Παραθέτουμε την ερώτηση και την απάντηση, από τη συνέντευξη:
Βαρβιτσιώτη:Το πακέτο μέτρων που συμφωνήσατε με την ελληνική πλευρά ήταν βασισμένο στις αυξήσεις φόρων αντί για μειώσεις δαπανών. Παρόλο που και εσείς ο ίδιος ήσασταν εναντίον αυτής της συνταγής, γιατί συμφωνήσατε σε ένα τόσο μεγάλο φορολογικό πακέτο;
Ντομπρόφσκις: Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεών μας με την ελληνική κυβέρνηση, τονίζαμε ότι οι μειώσεις δαπανών θα επηρέαζαν λιγότερο την ανάπτυξη από τις αυξήσεις φόρων, τις οποίες επέλεξε η ελληνική κυβέρνηση, και είχαμε μία σειρά από μελέτες που υποστήριζαν αυτό το επιχείρημα. Στο τέλος όμως οι ελληνικές αρχές πρέπει να αποφασίσουν τα μέτρα. Η ελληνική κυβέρνηση είχε ισχυρή προτίμηση στο να αυξηθούν οι φόροι και τα έσοδα και όχι να μειωθούν οι δαπάνες. Βέβαια, έγιναν περικοπές στις δαπάνες μέσω της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης.
Ίσως είναι περιττό, αλλά στην Ελλάδα ζούμε, οπότε θα το επαναλάβουμε: «Η ελληνική κυβέρνηση είχε ισχυρή προτίμηση στο να αυξηθούν οι φόροι και τα έσοδα και όχι να μειωθούν οι δαπάνες». Που σημαίνει σε απλά ελληνικά, ότι η κυβέρνηση Τσίπρα επέλεξε να φορολογήσει υπέρμετρα τον ελληνικό λαό από το να περικόψει δαπάνες του δημοσίου. Και όταν μιλάμε για περικοπή δαπανών του δημοσίου δεν μιλάμε κατ’ ανάγκη για απολύσεις αλλά για εξορθολογισμό μισθών και ένταξη πάντων στο ενιαίο μισθολόγιο, αλλά κυρίως μιλάμε για περιορισμό της σπατάλης που εξακολουθεί να υπάρχει, παρά την κρίση, σε όλο το φάσμα του ελληνικού δημοσίου.
Γιατί είναι καλύτερη λύση η μείωση των δημοσίων δαπανών από την επιβολή φόρων είναι επίσης απλό να το καταλάβει κανείς ακόμα κι αν δεν έχει γνώση οικονομικών. Κι εξηγούμαστε: Αν αποτελεί δημοσιονομικό στόχο να μαζέψουμε ως χώρα 10 δις ευρώ, αν επιλέξουμε την περικοπή δαπανών θα πρέπει να περικόψουμε συγκεκριμένες δαπάνες 10 δις ευρώ, κάτι το οποίο είναι μετρίσιμο και άμεσα εφαρμόσιμο. Αν κάνουμε την επιλογή της κυβέρνησης Τσίπρα, για δημοσιονομικό στόχο 10 δις ευρώ θα πρέπει να ληφθούν μέτρα άνω των 15 δις ευρώ και τούτο γιατί υπό τις παρούσες συνθήκες και με τη φοροδοτική δυνατότητα των Ελλήνων να βρίσκεται κάτω του μηδενός, θα είναι θαύμα αν τελικά η κυβέρνηση μαζέψει, έστω και τα μισά.
Το γιατί προτίμησε ο κ. Τσίπρας να φορολογήσει όλους τους Έλληνες ενισχύοντας περαιτέρω την ύφεση από το να περιορίσει τις δαπάνες του δημοσίου; Η απάντηση είναι προφανής, αφού στο δημόσιο είναι η πλειονότητα από την εκλογική πελατεία του. Αλλά κι αυτό να μη συνέβαινε η ιδεοληψία που διακατέχει το σύνολο των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ οι οποίοι θεωρούν το δημόσιο «ιερή αγελάδα» που κανείς δεν πρέπει να την αγγίξει, δεν θα επέτρεπε οποιαδήποτε επιλογή προς αυτήν την κατεύθυνση.
Άρα το επιχείρημα του «κάναμε ό,τι μπορούσαμε αλλά δεν είχαμε άλλη επιλογή» πάει περίπατο, αφού άλλα μας λέει ένας εκ των δανειστών, ο κ. Ντομπρόφσκις.
Η αποκάλυψη όμως του αντιπροέδρου της Κομισιόν, δείχνει και κάτι άλλο που είναι ακόμα πιο σημαντικό. Ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης που μιλάει για άλλο μίγμα πολιτικής και για εναλλακτική επιλογή έχει δίκιο. Σύμφωνα με τον κ. Ντομπρόφσκις υπάρχει κι άλλος δρόμος για να πετύχουμε τους δημοσιονομικούς στόχους που έχουν θέσει οι δανειστές, αλλά αυτόν τον άλλον δρόμο η μεν κυβέρνηση τον απορρίπτει η δε αντιπολίτευση τον αναφέρει αλλά δεν τον έχει κάνει, όπως θα έπρεπε, σημαία της.
Δυστυχώς πλην μιας μικρής αναφοράς στη δευτερολογία του ο κ. Μητσοτάκης δεν προέβαλε όσο θα έπρεπε τη συγκεκριμένη συνέντευξη.
Η ΝΔ πρέπει να καταλάβει ότι η δήλωση του αντιπροέδρου της Κομισιόν είναι τα θεμέλια πάνω στα οποία θα οικοδομήσει το δικό της αφήγημα, τη δική της πρόταση για εναλλακτική λύση. Ο κ. Μητσοτάκης μίλησε για το τρίπτυχο δημοσιονομικό πλεόνασμα 2%, ανάπτυξη 4% και 120.000 θέσεις εργασίας το χρόνο. Τα νούμερα δεν είναι τυχαία. Μπορούν να επιτευχθούν και μπορεί να είναι το μίνιμουμ, γιατί αν η οικονομία αρχίσει να κινείται με τη λήψη μέτρων που δεν επιδεινώνουν την ύφεση αλλά εδραιώνουν τη σταθερότητα κι επιταχύνουν την ανάπτυξη, τότε το κλίμα εμπιστοσύνης που θα εδραιωθεί σαφώς θα φέρει καλύτερους δείκτες.
Η ΝΔ λοιπόν πρέπει να κάνει σημαία της τη δήλωση «Η ελληνική κυβέρνηση είχε ισχυρή προτίμηση στο να αυξηθούν οι φόροι και τα έσοδα και όχι να μειωθούν οι δαπάνες» και να επιμείνει στο τρίπτυχο που ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης στη Βουλή. Κάθε μέρα όμως που θα περνά θα πρέπει να δίνει κομμάτια του προγράμματός της στη δημοσιότητα, με συγκεκριμένα μέτρα που θα λειτουργούν προς αυτήν την κατεύθυνση. Αν δεν το πράξει, αν δεν γίνει πιο συγκεκριμένη σε αυτά που υπόσχεται, τότε δεν θα μπορέσει να πείσει και θα ισχύσει το σύνθημα που άκουσε και ο πατέρας του όταν είχε δεσμευθεί για μείωση των δασμών και των φόρων στα Ι.Χ. αυτοκίνητα, το περιβόητο «καλύτερα παπάκι παρά τον Μητσοτάκη».
Κι αν αναρωτιέστε γιατί η ΝΔ δεν έκανε σημαία της τις δηλώσεις του αντιπροέδρου της Κομισιόν η απάντηση βρίσκεται στο ότι πολλά από τα στελέχη της, έχουν ακόμα αντιλήψεις περί κρατισμού και προστασίας του δημοσίου. Αλλά τα εν λόγω στελέχη πρέπει να καταλάβουν ότι το δημόσιο υπάρχει επειδή υπάρχουν ιδιώτες. Αν η ιδιωτική οικονομία πάψει να υπάρχει γιατί θα έχει πεθάνει από την υπέρμετρη φορολόγηση, τότε δεν θα υπάρχει και δημόσιο και συνεπώς ούτε δημόσιοι υπάλληλοι. Γιατί το δημόσιο δεν θα μπορεί να εισπράξει έσοδα όταν δεν υπάρχουν ιδιωτικές επιχειρήσεις για να τις φορολογήσει. Συνεπώς προστασία του δημοσίου και των υπαλλήλων του μπορεί να υπάρξει αν υπάρξει μια υγιείς και ακμάζουσα ιδιωτική οικονομία. Την ιδιωτική οικονομία λοιπόν πρέπει να στηρίξει με λόγια και με έργα η ΝΔ.
Αλλά για να αποκτήσει λοιπόν αξιοπιστία η ΝΔ και για να γίνει πειστική πρέπει να γίνει συγκεκριμένη στο τι θα πράξει αν ξαναγίνει κυβέρνηση.
Ας κάνει λοιπόν τη δήλωση Ντομπρόφσκις πρέπει να γίνει φέιγ-βολάν και τα μέτρα που η ίδια θα λάβει για να υλοποιήσει το τρίπτυχο «δημοσιονομικό πλεόνασμα 2%, ανάπτυξη 4% και 120.000 θέσεις εργασίας ανά έτος», πρέπει να γίνουν κτήμα του ελληνικού λαού.
Άλλωστε με τα μέτρα αυτά θα μπορέσει να διεισδύσει και στους ψηφοφόρους και στα στελέχη των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης από τα οποία ζητεί ή θα ζητήσει συνεργασία.
φωτογραφία: Johannes Jansson/norden.org