Guest

Συνδικαλιστικές σαπουνόφουσκες

 

       Αν τα πράγματα δεν ήσαν τόσο σοβαρά στη χώρα μας, η παραπάνω ανακοίνωση θα ακούγονταν σαν αστείο. Αντί το Δ.Σ. να προσπαθήσει να βρει τρόπους ώστε τα μέλη του να ξεπεράσουν όσο πιο ανώδυνα τις σημερινές δυσκολίες, βάζει σαν στόχο των ενεργειών του, άκουσον..άκουσον..,την ανατροπή της «πολιτικής του μνημονίου». Μα, είναι σοβαρά πράγματα αυτά; Είναι σοβαρές αυτές οι αποφάσεις οργανισμών που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα δεινοπαθούντων εργαζομένων; Ξέρει τρόπους το Δ.Σ. που θα μπορούσε να ανατρέψει τις διεθνείς συνθήκες και την ίδια ώρα θα είχε χρήματα για να μη μειωθούν οι μισθοί; Αν το ξέρουν γιατί δεν πληροφορούν τη κυβέρνηση. Ας σοβαρευτούμε λίγο. Το να είσαι ηγέτης μιας ομάδας εργαζομένων, και μάλιστα σήμερα, δεν είναι μόνο τιμή αλλά και βαριά ευθύνη, την οποία, όπως φαίνεται, δεν τη παίρνουν πολύ σοβαρά. Απελπισμένοι άνθρωποι που αναμένουν από τους ηγέτες τους καθοδήγηση για το πως θα προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες λιτότητας που επιβάλει η περίσταση, αναγκάζονται να ακούνε μεγαλοπρεπείς σαπουνόφουσκες. Είναι καθαρή κοροϊδία. Είναι λόγια που αποσκοπούν να εντυπωσιάσουν και να κρύψουν την ανικανότητά των ηγετών να πάρουν μέρος σε ένα σοβαρό διάλογο, αφού στερούνται παντελώς εποικοδομητικών προτάσεων για αποτελεσματικές λύσεις. Και η πιο εύκολη και νταϊλίτικη λύση είναι η «απεργία».

       Είναι ντροπή ότι τα κίνητρα για κινητοποιήσεις, που κάθε μέρα ανελλειπώς ταλαιπωρούν την Ελληνική κοινωνία, δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντα των εργαζομένων, αλλά για την ανάδειξη συνδικαλιστικών αστέρων. Είναι γνωστή η συνταγή για το πως θα ανέβεις τη συνδικαλιστική κλίμακα για να φτάσεις στη Βουλή ή σε κάποια επίζηλη δημόσια καρέκλα. Αρχίζει από πρόεδρος συλλόγου, σε πρόεδρο ομοσπονδίας, συνομοσπονδίας και με λίγη τύχη, βουλευτής. Στη διαδρομή όμως πρέπει να αναπτύσσουν δραστηριότητες που κάνουν θόρυβο (όσο πιο άδειος ο τενεκές, τόσο με γαλύτερος ο θόρυβος), όπως η προσπάθεια για την «ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών». Ή «δεν θα περάσει», ή «δεν θα το επιτρέψουμε». Δηλαδή, δημιουργούν την ελπίδα στα μέλη ότι οι κινητοποιήσεις θα λύσουν όλα τα προβλήματά τους, αφού ξέρουν πολύ καλά ότι τίποτα απο αυτά που διακηρύττουν δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί. Εν τω μεταξύ, όχι μόνο οι ίδιοι, αλλά όλη γενικά η κοινωνία και η οικονομία υποφέρουν από το χάος που προκαλούν οι απεργίες για την απεργία. Μια κατάσταση που τη ζούμε μάλιστα και σήμερα. Μια καθαρή σπατάλη χρόνου και εθνικού προϊόντος.

       Το δυστύχημα στη προκειμένη περίπτωση(Δ.Ο.Ε.) είναι ότι τα μέλη αποδέχονται τις νεφελώδεις αλλά μεγαλοπρεπείς αυτές υποσχέσεις της ηγεσίας των και παραδέχονται ότι αυτοί οι μεγαλεπίβολοι σκοποί είναι πραγματοποιήσιμοι, με αποτέλεσμα το παράλογο να φαίνεται λογικό και να ακολουθούν την ηγεσία τους σε μια πορεία που δεν οδηγεί πουθενά. Και αναρωτιέται κανείς, πως είναι δυνατόν μορφωμένοι και συνετοί άνθρωποι να αποδέχονται αβασάνιστα τέτοιες εξωφρενικές επιδιώξεις και να προβαίνουν σε κινητοποιήσεις που καταλήγουν χωρίς αντικείμενο; Και μάλιστα όταν πρόκειται περί δασκάλων, τους οποίους τα παιδιά μας βλέπουν σαν πρότυπα και υποδείγματα προς μίμηση.

       Είναι δυστύχημα ότι η συνδικαλιστική ηγεσία δεν μπόρεσε να αποβάλει την εσφαλμένη αντίληψη ότι ο συμβιβασμός αποτελεί διαπραγματευτική ήτα και ότι η απεργία και η κοινωνική αναστάτωση αποτελεί το μόνο τρόπο ανάδειξης των αιτημάτων των εργαζομένων. Το «όλα ή τίποτα», μια στρατηγική που ακολουθούν σήμερα σχεδόν όλες οι συνδικαλιστικές ηγεσίες, καταλήγει εις βάρος του κύρους τους, αφού μέχρι τώρα δεν μπόρεσαν να ικανοποιηθούν κανένα από τα αιτήματά τους. Αν η συνδικαλιστική ηγεσία δεν γίνει ρεαλιστική και αν συνεχίσει να επιμένει σε παλιές τακτικές που την εποχή της μεταπολίτευσης αποδείχτηκαν επιτυχείς, πολύ φοβάμαι ότι θα καταντήσει άσχετη (irrelevant) και, επομένως, άχρηστη (useless). Κάτι που θα αποβεί καταστρεπτικό για το εργατικό κίνημα.

       Η σχέση εργοδοσίας και εργαζομένου είναι αλληλοεξαρτόμενη. Δεν μπορείς να έχεις εργοδότη χωρίς εργαζόμενο, αλλά, πολύ περισσότερο, δεν μπορεί να υπάρξει εργαζόμενος χωρίς ευημερούντα εργοδότη. Επομένως ο ένας εξαρτάται από τον άλλον. Τούτου δεδομένου, είναι λογικό ο εργοδότης και ο εργαζόμενος πρέπει να διαλέγονται και αμφότεροι να φροντίζουν για την υγεία της επιχρείρησης. Και αυτό είναι βασικά το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε σήμερα σαν κοινωνία. Στη χώρα μας έχει επικρατήσει η εσφαλμένη αντίληψη ότι σε μια δημοκρατία ο πολίτης έχει μόνο δικαιώματα και καμιά υποχρέωση, με αποτέλεσμα η συνδικαλιστική ηγεσία και ο εγαζόμενος να αδιαφορούν για την υγεία της επιχείρησης και με τις απεργίες χωρίς αντικείμενο, να πριονίζουν το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται.

Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Ο Κωνσταντίνος Λυκογιάννης, είναι συνταξιούχος επιχειρηματίας και διαμένει στη Νέα Υόρκη. Γεννήθηκε στο Νομό Ηλείας πριν 90 χρόνια και πριν φύγει για την Αμερική, ήταν υποδιευθυντής του υποκαταστήματος της Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας στη Κηφισιά και ασχολείται με το γράψιμο ερασιτεχνικά.

Συνδικαλιστικές σαπουνόφουσκες

του Κωνσταντίνου Λυκογιάννη.   

   «Το Δ.Σ. της Δ.Ο.Ε.(;) με εισήγησή του προς τους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, εκφράζει την αντίθεσή του στη πολιτική του μνημονίου και δείχνει τη πρόθεσή του να συνεχίσει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια συντονισμού και κοινής δράσης των εργαζομένων, των ανέργων, των συνταξιούχων και των νέων για την ανατροπή αυτών των πολιτικών». Αυτή τη νεφελώδη και μεγαλοπρεπή ανακοίνωση διάβασα στη τελευταία σελίδα της εφημερίδας ΠΑΤΡΙΣ Πύργου της 17.1.13. και έμεινα έκληκτος από το μέγεθος της πομφόλυγας που τέθηκε σαν σκοπός της εν λόγω συνδικαλιστικής οργάνωσης.

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο