Μη σας ξενίζει το να θεωρείται ένα αριστερό (ή, αν προτιμάτε, «αριστερό») κόμμα νεοφιλελεύθερο. Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι αποκλειστικό «προνόμιο» της δεξιάς. Αντίθετα, σε πολλές περιπτώσεις έχει συνδεθεί με τον προοδευτισμό και την αριστερά. Επειδή όμως -καλώς ή κακώς- στην Ελλάδα έχουμε ταυτίσει έννοιες όπως προοδευτισμός, αριστερά, κομμουνισμός και σοσιαλισμός δεν μας ήταν εύκολο να φανταστούμε κάποιον αριστερό να είναι και νεοφιλελεύθερος, μέχρι που ο Αλέξης Τσίπρας έγινε Πρωθυπουργός και βρήκαμε κάποιον για παράδειγμα.
Μιας και μιλάμε για παραδείγματα, το χαρακτηριστικότερο ενός νεοφιλελεύθερου συστήματος είναι οι αποκρατικοποιήσεις. Ο νεοφιλελευθερισμός πιστεύει ότι οι υπηρεσίες πρέπει να προσφέρονται από ιδιωτικές εταιρείες, με το κράτος να έχει μόνο έναν πολύ μικρό έλεγχο. Η πώληση 14 αεροδρομίων, όπως έκανε πριν από λίγους μήνες ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι μια κλασσική νεοφιλελεύθερη κίνηση. Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά και φυσικά και για το Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων, που δεν είναι κληρονομιά από άλλες κυβερνήσεις όπως το ΤΑΙΠΕΔ αλλά δημιούργημα της κυβέρνησης Τσίπρα.
Μία άλλη όχι κλασσική, αλλά επίσης καθαρά νεοφιλελεύθερη κίνηση είναι η ραγδαία μείωση των συντάξεων, αφού ωθεί τους πολίτες σε ιδιωτική ασφάλιση. Μπορεί προς το παρόν η ασφάλιση σε κάποιον δημόσιο φορέα να είναι υποχρεωτική, αλλά ουσιαστικά απλά είναι ένα επιπλέον έξοδο και η υπηρεσία αυτή αντικαθιστάται από ιδιωτικές εταιρείες. Το ίδιο συμβαίνει και στην εκπαίδευση: μπορεί να είναι δημόσια θεωρητικά, αλλά στην πράξη η υποβάθμιση των σχολείων αναγκάζει τους μαθητές να γίνουν καταναλωτές και να συμπληρώσουν την παιδεία τους με ιδιωτικά μέσα.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό του νεοφιλελευθερισμού είναι η επικράτηση των ατομικών δικαιωμάτων έναντι των συλλογικών ή κοινωνικών δικαιωμάτων. Για παράδειγμα, το δικαίωμα ενός μόνο ατόμου στην απεργία, τη διαμαρτυρία και την κατάληψη ενός χώρου απέναντι στο δικαίωμα της κοινωνίας να λάβει τις παροχές που προσφέρει η υπηρεσία στην οποία εργάζεται αυτό το άτομο, ακόμα και αν η πλειονότητα των συναδέλφων αυτού του ατόμου δεν επιθυμούν να απεργήσουν ή να καταλάβουν έναν χώρο. Εδώ και δύο μήνες βλέπουμε κάποιους από τους πρόσφυγες να κλείνουν τα σύνορά μας ασκώντας το νόμιμο δικαίωμά τους να διαμαρτυρηθούν, εμποδίζοντας όμως τις εξίσου νόμιμες εμπορικές συναλλαγές με αποτέλεσμα να βλάπτεται όλη η Ελληνική οικονομία (και κατ’ επέκταση και οι ίδιοι αφού και με χρήματα του ελληνικού κράτους σιτίζονται ή περιθάλπονται). Η προτίμηση του δικαιώματος του πρόσφυγα πάνω από το δικαίωμα του εμπόρου και του κοινωνικού συνόλου γενικότερα ίσως να είναι σωστή ή ίσως να είναι λανθασμένη, σίγουρα όμως είναι νεοφιλελεύθερη.
Αν περιορίσουμε τον ορισμό του πολίτη και εστιάσουμε μόνο στους πολίτες που ενδιαφέρουν τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε το προαναφερθέν χαρακτηριστικό γίνεται ακόμα πιο έντονο. Μπορεί λοιπόν να υπερασπίζεται με μένος ο ΣΥΡΙΖΑ το δικαίωμα στην εργασία των πολιτών που τον ενδιαφέρουν -βλέπε Καρανίκα και… σία- το κάνει όμως σε βάρος του δικαιώματος της κοινωνίας να απαιτεί αποτελεσματικότητα από τα άτομα τα οποία δουλεύουν για το δημόσιο και πληρώνονται από αυτό.
Ήθελε ο ΣΥΡΙΖΑ να ακολουθήσει νεοφιλελεύθερες πρακτικές; Ήθελε γίνει άλλο ένα νεοφιλελεύθερο κόμμα; Νομίζω πως όχι, και γι’αυτό άλλωστε προσπαθεί με κάθε τρόπο να διώξει το ΔΝΤ, το οποίο σε επίπεδο διεθνών οργανισμών θεωρείται η απόλυτη εκπροσώπηση του νεοφιλελευθερισμού. Αν ψάξετε τη λέξη «νεοφιλελευθερισμός» (neoliberalism) στο διαδίκτυο, θα διαπιστώσετε ότι μονίμως εμφανίζεται το όνομα του ΔΝΤ (IMF) ως το μέσο που παγκόσμια επιβάλλει νεοφιλελεύθερες πολιτικές στις χώρες με τις οποίες συνεργάζεται. Από τη στιγμή όμως που ο Αλέξης Τσίπρας υπέγραψε το τρίτο μνημόνιο -και ειδικά αφού έχει επενδύσει πολιτικά στη διευθέτηση του χρέους την οποία οι υπόλοιποι δανειστές δεν ήθελαν να συζητήσουν- το ΔΝΤ για τον ΣΥΡΙΖΑ έγινε αναγκαίο κακό.
Αυτό που δεν θα ήθελε κανένας στον ΣΥΡΙΖΑ να παραδεχτεί είναι ότι οι νεοφιλελεύθερες πρακτικές σε έναν βαθμό κυλούσαν στο αίμα τους ακόμα και πριν καταλάβουν την εξουσία. Ένα από τα ενδεικτικά συμπτώματα του νεοφιλελευθερισμού είναι η εμμονή με τη χρήση «πολιτικά ορθού» λόγου, σε βαθμό που η επικοινωνία με κάποιον που δεν χρησιμοποιεί ακριβώς τις κατάλληλες λέξεις είναι σχεδόν αδύνατη. Θα δείτε ότι όλοι, μα όλοι, όσοι εμμένουν στην χρήση πολιτικά ορθού λόγου είναι είτε νεοφιλελεύθεροι, είτε πιστεύουν σε κάποιο απολυταρχικό καθεστώς. Μπορεί όντως να ακούγεται καλύτερο το να πεις «οι οροθετικές ιερόδουλες» από το «οι πόρνες με AIDS», αλλά δεν μπορώ να επιτεθώ σε κάποιον στην ηλικία του παππού μου επειδή δεν γνωρίζει πως ακριβώς να τις αποκαλέσει. Σε έναν βαθμό επαναλαμβάνεται αυτό που είδαμε νωρίτερα: το δικαίωμα της κοινωνίας στην επικοινωνία και στη συζήτηση υστερεί του δικαιώματος ενός ανθρώπου (που κατά πάσα πιθανότητα δεν είναι παρών και δεν επηρεάζεται από τη συγκεκριμένη συζήτηση) να προσδιοριστεί με μια συγκεκριμένη και ακριβή ορολογία.
Σε ένα πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, θέση μου και εμένα είναι ότι η σωστή ονομασία είναι «παράτυποι μετανάστες», αλλά αν σε μία τυχαία συζήτηση κάποιος χρησιμοποιήσει τον όρο «παράνομοι μετανάστες» είμαι αρκετά σίγουρος ότι οι συγκεκριμένοι μετανάστες δεν πρόκειται να πάθουν κάτι. Αντίθετα, οι νεοφιλελεύθεροι χρήστες του πολιτικά ορθού λόγου θα αρχίσουν να ωρύονται ότι «δεν υπάρχουν παράνομοι άνθρωποι», θα βρουν ένα εύκολο επιχείρημα για να σε κάψουν στην πυρά και θα σου κρεμάσουν την ταμπέλα είτε του φασίστα, είτε του… νεοφιλελεύθερου! Η άκρα δεξιά, η οποία χρησιμοποιεί τη δικιά της εκδοχή πολιτικά ορθού λόγου, θα «διόρθωνε» όλους όσους συμμετείχαν στη συζήτηση και θα χρησιμοποιούσε τον όρο «λαθρομετανάστες», εμμένοντας ότι δεν υπάρχουν νόμιμοι μετανάστες. Φυσικά ένας νεοφιλελεύθερος θα απαντούσε ότι «δεν υπάρχουν λαθραίοι άνθρωποι» και η συζήτηση, αν θα συνεχιζόταν, θα ήταν πάνω από κάποιο λεξικό, έχοντας χάσει πλέον κάθε έννοια παραγωγικότητας.
Το αποκορύφωμα της αχρήστευσης μιας παραγωγικής διαδικασίας λόγω του «πολιτικά ορθού» λόγου ίσως ήταν όταν η Ζωή Κωνσταντοπούλου κατέστρεφε κάθε συζήτηση στη Βουλή διορθώνοντας διαρκώς τους Βουλευτές, δημιουργώντας έτσι μια νεοφιλελεύθερη τρύπα στο νερό.
Συνοψίζοντας -και ξεκαθαρίζοντας σε έναν βαθμό τη θέση μου- άσχετα με το αν συμφωνεί ή διαφωνεί κάποιος με τις νεοφιλελεύθερες πρακτικές, όλα τα κόμματα όταν βρέθηκαν στην εξουσία τις εφάρμοσαν και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί κάποια εξαίρεση. Μπορεί κάποιος να συμφωνεί ή να διαφωνεί με τις αποκρατικοποιήσεις, ή με την εμπλοκή του ΔΝΤ στην οικονομία της χώρας μας ή με την χρήση πολιτικά ορθού λόγου, αλλά είναι γεγονός ότι τα συγκεκριμένα είναι νεοφιλελεύθερες πρακτικές οι οποίες χαρακτηρίζουν και τον ΣΥΡΙΖΑ. Την επόμενη φορά λοιπόν που κάποιο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ σε κάποιο τηλεοπτικό παράθυρο κατηγορήσει τους αντιπάλους του ότι είναι νεοφιλελεύθεροι θυμηθείτε ότι ουσιαστικά κατηγορεί τον συνομιλητή του ότι είναι… ΣΥΡΙΖΑίος!
Υ.Γ.1: Πρόσφατα η διάσημη τηλεοπτική σειρά «South Park» αφιέρωσε μία ολόκληρη σαιζόν στο να κατακρίνει τρεις πρακτικές του νεοφιλελευθερισμού που οργιάζουν στην Αμερική: την εκτεταμένη χρήση «πολιτικά ορθού» λόγου, την «εξευγενοποίηση» αστικών περιοχών (δηλαδή την ανακαίνισή τους σε κοσμοπολίτικες περιοχές εις βάρος των φτωχών κατοίκων οι οποίοι είτε αναγκάζονται να μετακομίσουν είτε να παραμείνουν με το βιωτικό τους επίπεδο σημαντικά υποβαθμισμένο) και την υπερπληθώρα διαφημίσεων. Διάφοροι φανατικοί υπερασπιστές του πολιτικά ορθού λόγου στην Ελλάδα (!) θίχτηκαν από την ταύτισή τους με τον νεοφιλελευθερισμό. Μπορείτε μήπως να μαντέψετε από ποιό κόμμα προέρχονται οι φανατικοί οπαδοί του πολιτικά ορθού λόγου οι οποίοι θίχτηκαν;
Για να διαβάσετε δωρεάν το βιβλίο του Δημήτρη Κοντογιάννη «Δεν έχουμε Δημοκρατία: Μια κάπως μποέμ απόδειξη για κάτι που όλοι λίγο-πολύ γνωρίζαμε», πατήστε εδώ!