες Σαρακατσαναίοι και 32.000 Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες του εμφυλίου. Δηλαδή, το 18% του εξ 900.000 (τότε) πληθυσμού.
Είναι γεγονός ότι τα στοιχεία αυτά ενόχλησαν τις αρχές των Σκοπίων οι οποίες υποχρέωσαν τους Έλληνες να δηλώνονται «Μακεδόνες» ή το πολύ «Βλάχοι».
Τα απογραφικά στοιχεία του 1961 και 1971 είναι απολύτως ασαφή από την προσπάθεια των Σκοπιανών να μειώσουν τη δύναμη των Ελλήνων.
Με την απογραφή όμως του 1991 παρ΄ ότι δεν κοινοποιήθηκαν λεπτομερή απογραφικά στοιχεία, εν τούτοις στον αντιπολιτευόμενο Τύπο δημοσιεύθηκαν πληροφορίες περί του ότι ποσοστό άνω του 12% από τα 2.200.000 των κατοίκων, δήλωσε ότι έχει ελληνική εθνική συνείδηση. Κανείς δεν ξέρει ωστόσο ποιος είναι ο πραγματικός αριθμός.
Το 1991 όταν τα Σκόπια κήρυξαν την ανεξαρτησία τους, η Βουλγαρία είχε καταθέσει υπόμνημα στον ΟΑΣΕ λέγοντας ότι στο νέο αυτό κράτος κατοικούν 2.000.000 Βούλγαροι και 200.000 Έλληνες!!!
Ο πρώτος πρόεδρος των Σκοπίων Κίρο Γκλιγκόροφ, ο οποίος είχε παραδεχθεί ότι οι κάτοικοι της χώρας του είναι απόγονοι Σλάβων και δεν έχουν καμία σχέση με τον Μέγα Αλέξανδρο, φέρεται να έχει δηλώσει σε τσεχική εφημερίδα ότι στο κράτος του κατοικούν 100.000 πολίτες ελληνικής καταγωγής.
Ο αείμνηστος πρώην υπουργός Άμυνας της Κύπρου Τάσος Μητσόπουλος στις 17/7/2008 στη «ΣΗΜΕΡΙΝΗ» της Λευκωσίας είχε δηλώσει: «Την περίοδο 1989-1993, όταν υπηρετούσα ως ειδικός σύμβουλος στο ελληνικό ΥΠΕΞ, είχα λάβει ρητές οδηγίες από την προϊσταμένη μου υφυπουργό Βιργινία Τσουδερού να ασχοληθώ με το θέμα της ελληνικής μειονότητας στα Σκόπια. Εχοντας πολύτιμους συμπαραστάτες στην αποστολή μου αυτή επιφανείς καθηγητές και επιστήμονες, αλλά και θερμούς και συνετούς πατριώτες, ταξίδεψα αρκετές φορές στην ΠΓΔΜ και κυρίως στην περιοχή του Μοναστηρίου.
Ήρθα σε επαφή, λαμβάνοντας πάντα τις σχετικές προφυλάξεις, με δεκάδες Έλληνες των Σκοπίων, οι οποίοι με δάκρυα στα μάτια και πόνο ψυχής μού εξιστορούσαν τις διώξεις που υπέστησαν, την αφόρητη πνευματική τρομοκρατία που γνώρισαν προκειμένου να απαρνηθούν τις ρίζες, την ταυτότητα, την πίστη τους και να γίνουν δηλωσίες· να αποδεχθούν δηλαδή ότι δεν υπήρξαν ποτέ Έλληνες αλλά Σλαβομακεδόνες.
Συγκέντρωσα υλικό που κατέγραφε τη συστηματική προσπάθεια αλλοίωσης των φυλετικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών των Ελλήνων μειονοτικών… Πίσω από κάθε μικρή ή μεγάλη ιστορία κρύβονταν απίστευτες προσωπικές περιπέτειες και ανείπωτες δοκιμασίες, που γράφτηκαν με πολύ πόνο, αίμα και δάκρυ.
Οικογένειες που ξεκληρίστηκαν, άνδρες που βιαίως εκτοπίστηκαν, ονόματα που εκσλαβίστηκαν, ακόμη και κοιμητήρια ολόκληρα που ισοπεδώθηκαν… Και όλα τούτα, σε μια προσπάθεια να εμπεδωθεί παντί τρόπω η θέση ότι οι Μακεδόνες είναι Σλάβοι και όχι Έλληνες»!
Εκείνο που θεωρείται βέβαιο λοιπόν είναι ότι στα Σκόπια υπάρχουν πολίτες που σε συνθήκες πλήρους ελευθερίας θα δήλωναν την ελληνική καταγωγή τους, πολύ περισσότερο αν αυτή τους έδινε συγκεκριμένα προνόμια στη χώρα μας που είναι μέλος της ΕΕ.
Η υπεράσπιση των συμφερόντων τους δεν πρέπει να θεωρηθεί επιθετική πολιτική έναντι των Σκοπίων αλλά αναφαίρετο δικαίωμα και υποχρέωση της χώρας μας.
Το ερώτημα ωστόσο που προκύπτει -και με δεδομένο ότι η σημαντική αναβάθμιση των Αλβανών στην πολιτική σκηνή της χώρας τείνει να καταστήσει το αλβανικό στοιχείο καθοριστικό για την συνέχιση ύπαρξης του κράτους των Σκοπίων- ως πότε θα συνεχίσει να υφίσταται αυτό το κράτος; Και τούτο γιατί αν οι Αλβανοί των Σκοπίων αποφασίσουν ότι πρέπει να ενωθούν με την Αλβανία κανένας δεν θα μπορέσει να τους σταματήσει και πάντως δεν θα μπορέσουν οι «σλαβομακεδόνες» των Σκοπίων που είναι πολιτικά διχασμένοι.
Η πρόταση λοιπόν της Ελλάδος για αναγνώριση της χώρας τους με σύνθετη ονομασία, erga omnes και αλλαγή του Συντάγματος για να εξαλειφθεί πλήρως κάθε αλυτρωτική τάση, είναι μια πρόταση που ανοίγει το δρόμο για την ένταξη των Σκοπίων σε διεθνείς οργανισμούς και συγκεκριμένα στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ.
Το ερώτημα είναι αν αξίζει τον κόπο να παραχωρήσει κανείς – έστω και με αυτόν τον πλάγιο τρόπο της σύνθετης ονομασίας- ένα κομμάτι της ιστορίας του προκειμένου να μη διαλυθούν τα Σκόπια και ανοίξει ο Ασκός του Αιόλου στην περιοχή των Βαλκανίων.
Υπό συνθήκες λογικής τα Σκόπια θα έπρεπε να προτείνουν από μόνα τους ένα όνομα που δεν θα έχει καμία σχέση με την ονομασία της Μακεδονίας, υπό τον όρο της άμεσης ένταξής τους στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, ώστε μέσω των συγκεκριμένων διεθνών οργανισμών να εγγυηθεί η ακεραιότητα και η βιωσιμότητά τους. Γιατί ούτε η Βουλγαρία, μέλος της ΕΕ, ούτε η Αλβανία και η Σερβία που φιλοδοξούν να γίνουν μέλη, θα αμφισβητούσαν τα σύνορα ενός άλλου μέλους της ΕΕ, καθώς αυτός είναι όρος απαραβίαστος για τη συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Για να γίνει κατανοητό όμως αυτό η Ελλάδα θα έπρεπε να ακολουθεί σε αυτήν την τελευταία διαπραγμάτευση, μια άλλη τακτική, όχι τόσο συγκαταβατική. Μια πολιτική που ως κύριο στοιχείο της θα έπρεπε να έχει και την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των ελληνικής καταγωγής κατοίκων του κράτους των Σκοπίων. Μια πολιτική που θα κάνει τα Σκόπια να κατανοήσουν ότι η μόνη χώρα στην οποία μπορούν να στηριχθούν για να επιβιώσουν ως κράτος είναι η Ελλάδα. Επιχειρήματα υπάρχουν. Αρκεί να διατυπωθούν με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι πειστικά και οι Σκοπιανοί να καταλάβουν ότι η ταυτότητά τους δεν έχει καμία σχέση με τα κομμουνιστικά παραμύθια περί «μακεδονικού έθνους». Διαφορετικά η Ελλάδα θα πρέπει να έχει στο σχεδιασμό της και το ενδεχόμενο να βρεθεί σε μια αναπόφευκτη διάλυση του κράτους των Σκοπίων, αφού τίποτα στον κόσμο –ούτε τα κράτη- δεν μπορούν να στηριχθούν για πάντα σε ένα ψέμα.