ένα ποίημα του Μάνου Μαυρομουστακάκη.
Μετράμε ως το 31;
Μισό (1/2) λεπτό κι …έφτασα
Ένα (1) παιδί μας έλειπε
Δύο (2) βήματα και θα δείτε το ΑΤΜ του μαιευτηρίου
Τρία (3) έχει το πουλάκι μου
Να δεις πως μπουσουλάει στα τέσσερα (4)
Πάρε πέντε (5) που την έχεις σίγουρη
Σχολείο πια στα έξι (6)
Επτά (7) παρά τέταρτο τον σκύλο βόλτα
Στις οκτώ (8) ξεμπέρδεψα με το σχολείο του κανακάρη
Εννιά (9) έχει ο μήνας και πάει ο ένας μισθός
Για δέκα (10) χρόνια θα αποπληρώνω τόκους απ’το δάνειο
Έντεκα (11) … και στο μαγαζί ούτε σεφτέ ακόμα
Δώδεκα (12) μήνες τον χρόνο με αγριεύουν οι λογαριασμοί
Δεκατρείς (13), μέρα γρουσούζικη λένε, γιατί οι άλλες δεν ήταν
Σε δεκατέσσερεις (14) ώρες θα ξεκουραστώ
Δεκαπέντε (15) του μηνός, μη ξεχάσω την επέτειο
Στα δεκάξι (16) μου είχα κι εγώ όνειρα
Στα δεκαεπτά (17) τα έκανα φροντιστήρια
Στα Δεκαοκτώ (18) …εισαγωγικές
Δεκαεννιά (19) έμαθα πως μεγάλωσα πια
Με είκοσι (20) ευρώ, τί να ψωνίσω αχαΐρευτε;
Εικοσιένα (21) και χίλια οκτακόσια για λίγη δανεική υπερηφάνεια
Με ένα εικοσιδύο (22) μπλε… Πρέπει να το κόψω
Εικοσιτρία (23) ήταν λέει η αγαπητικιά τού μπάρμπα
Εικοσιτέσσερεις (24) ώρες το 24ωρο με ψέλνεις, έλεος!
Εικοσιπέντε (25) ευρώ την ώρα μου ζήτησαν στο φροντιστήριο
Σε εικοσιέξι (26) από τώρα κατοχυρώνω δικαίωμα σύνταξης;
Τα εικοσιεπτά (27) βρε παιδιά είναι η καλύτερη ηλικία για έναν ποδοσφαιριστή
Εικοσιοκτώ (28) ευρώ το κιλό τα μακαντέμια; Πάτε καλά;
Στα εικοσιεννιά (29) λέει η άλλη κλείστηκε σε μοναστήρι. Ας όψεται η ηγουμένη.
Τριάντα (30), ώπα, πού να πάω; Σιγά μην είναι άσσος το επόμενο.
Ο μήνας τραβάει τριανταμία (31). Άμα του χρωστάει μέρες, φίλε….