γράφει ο Γιώργος Κοντογιάννης.
Κάπου φαίνεται έχουμε ξεφύγει στον τόπο μας και έχουμε μια τάση να μετατρέπουμε τα πάντα σε πανηγυράκια.
Την Κυριακή, υποτίθεται ότι ολόκληρη η Ελλάδα γιόρτασε την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου. Την επέτειο του μεγάλου ΟΧΙ που είπε η Ελλάδα στον φασισμό και το μεγάλο ΝΑΙ, όπως επισήμανε και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, στην υπεράσπιση της ελευθερίας.
Βέβαια αν ρωτήσουμε τα νέα παιδιά τι γιορτάζουμε την 28η Οκτωβρίου, λίγα θα ξέρουν. Και γι’ αυτό δεν ευθύνονται μόνο οι απαίδευτοι δάσκαλοι μιας γενιάς που θεωρούσε τον πατριωτισμό συνώνυμο της ακροδεξιάς, χαρίζοντας πολιτικό χώρο στα φαντάσματα του παρελθόντος, ευθυνόμαστε και οι γονείς. Όλοι εμείς που αναθρέψαμε τα παιδιά μας, κάτω από τη σκιά του ίδιου ιδεολογικού φόβου, μήπως και μας κατηγορήσουν ότι δεν είμαστε προοδευτικοί. Λες και το να αγαπάς και να υπερασπίζεσαι την πατρίδα σου είναι αναχρονισμός ή δεν ξέρω τι άλλο. Αν κάτι πρέπει να ενστερνιστούμε οι νεοέλληνες από τους λόγους των πολιτικών αρχηγών της χώρας μας είναι η προτροπή του Κυριάκου Μητσοτάκη για τη διαμόρφωση ενός νέου πατριωτισμού. Ενός πατριωτισμού που θα είναι ταυτισμένος με τα συμφέροντα του συνόλου των Ελλήνων και όχι τα κλαδικά συμφέροντα κάθε επαγγελματικής τάξης, που ως τελικό αποτέλεσμα έχουν τον ταξικό διχασμό καθώς το ένα τμήμα του λαού στρέφεται εναντίον του άλλου. Στην ίδια κοινή πατρίδα ζούμε, και τα ίδια κοινά όνειρα έχουμε για τα οποία ενωμένοι πρέπει να αγωνιστούμε.
Αλλά την πατρίδα σου δεν γίνεται να την αγαπήσεις αν δεν ξέρεις και δεν ζεις – έστω μέσω των εθνικών επετείων – την ιστορία της.
Πήγα λοιπόν και εγώ στην παρέλαση ενός Δήμου της Αθήνας. Με έλουσε ένα κύμα θλίψης.
Στις καταθέσεις στεφάνων είδα ένα νέο φαινόμενο: αντί στεφάνου, διάφοροι σύλλογοι να καταθέτουν το αντίστοιχο ποσό σε φιλανθρωπικά ιδρύματα! Μα δεν καταλαβαίνουμε τη διαφορά; Αν κάποιος σύλλογος θέλει να κάνει φιλανθρωπίες είναι διαφορετικό από το να τιμήσει τη μνήμη εκείνων που έπεσαν για την πατρίδα. Ή θεωρούν κάποιοι την κατάθεση στεφάνου, που είναι η αναγνώριση μιας θυσίας προς την Ελλάδα, κάτι αναχρονιστικό και την φιλανθρωπία των… 30 ευρώ που στοιχίζει ένα δάφνινο στεφάνι, εθνικό καθήκον; Πολύ καλά κάνουν και θέλουν να δωρίσουν χρήματα για καλό σκοπό. Άλλο όμως η φιλανθρωπία και άλλο η απόδοση τιμών. Αν δεν καταλαβαίνουμε τη διαφορά, θα καταλάβουμε γιατί είναι σημαντική στιγμή η παρέλαση; Και φυσικά εδώ υπάρχει και ευθύνη της δημοτικής αρχής που αποδέχεται κάτι τέτοιο.
Ακολούθησε η αναγγελία από τα μεγάφωνα του σιωπητηρίου για ενός λεπτού σιγή προς τιμή της μνήμης των πεσόντων και η ανάκρουση του εθνικού ύμνου για να κατανοήσει κανείς πλήρως ότι όσα περιέγραψα στην προηγούμενη παράγραφο ήταν απλώς… πταίσμα!
Η πλειονότητα των παρισταμένων οχλαγωγούσε. Συνομιλούσαν ο ένας με τον άλλον χωρίς να αντιλαμβάνονται την ιερότητα της στιγμής, έκαναν βόλτες την ώρα ανάκρουσης του εθνικού ύμνου και κάποιοι καλούσαν τους αλλοδαπούς μικροπωλητές για να αγοράσουν μπαλόνια στα παιδιά τους, ενώ κάποιες κυρίες με 12ποντα (2-3 με σκυλάκια) είχαν μετατρέψει την δρόμο που θα γινόταν η παρέλαση σε πασαρέλα, εισπράττοντας βέβαια τα ανάλογα επιφωνήματα του ανδρικού πληθυσμού. Βέβαια ούτε λόγος να γίνεται για τους δύστυχους Πακιστανούς που πωλούσαν ελληνικές σημαίες, θεωρώντας ότι οι Έλληνες θα αγοράσουν το εθνικό σύμβολο, ενώ τελικά τις χρυσές δουλειές έκαναν οι πανηγυρτζήδες με τα μπαλόνια από ήλιο, τα οποία αγόραζαν οι γονείς στα παιδιά τους. Ακόμα και την ώρα που ξεκίνησε η παρέλαση οι μικροπωλητές ήταν στη μέση του δρόμου επιχειρώντας να «ξεφορτωθούν» την πραμάτια τους, με αποτέλεσμα οι επικεφαλής κάθε τμήματος που παρήλαυνε να φωνάζει «παρακαλώ κάντε στην άκρη»!!! Και όλα αυτά βέβαια γιατί ο Δήμος δεν είχε προβλέψει να τοποθετήσει τον κόσμο πίσω από προστατευτικά σχοινιά για να μην τους ενοχλήσει.
Μέσα σε αυτό το κλίμα και ενώ σκεφτόμουν ότι οι νεοέλληνες έχουμε μετατρέψει τις παρελάσεις σε events, επέστρεψα στο σπίτι μου και πρόλαβα να δω από την τηλεόραση τις καταπληκτικές επιδείξεις του F-16 στη Θεσσαλονίκη, με το κλείσιμο της παρέλασης και να ακούσω τα λόγια ενότητας και εθνικής υπερηφάνειας του Προέδρου της Δημοκρατίας, προς τον πιλότο του αεροσκάφους. Και ενώ ο κ. Παυλόπουλος είχε όντως καταφέρει να προκαλέσει εθνική ανάταση σε όποιον τον παρακολούθησε έκλεισε το μήνυμά του προς τον ηρωικό πιλότο και μέσω αυτού προς όλες τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις με το μοναδικό… Χρόνια Πολλά!!!
Φυσικά ισχύει το «χρόνια πολλά» μιας και τη συγκεκριμένη ημέρα επέλεξε η Εκκλησία μας να εορτάζει, μετά το έπος του 1940, την εορτή της Αγίας Σκέπης, δηλαδή την εορτή της Παναγίας που φυλάσσει την Ελλάδα, αλλά την ώρα εκείνη που ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έκλεινε την συνομιλία του με τον πιλότο του F-16 οι Έλληνες και, κυρίως, οι άνδρες και οι γυναίκες των Ενόπλων Δυνάμεων, θέλαμε να ακούσουμε από τα χείλη του πρώτου πολίτη αυτής της χώρας το «Ζήτω η Ελλάδα». Γιατί η αγάπη για την κοινή μας πατρίδα δεν είναι ούτε ντροπή ούτε αναχρονισμός, αλλά κάτι που έπρεπε να θεωρείτε δεδομένο να για πάει μπροστά και να προοδεύσει μια χώρα.