γράφει ο Νίκος Γκίκας.
Η κατάρρευση των κεντροαριστερών κομμάτων σε ολόκληρη την Ευρώπη είναι μια πραγματικότητα. Η εστίαση σε διχαστικά πολιτιστικά ζητήματα πολυφυλετικού συνασπισμού παρά σε αναπτυξιακά οικονομικά ζητήματα, οδήγησε την εργατική τάξη και κύρια τη μεσαία να τα εγκαταλείψει και σήμερα να εκπροσωπούνται από τις παγκοσμιοποιημένες “προοδευτικές” ελίτ.
Οι Ζαν-Λυκ Μελανσόν, Όσκαρ Λαφοντέν, Στέφανο Φασίνα, Τσέζαρε Σάλβι, Βαρουφάκης, Παπανδρέου, Κωνσταντοπούλου, Παπαδημούλης και Κόκκαλης είναι χαρακτηριστικές περιπτώσεις. Στην οικονομική κρίση 2008-2013 είδαν το τέλος του καπιταλισμού και επομένως τη σοσιαλιστική ευκαιρία κατάληψης της εξουσίας, ενώ στη διαρκή μεταναστευτική κρίση την κατάλυση του εθνικού κράτους και την ολοκλήρωση των κομμουνιστικών μανιφέστων του προλεταριασμού. Οικειοποιήθηκαν τον “μαγικό ρεαλισμό” που βρίσκει γόνιμο έδαφος σε ταλαιπωρημένες κοινωνίες, επιδιώκοντας να συμβιβάσουν το λαϊκισμό και το πολιτικά αλλόκοτο ως μέρος της καθημερινότητας.
Η ρητορική τους μετακινήθηκε από τον εργάτη στο μετανάστη, από τον πολίτη και το λαό στον όχλο και τα ανοιχτά σύνορα, από την ανάπτυξη στο μικρότερο αποτύπωμα και από την ευνομία και τάξη στην αναταραχή και το πλιάτσικο.
Ο λαϊκισμός προσέδωσε ένα πρόσκαιρο ριζοσπαστισμό στα ιδεολογήματα αυτά αλλά τα αποτελέσματα ήταν τραγικά για τους λαούς της Ευρώπης και κύρια για τη χώρα μας όπου την κρίση πλήρωσε βάναυσα ο ιδιωτικός τομέας και οι εργαζόμενοι σε αυτόν. Οι τραγικά εσφαλμένες εκτιμήσεις τους τόσο για τις εναλλαγές στο οικονομικό πεδίο όσο και κύρια για την έννοια του εθνικού κράτους τους οδήγησαν στην παρακμή.
Στην πραγματικότητα ουδέποτε είχαν μια βιώσιμη σοσιαλιστική πολιτική ως ένα είδος συνδετικού ανταγωνισμού απέναντι στις προκλήσεις του καπιταλισμού. Σήμερα οι πολίτες αναγνωρίζουν τις παγκόσμιες παραδοχές της κρίσης και τις βεβαιότητες της κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης. Οι νεότερες γενιές μάλιστα αντιλαμβάνονται την τετριμμένη αριστεροσύνη ως ιδεοληπτική πολιτική κοινωνικοποίησης των κρίσεων.
Η παρακμή της παραδοσιακής εργασίας, η παγκοσμιοποίηση και τα τεχνολογικά άλματα, κάνουν σαφές πως πέρα από την ενοποίηση των αγορών θα πρέπει να σχεδιαστούν νέα μοντέλα παραγωγής, εργασίας και κατανομής πλούτου που θα ευνοούν την ευρωπαϊκή ενοποίηση και θα ανταπεξέρχονται στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Περισσότερος δημόσιος χώρος απαιτείται, κοινωνικές βεβαιότητες και ευελιξίες επίσης αλλά και μεγαλύτερος θεσμικός έλεγχος για εξάλειψη των φορέων του λαϊκισμού, που επιδιώκουν υποκριτικά να επιστρέψουν την εξουσία πίσω στο λαό.
Ο γενικότερος εκφυλισμός των αριστερών ιδεολογιών τον 21ο αιώνα καταδεικνύει την απώλεια επαφής με τη σύγχρονη κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα. Απέτυχαν να πείσουν τους πολίτες για ανάπτυξη, κοινωνική δικαιοσύνη, απασχόληση και βιώσιμες δαπάνες στην υγεία και τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα.
Η αναζήτηση αφηγήματος περνάει από τις συμπληγάδες του ορθολογισμού, την αποδοχή της εθνικής ετερότητας στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον και κύρια την οικονομική ειλικρίνεια. Στοιχεία που η ευρωπαϊκή αριστερά και κύρια η εγχώρια προσώρας δεν διαθέτει.