Guest, slideshow-3

Μια κάμπια για τον δήμαρχο Γαλοπουλάκη

galopoulakis-kampia-mpakogiannis-kalamidas-humor

γράφει ο Θάνος Καλαμίδας.

Επιστροφή στον μήνα 1 μ.Π. (μετά Περιπάτου), και στην ίδια άκρη της Μεσογείου, το μικρό χωριό των υστερικών αντιστέκεται για πάντα στην εξέλιξη των ειδών και την δημοκρατία με το σύνθημα: Η ψευτιά και η κλεψιά είναι θείος μ’ ανιψιό.

Κάτι δραματικό συμβαίνει στον κήπο του δημαρχιακού μεγάρου γιατί ο δήμαρχος Κούλης Γαλοπουλάκης συνοδευόμενος από την πάντα κομψή και ντυμένη σε λαχανί εμετί πρωτόκωλο Μπάκιγχαμ, Μανέστρα Φασονούλα με τον Πίπη το παπαγαλάκι κοιτάζουν με μάτια συναγρίδα ριγανάτη γουρλωμένα τον ανιψιό Λουδοβίκο των Χιονοδρομικών & Περιπάτων μπρούμυτα στο χόρτο κάτι να ψάχνει.

“Πάει μα τον Αρπάχτρη το ανίψι μου, λίγο το ‘χε το ‘χασε κι αυτό…” Ψελλίζει θλιμμένα ο δήμαρχος Γαλοπουλάκης. “Κοίτα, κοίτα, αφεντιΚούλη μου, κάτι βρήκε.” Κάνει ενθουσιασμένος ο Πίπης. Ακόμα και η Μανέστρα Φασονούλα καταδέχεται να κοιτάξει τον ανιψιό Λουδοβίκο που έχει σηκωθεί από το χόρτο και τις λάσπες κρατώντας κάτι ανάμεσα στα δάχτυλα του τους πλησιάζει.

“Θείο,” λέει λαχανιασμένα ο Λουδοβίκος με το που τους πλησίασε, “βρήκα τον ένοχο, τον καταζητούμενο που κατέστρεψε τα όνειρά μου.”
“Τι ‘ναι ρε ανίψι, που να μη με πάρει ο Αρπάχτρης;”
“Η κάμπια θείο.” Και με το που λέει ‘η κάμπια’ κάνει μια και μοστράρει έναν γυμνοσάλιαγκα στα έκπληκτα μάτια του δημάρχου Γαλοπουλάκη ενώ η Μανέστρα βάζει τσιρίδα υστερικιά: “αυτά δεν συμβαίνουν στο Μπάκιγχαμ, δεν είναι στο πρωτόκωλο, πως τα επιτρέπεις Κούλης;”

Με την Μανέστρα σε κατάσταση κομψής υστερίας να τρέχει μέσα στο μέγαρο βροντώντας την πόρτα και τον Λουδοβίκο να καμαρώνει με τον γυμνοσάλιαγκα στα δάχτυλα του, ο δήμαρχος κοιτάζει έντονα τον ανιψιό του και μουρμουρίζει, “τώρα εσύ ονειρεύεσαι και πρωθυπουργία;”
“Γιατί όχι, εδώ τα κατάφερες εσύ, θείο.” Απαντάει δήθεν αθώα και στο γνωστό οικογενειακό πνεύμα Ντορίτσα, ο Λουδοβίκος Χιονοδρομικών & Περιπάτων.
“Ρε δε πας ένα περίπατο να δεις αν έρχομαι.” Κάνει απότομα ο δήμαρχος Γαλοπουλάκης και με τον Πίπη από πίσω μπαίνει κι αυτός στο μέγαρο αφήνοντας πίσω του τον ανιψιό Λουδοβίκο να παίζει με τον γυμνοσάλιαγκα.

“Ρε συ Πίπη διάβασες τα νέα;” Λέει ο δήμαρχος με το που κάθεται στη δημαρχιακή πολυθρόνα σε ύφος Ναπολέοντα στο Βατερλό. “Του Στυλογραφικού Οχετού Μαριδάκι;” Ρωτάει ο Πίπης. “Όχι ρε Πίπη, γενικά τα νέα.” Απαντάει σχεδόν αγανακτισμένα ο δήμαρχος. “Είδα Σκάϊσε, μετράει;”

“Πίπη, ο μικροτσούτσουνους ξάδερφος δεν είναι νέα.” Χτυπάει θυμωμένα το χέρι στο τραπέζι ο δήμαρχος Κούλης. “Καλά αφεντιΚούλη μου, μια στιγμή να πάρω την Καλημερινή και…”

“Δεν χρειάζεται, θα σου πω εγώ τα νέα.”
“Μη! Ποτέ ΔημαρχιΚούλη μου! Θες μετά ο Άρης να ζητάει πάλι δημόσια συγγνώμη από τον στυλογράφο Ψευτράκη που του παίρνεις την δουλειά;” Κάνει έντρομος ο Πίπης.
“Αμάν ρε Πίπη εσύ και οι υπερβολές σου, για τα θύματα του ιού ήθελα να σου πω.” Και παίρνει βαθιά ανάσα ο Πίπης.

“Δεν φτάνουν οι ΜΕΘ Πίπη, δεν έχουμε γιατρούς κι ο Λύκος Παπαριάς χειροφιλά παπάδες.” Συνεχίζει με ύφος απελπισμένης ρέγγας σε λάδι ο δήμαρχος Γαλοπουλάκης. “Δεν έχουμε δασκάλους, δεν έχουμε αίθουσες και τα ΛΟΚ αρνούνται να πάρουν τις μάσκες για αλεξίπτωτα.”

“Μην κάνεις έτσι ΔημαρχιΚούλη μου, θα βγάλουμε το δεύτερο πακέτο Πετσολίστας και όλοι θα γράψουν πόσο κομψή είναι η Μανέστρα και πόσο πρωτόκωλο Μπάκιγχαμ είναι.” Κάνει πονηρά ο Πίπης.

“Δεν φτάνει ρε Πίπη, τα πράγματα δεν πάνε καλά. Ακόμα κι ο γείτονας Μεμέτης μας έχει πάρει χαμπάρι και ζητάει το πλυσταριό του δημαρχιακού μεγάρου για να κάνει πηγάδι,” βαριανασαίνει και ιδρώνει σαν κοντοσούβλι σε σουβλατζίδικο ο δήμαρχος.

“Και η Αρχαγγέλα; Ο Τρούμπας τι κάνουν;” Ρωτάει ξαφνικά ανήσυχος ο Πίπης. “Πουλάνε γεωτρύπανα και αεροσαΐτες ρε Πίπη. Κάπως πρέπει κι αυτοί να ζήσουν, τι να κάνουν; Ζητιάνοι θα γίνουν;”

“Να πούμε ότι φταίνε οι πρόσφυγες και να στείλουμε τα ΜΑΤ.”
“Μπα το δοκιμάσαμε και δεν έπιασε για πολύ.”
“Να περάσουμε την Δούρου από εξεταστική.”
“Το δοκιμάσαμε.”
“Να καταγγείλουμε τον Παυλάκη ότι καπνίζει και να ζητήσουμε άρση.”
“Ασ’ το, δεν θα το ψηφίσουν και θα ζητάμε συγγνώμες πάλι.”

“ΑφεντιΚούλη μπλέξαμε.” Λέει βαθιά ανήσυχος τώρα ο Πίπης αλλά ξαφνικά ανοίγει η πόρτα του γραφείου και ορμάει μέσα ο ανιψιός, ο Λουδοβίκος Χιονοδρομικών & Περιπάτων κρατώντας σφιχτά στα χέρια του …κάτι. “Θείο, την βρήκα.” Ουρλιάζει σαν να του σφάξανε το σλάλομ στην Αράχοβα.

“Τι βρήκες ρε ντροπή του Χαλβαντ;” 
“Την κάμπια θείο.” Κάνει ενθουσιασμένος ο Λουδοβίκος ανοίγοντας το χέρι και δείχνοντας τους έναν άλλο γυμνοσάλιαγκα.

“Βρε Λουδοβίκο αυτό δεν είναι κάμπια…” Ετοιμάζεται να πει ο Πίπης όταν ξαφνικά πετάγεται δήμαρχος Κούλης Γαλοπουλάκης και λέει με φωνή Βορειομακεδονομάχου στις Πρέσπες που ετοιμάζεται να σώσει τον Ζόφε δείχνοντας τον γυμνοσάλιαγκα στα χέρια του Λουδοβίκου.

“Αυτό είναι η αιτία που δεν φτάνουν οι ΜΕΘ, που δεν έχουμε γιατρούς και δασκάλους, αίθουσες και μάσκες. Αυτό φταίει που ο γείτονας Μεμέτης έχει σαλτάρει και πλημμύρισε η Καβάλα. Η κάμπια καμουφλαρισμένη ύποπτα και Σφυριζικά σε γυμνοσάλιαγκα φταίει για όλα και το πρωτόκωλο της Μανέστρας. Μα τον Αρπάχτρη! Τώρα Πίπη δώσε Πετσολίστα στα όρνια.”

Και μέσα στο γενικό ενθουσιασμό, Πίπης και Λουδοβίκος αρχίζουν να ψάλουν σαν καπουτσίνοι λατέ μοναχοί: “Ωσαννά, εσύ Κούλη σούπερσταρ, της αρπαχτής και της κάμπιας Μωυσή.”

Τέλος ΙΓ’ επεισοδίου

Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Θάνος Καλαμίδας, ένας Έλληνας στο Παρίσι και στο Λονδίνο και στο Βερολίνο και στο Τόκιο και τελευταία στο Ελσίνκι. Για εικοσαετία ελεύθερος σκοπευτής και αναλυτής για Βρετανικά μέσα με ανταποκρίσεις από τη Νότια Αφρική μέχρι την Κίνα, από την Νικαράγουα μέχρι το Σουδάν. Τα τελευταία χρόνια αναλυτής για Σκανδιναβικά, Βρετανικά και Γαλλικά έντυπα σε θέματα που κυρίως αφορούν την ευρωπαϊκή κοινότητα.

Μια κάμπια για τον δήμαρχο Γαλοπουλάκη

γράφει ο Θάνος Καλαμίδας. Επιστροφή στον μήνα 1 μ.Π. (μετά Περιπάτου), και στην ίδια άκρη της Μεσογείου, το μικρό χωριό