Guest

Σήμερα είναι …κομπλέ!

 

Το ξέρω ότι είσαστε έτοιμοι να αντιδράσετε με την καταστροφή της γλώσσας, φαντάζομαι ότι δεν είμαι ο μόνος που έχω ακούσει αυτό το κομπλέ, αλλά αν θέλετε να αντιδράσετε για τα δεινά της ελληνικής γλώσσας σας βεβαιώ ότι υπάρχουν πολύ πιο σημαντικά πράγματα να αντιδράσετε και πλην πολύ ολίγων οι περισσότεροι δεν κάναμε τίποτα. Τα θεωρήσαμε μάλιστα εκμοντερνισμό και ‘ευκολία’. Για παράδειγμα η κατάργηση των τόνων.

Τα ελληνικά ήταν μια τραγουδιστή γλώσσα και πραγματικά εξαγριώνομαι κάθε φορά που κάποιος μου λέει πόσο τραγουδιστά είναι τα ιταλικά και τα γαλλικά. Στα ελληνικά όμως οι τόνοι έδιναν τον ρυθμό. Υπήρχε λόγος για την δασεία όπως και για την βραχεία. Υπήρχε λόγος για την περισπωμένη και γιατί το αυγό δεν ήταν αβγό! Αλλά δεν είπαμε τίποτα τότε και τώρα που κάποιοι μάλιστα ζητάνε να κάνουμε όλα τα “ι” ένα, πάλι δεν θα πούμε τίποτα. Γιατί τα πολλά “ι” μπερδεύουν. Και μην αρχίσω τώρα για το ‘νι’, αμ το ‘ν’ του Ελύτη. Γιατί τότε θα πεθάνει η πιο αρχαία τραγουδιστή και φωνητική γλώσσα. Τότε είναι που δεν θα γίνουμε ποτέ κομπλέ.

Είπαμε λοιπόν, το κομπλέ είναι μια λέξη εγκλωβισμένη και περιορισμένη χρονικά εκφράζοντας κάτι πολύ συγκεκριμένο που στο μέλλον μόνο αυτή η γενιά θα καταλαβαίνει απόλυτα. Να πούμε!

Αυτό το “να πούμε” το θυμόσαστε; Είναι συνδεδεμένο με τη δική μου γενιά και κυριάρχησε εκεί κάπου στα μέσα του 80 έχοντας ξεκινήσει από τις αρχές της δεκαετίας και έμπαινε στην αρχή και στο τέλος κάθε πρότασης κάνοντας την συζήτηση πολλές φορές μια αδιάκοπη επανάληψη ενός “να πούμε.” μάλιστα αυτό το ‘να πούμε’ κάποια στιγμή στα μέσα του 80 συνδέθηκε και με πολύ συγκεκριμένο πολιτικό χώρο δημιουργώντας το κύριο ‘να πούμε’ και την κυρία 2 ‘να πούμε’. Πριν το ‘να πούμε’ υπήρχε το ‘πραγματικά’ και πριν από αυτό υπήρχε το ‘προφανώς’. Βλέπετε λοιπόν ότι λέξεις σαν αυτό το ‘κομπλέ’ υπήρχαν πάντα;

Παράλληλα, γιατί σας βλέπω πάλι έτοιμους να μου την πείτε να πούμε, υπήρχαν και λέξεις κομπλέ ξένες είτε από τα αγγλικά από τα γαλλικά ή τα τουρκικά. Την δεκαετία του 80 όλα ήταν anyway και ήταν μια λέξη που έμπαινε παντού. Στη δική μου γενιά ανακαλύψαμε το ρεμπέτικο και το βάλαμε στα σαλόνια μας και στις κασέτες που μας αντέγραφαν τα δισκάδικα. Εμείς πήγαμε απ’ ευθείας από τους Πολ, Τζον, Τζορτζ και Ρίνγκο στη Σωτηρία Μπέλου και κάπου εκεί όλα γίνανε ‘ντεμέκ’.

Έτσι λοιπόν λίγο μετά την αρχή της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα γίναμε κομπλέ. Γίναμε κομπλέ γιατί είμαστε οκ και γίναμε κομπλέ γιατί το πιάσαμε. Γίναμε κομπλέ γιατί νιώσαμε και γίναμε κομπλέ γιατί είναι προφανές και πραγματικό. Γίναμε κομπλέ γιατί το είχαμε σηκώσει το τιμημένο και γίναμε κομπλέ για την Ελλάδα ρε γαμώτο. Κομπλέ και η ειρωνεία που κρύβουν τόσο πετυχημένα αυτές οι λέξεις. Γίναμε κομπλέ για τον γκόμενο με το καγιέν και γίναμε κομπλέ με την γκόμενα της μοέτ με το μαλλί της Ριχάνα.

Δεν μιλάω καμιά ξένη γλώσσα εδώ. Μιλάω για μια γενιά που ψάχνει απελπισμένα τρόπους να γίνει complete (ολοκληρωμένος) και γνωρίζοντας ότι αυτό δεν θα γίνει ποτέ κινείται στο όρια του κομπλέ σε μια σχιζοφρενή κοινωνία που είναι πολύ μακριά από κάθε έννοια ολοκληρωμένου. Και πως να νιώθεις ολοκληρωμένος σε μια κοινωνία που έρευνες δείχνουν την Χρυσή Αυγή να παίρνει διψήφιο ποσοστό σε πιθανές επόμενες εκλογές; Εκεί που κάποιοι χρησιμοποιούν σαν σκλάβους μετανάστες και όταν οι σκλάβοι ζητούν το ελάχιστο μίσθωμα τους πυροβολούν; Εκεί που αποτύχαμε εμείς οι μεγαλύτεροι να τους προστατεύσουμε; Εκεί μόνο κομπλέ θα μπορούσαν να νιώσουν. Με όλη την απαιτούμενη ειρωνεία.

Στη Μανωλάδα γίναμε τελείως κομπλέ αυτές τις μέρες. Αφού κάποιος προσέλαβε ξένους με την απόλυτη επίγνωση ότι έπαιρνε σκλάβους με μεροκάματο πείνας και χωρίς καμία νόμιμη διαδικασία μετά αποφάσισε ότι δεν χρειαζόταν καν να τους πληρώσει, και τι έκανε; Έβγαλε τα τουφέκια και άρχισε να πυροβολεί εν ψυχρώ κι όποιον πάρει ο χάρος. Ευτυχώς ο χάρος δεν πήρε κανένα μαζί του αλλά άφησε πίσω του πολλούς λαβωμένους. Κι εγώ δεν διαφωνώ, δεν είναι όλοι στη Μανωλάδα έτσι κι ο συγκεκριμένος είναι γνωστός και αυτό που έκανε δεν ξάφνιασε κανένα. Το θέμα όμως είναι ότι αυτός ο κύριος θεώρησε ότι μπορεί, τον παίρνει να κάνει ότι έκανε, γιατί στην Ελλάδα το κομπλέ και του ντεμέκ μπορεί να βγαίνει βουλευτής του ελληνικού κοινοβουλίου στη τηλεόραση και να ενθαρρύνει παραδειγματίζοντας τέτοιες κινήσεις.

Πόσο αλήθεια γλωσσικά κομπλέ νιώθουμε με την ντεμέκ καθαρεύουσα του Κασιδιάρη, του Μιχαλολιάκου και του Παππά που εκτελούν με βασανιστήρια την ελληνική γλώσσα; Μωρέ τελείως κομπλέ να πούμε.

Αυτά που έγιναν στη Μανωλάδα δεν είναι πρωτοφανή και για πολλούς ούτε έκπληξη. Είναι η εξέλιξη μιας συνεχώς κατρακύλας που ξεκίνησε από τη στιγμή που ο ρατσισμός και φασισμός αντί για χλεβαζόμενοι παριές γίνανε κοινωνικά αποδεκτοί με μεγάφωνα στα σπίτια μας μέσω της τηλεόρασης. Και δεν έχει σημασία αν σας αρέσουν η όχι από τη στιγμή που υπάρχουν στην οθόνη και η φωνή τους στα αυτιά μας τρύπωσαν στη ζωή μας. Και χτες ήταν πυροβολισμοί, προχτές ξυλοδαρμοί και πριν από μερικές μέρες βιασμοί. Τι ακολουθεί; Κομπλέ;

Κομπλέ λοιπόν η νέα γενιά, κομπλέ η σημειολογική αντίδραση τους σε ένα ξημέρωμα με ματωμένες αυγές. Κομπλέ η νέα γενιά σε ένα μέλλον κάθε άλλο από ολοκληρωμένο. Κομπλέ γιατί ακόμα κι έτσι μπορούν να ονειρεύονται και τουλάχιστον να είναι κομπλέ οι στιγμές τους όσο μικρές κι αν είναι.

Κι κάπως έτσι πήρα μια βαθιά ανάσα και την επομένη φορά που με ρώτησαν πως είμαι και τι νιώθω απάντησα κομπλέ!

*************************************************

Αντωνάκη τι κάνεις; Είσαι καλά; Το σπίτι, η οικογένεια; Όλοι καλά; σε χάσαμε βρε παιδί μου, μήπως αγόρασες κι εσύ play-station; Κομπλέ!!!

*************************************************

Δεν το ξέρετε αλλά στη Σκανδιναβία ήρθε ο ήλιος. Καλά, όχι και κάθε μέρα βρε θρασύτατοι!!!

Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Θάνος Καλαμίδας, ένας Έλληνας στο Παρίσι και στο Λονδίνο και στο Βερολίνο και στο Τόκιο και τελευταία στο Ελσίνκι. Για εικοσαετία ελεύθερος σκοπευτής και αναλυτής για Βρετανικά μέσα με ανταποκρίσεις από τη Νότια Αφρική μέχρι την Κίνα, από την Νικαράγουα μέχρι το Σουδάν. Τα τελευταία χρόνια αναλυτής για Σκανδιναβικά, Βρετανικά και Γαλλικά έντυπα σε θέματα που κυρίως αφορούν την ευρωπαϊκή κοινότητα.

Σήμερα είναι ...κομπλέ!

του Θάνου Καλαμίδα.

 

Κομπλέ. Την πρώτη φορά που άκουσα την έκφραση ζαλίστηκα. Κομπλέ; Πόσο κομπλέ; Τι είναι κομπλέ και πότε έγινε κομπλέ; Τι θέλει άραγε να πει ο ποιητής και πότε έχασα το επεισόδιο; Και θυμήθηκα, να πούμε!

Δεν έχω καμιά διάθεση να παραπονεθώ για την 'καταστροφή' της ελληνικής γλώσσας, και πιστεύω ότι όλες αυτές οι 'μοντέρνες' λέξεις έχουν τη σημειολογία τους. Και πολλές φορές κρύβουν και την ειρωνεία τους. Σαν αυτό το κομπλέ που ακούω για μέρες τώρα από παιδιά και νέους. Όχι μόνο έχουν την σημειολογία τους αλλά και τη σημαντικότητα τους. Προσδιορίζουν μια πολύ συγκεκριμένη γενιά χρονικά. Εγκλωβίζουν τον χρόνο και τον κάνουν δικό τους, απόλυτα.

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο