Το κερασάκι στο πελατειακό αλισβερίσι είναι οι μετακλητοί στα πολιτικά γραφεία των μελών της κυβέρνησης. Αυτοί είναι οι «σημαντικοί δικοί μας» που πρέπει, έναντι μιας δημόσιας αντιμιθίας, να διεκπεραιώσουν ομού μετά των κυβερνητικών στελεχών την πολιτική/οργανωτική/οικονομική ατζέντα του κόμματος. Το καθεστώς των μετακλητών είναι εκείνο του δημοσίου υπαλλήλου, με μόνη διαφορά την περιορισμένη θητεία του, που λήγει μαζί με την θητεία του πολιτικού προσώπου στο οποίο έχει χρεωθεί. Αυτή η πατέντα να θεσμοθετήσουν τα «πολιτικά γραφεία» των υπουργών ως δημόσιες υπηρεσίες- μ’ άλλα λόγια να φορτώσουν στον Έλληνα φορολογούμενο το κόστος τους- εφευρέθηκε από τους υπουργούς του Α. Παπανδρέου (με πρωτεργάτη τον Τσοχατζόπουλο) το 1985. Στην πορεία των 30 χρόνων, ο αριθμός των συμβούλων κυμαινόταν γύρω στους χίλιους, οπότε με δεδομένο ότι οι κυβερνήσεις είχαν περι τους 40 υπουργούς αντιστοιχούσαν 25 στον καθένα. Όσοι αυτά τα χρόνια διαμαρτύρονταν για το ρόλο της παρα-διοίκησης των μετακλητών, συναντούσαν την εύλογη ένσταση «μα, πως θα διοικήσει ο υπουργός χωρίς τους δικούς του; Ποιον να εμπιστευθεί;». Προφανώς, ήταν αναξιόπιστοι και οι 700.000 δημόσιοι υπάλληλοι.
Όλ’ αυτά ισχύαν, ωστόσο, μέχρι την εμφάνιση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Όταν άρχισαν να στελεχώνουν, μαζικά, τα πολιτικά γραφεία, αρκούσε να επικαλούνται το «ηθικό πλεονέκτημα» της αριστεράς. Όταν αποφάσισαν να αμοίψουν τους μετακλητούς με το υψηλότερο μισθολογικό κλιμάκιο της κατηγορίας τους (17ο, τουτέστιν 2036 ευρώ μηνιαίως επιβαρύνοντας με 28.585.440 ευρώ ετησίως τον προϋπολογισμό) προσπέρασαν, περιφρονητικά, την κριτική της αντιπολίτευσης λέγοντας ότι κι άλλοι πρωθυπουργοί έχουν πολιτικά γραφεία. Όταν τους απαντούσαμε ότι δεν υπάρχει στην Ευρώπη η πολυσχιδής ελληνική δομή υποστήριξης του πρωθυπουργού με 5 Γενικές Γραμματείες με 5 Υπουργούς (Παππάς, Φλαμπουράρης, Κουικ, Γεροβασίλη και Δραγασάκης) μας ειρωνεύονταν. Όταν συνεχίζοντας το κρεσέντο των προσλήψεων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα φθάσαμε να έχουμε περισσότερες προσλήψεις στον τελετυταίο χρόνο (27.700) από αποχωρήσεις (22.275), ψεύδονταν ενώπιόν μας στη Βουλή.
Όταν, όμως, η κυρία Γεροβασίλη αποκάλεσε «πολιτικό αλήτη» τον Σταύρο Θεοδωράκη, επειδή αποκαλύψε τον ρόλο πολλών εξ αυτών των εμμίσθων ως υβριστών και συκοφαντών των πολιτικών τους αντιπάλων. Τότε αποκαλύφθηκε- και σε μένα- μια επικίνδυνη μετάλλαξη του πελατειασμού: Δεν πρόκειται, πια, για το αθώο βόλεμα σε μια θεσούλα του δημοσίου αλλά για ένα οργανωμένο σχέδιο δημιουργίας πραιτωριανών ενός παρακράτους. Χρησιμοποώντας ως μανδύα την κοινοβουλευτική παρουσία ενός κόμματος που δείχνει με κάθε τρόπο την δυσανεξία του απέναντι στους θεσμούς και την Δημοκρατία, οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ετοιμάζονται να υπεραμυνθούν των «εχθρών του λαού».
Χρέος όλων των δυνάμεων, προσωπικοτήτων και κινημάτων που δεν θέλουν να βιώσουν μια Βαϊμάρη, αλά ελληνικά, είναι όχι μόνο να αποκαλύψουν τα σχέδιά τους αλλά και να τους σταματήσουν.