γράφει ο Μύρων Ζαχαράκης.
Αφορμή για το παρόν άρθρο αποτελεί ένα κείμενο που διάβασα πρόσφατα, με τον τίτλο «Το Πανεπιστήμιο σαν μνημείο πόλης», στο οποίο γινόταν λόγος για το άσυλο και την ανάγκη κατάργησής του. Είναι καιρός να μιλήσουμε χωρίς περιστροφές. Το ακαδημαϊκό άσυλο πρέπει να καταργηθεί. Στη συνέχεια θα εξηγήσω τους λόγους.
Αρχικά η λέξη «άσυλο» [ < α (στερητικό) + συλάω-ώ (=αφαιρώ, λεηλατώ, λαφυραγωγώ) ] σημαίνει ετυμολογικά τον χώρο που είναι «ιερός» και «απαραβίαστος». Αντίστοιχα, ως πανεπιστημιακό άσυλο ορίζεται το «απαραβίαστο» των «ιερών» πανεπιστημιακών χώρων. Η νομική θεσμοθέτηση τέτοιου ασύλου συνέβη για πρώτη φορά το έτος 1982 (νόμος – πλαίσιο ΠΑ.ΣΟ.Κ. για τα ΑΕΙ, 1268/82- Άρθρο 2) και διατηρήθηκε ανέπαφη ως το 1997, οπότε η Υπουργός Παιδείας Μ. Γιαννάκου (κυβέρνηση Ν.Δ.) καθόρισε τους συγκεκριμένους χώρους τους οποίους καλύπτει. Έπειτα, ο νόμος 1268/82 αντικαταστήθηκε από τον 3549/2007 για την «κατοχύρωση της ακαδημαϊκής ελευθερίας, της ελεύθερης επιστημονικής αναζήτησης και της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών (άρθρο 3 Ν 3549/2007 βλ. όμοιες διατάξεις για τα Τ.Ε.Ι. σε άρθρο 2 παράγ. 3 Ν 1404/1983). Εκεί προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ότι:
«Το Πανεπιστημιακό Άσυλο καλύπτει όλους τους χώρους των Α.Ε.Ι και συνίσταται στην απαγόρευση επέμβασης της δημόσιας δύναμης στους χώρους αυτούς χωρίς την πρόσκληση ή άδεια του αρμόδιου οργάνου του Α.Ε.Ι., όπως αναφέρεται στη συνέχεια. (α.) Το όργανο αυτό είναι τριμελές και αποτελείται από τον Πρύτανη ή το νόμιμο αναπληρωτή του και ανά έναν εκπρόσωπο του Διδακτικού – Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π) και των φοιτητών.) Το όργανο αυτό αποφασίζει μόνο με ομοφωνία όλων των μελών του. Σε περίπτωση διαφωνίας συγκαλείται έκτακτα η Σύγκλητος του Α.Ε.Ι., την ίδια μέρα προκειμένου να αποφασίσει σχετικά. Η τελική απόφαση παίρνεται με πλειοψηφία των 2/3 του συνόλου των παρόντων. Επέμβαση δημόσιας δύναμης χωρίς την άδεια του αρμόδιου οργάνου του Α.Ε.Ι., επιτρέπεται μόνον εφόσον διαπράττονται αυτόφωρα κακουργήματα ή αυτόφωρα εγκλήματα κατά της ζωής».
Αυτό σημαίνει πως σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο, το ακαδημαϊκό άσυλο μπορεί να αρθεί σε τρεις περιπτώσεις:
- όταν διαπράττονται αυτόφωρα κακουργήματα και αδικήματα κατά της ζωής
- με ομόφωνη απόφαση της επιτροπής ασύλου (συνίσταται από τον πρύτανη, έναν εκπρόσωπο του διδακτικού προσωπικού και έναν εκπρόσωπο των φοιτητών)
- με σύγκληση της Συγκλήτου (απούσης της ομοφωνίας παραπάνω), που αποφασίζει μόνο με την ειδική πλειοψηφία των 2/3 των παρόντων μελών.
Στην πραγματικότητα, η επιτροπή ασύλου ποτέ δεν έχει λειτουργήσει ως τώρα, καθώς πολύ δύσκολα τα τρία μέλη της (πρύτανης, εκπρόσωπος του διδακτικού προσωπικού, εκπρόσωπος φοιτητών) θα αναλάμβαναν την ευθύνη να προσυπογράψουν για την είσοδο των Δυνάμεων Ασφαλείας στον πανεπιστημιακό χώρο, πολύ περισσότερο τη στιγμή που κάτι τέτοιο πιθανότατα θα λειτουργούσε και ως στιγματισμός για τους ίδιους. Όσο για τη Σύγκλητο, ως πολυμελές όργανο, στις επείγουσες περιστάσεις αδυνατούσε να συγκληθεί και να λάβει αποφάσεις εγκαίρως. Επομένως, η μόνη περίπτωση αυτεπάγγελτης επέμβασης της αστυνομίας είναι οι αυτόφωρες κακουργηματικές πράξεις. Τέτοιες είναι, για παράδειγμα, η κατασκευή εκρηκτικών, το εμπόριο ναρκωτικών και η βιαιοπραγία.
Το Πανεπιστήμιο όμως μετατρέπεται συχνά σε χώρο κοινών εγκλημάτων. Σήμερα, εν έτει 2019, παρουσιάζεται το φαινόμενο ένα αναγνωρισμένο Πανεπιστήμιο σαν το Α.Π.Θ, να αποτελεί άσυλο ναρκωτικών. Σε ανοιχτή της επιστολή προς τον σημερινό Υπουργό, η συγγραφέας Ελένη Βαηνά κάνει λόγο για ανύπαρκτη φύλαξη, χρήση ναρκωτικών σε κοινή θέα και λαθρεμπόριο με τσάντες και ρολόγια. Στο πρόσφατο μαθητικό συλλαλητήριο (29-10-18), κουκουλοφόροι διαδηλωτές βανδάλισαν προσόψεις κτιρίων και έκαψαν ένα αυτοκίνητο και καταδιωκόμενοι από τους αστυνομικούς, κατέφυγαν στο κτήριο του Πολυτεχνείου, όπου λόγω του ασύλου οι δυνάμεις των ΜΑΤ δε μπορούσαν να εισέλθουν. Από την εποχή που αυταρχικά καθεστώτα εισέβαλαν στον πανεπιστημιακό χώρο επιτιθέμενοι στους φοιτητές, φτάσαμε να εισβάλλουν κοινοί εγκληματίες, για να κρυφτούν από τους αστυνομικούς. Στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, όπου μέχρι πρόσφατα είχε κάνει κατάληψη η αναρχική ομάδα «Ρουβίκωνας», έχει συμβεί να δω ανακοίνωση όπου προσφερόταν χρηματική αμοιβή για να επιστραφούν οι υπολογιστές που εκλάπησαν (!) από αγνώστους. Στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.foitikanea.gr μπορεί κανείς να διαβάσει την καταγγελία μιας φοιτήτριας για την απόπειρα κλοπής κινητού τηλεφώνου από άγνωστο τοξικομανή, ο οποίος τριγύριζε ανεμπόδιστος μέσα στη Σχολή με ένα τσιγάρο στο στόμα (29-10-18). Επομένως, από τη στιγμή που συμβαίνουν αξιόποινες πράξεις και οι δράστες τους καταλαμβάνονται επ’ αυτοφόρω, γιατί δεν έχει πραγματοποιείται αυτεπάγγελτη επέμβαση της αστυνομίας;
Όπως γράφει ένας καθηγητής μας στο Ε.Κ.Π.Α: «Στα πανεπιστήμια έχουν εγκαταστήσει τις έδρες τους κανονικές συμμορίες, εργαζόμενοι σε μαφιόζικα δίκτυα εμπορίας ναρκωτικών, εμπορίας ανθρώπων, ακόμα και μέλη τρομοκρατικών οργανώσεων. Τους το επιτρέπει ο θεσμός του ασύλου. Που από θεσμός προστασίας της ακαδημαϊκής ελευθερίας έχει μετατραπεί σε απειλή για τη σωματική ακεραιότητα, ακόμα και τη ζωή των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας». (Αριστείδης Χατζής, «Η Παιδεία που δεν έχουμε», ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 28.10.18). Είναι λοιπόν σημαντικό να αναρωτηθούμε: από πότε η ελευθερία της ακαδημαϊκής σκέψης και έρευνας συνεπάγεται και εν τοις πράγμασι απουσία τιμωρίας για τις αξιόποινες πράξεις (π.χ. κλοπή, βανδαλισμός); Είναι άραγε πειστική η απάντηση του Υπουργού ότι τέτοια φαινόμενα θα μπορούσαν να αναχαιτιστούν από ένα «ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα»;
Φυσικά, η συνήθης δικαιολόγηση του ασύλου είναι το γεγονός ότι εξασφαλίζει την ακαδημαϊκή ελευθερία και αποτελεί αναγκαία διασφάλιση της φιλελεύθερης δημοκρατίας ενός κράτους. Τότε όμως δε θα έπρεπε να θεσπιστεί άσυλο για ολόκληρο το ελληνικό κράτος; Είναι δυνατόν να υπάρχει «περισσότερη δημοκρατία» σε ένα μέρος από ότι σε ένα άλλο; Πολύ περισσότερο μάλιστα τη στιγμή που η νομοθετική κατοχύρωση ασύλου δεν συναντάται σε καμία άλλη σύγχρονη δημοκρατία. Η ελεύθερη διακίνηση ιδεών και η ελευθερία έρευνας και διδασκαλίας είναι συνταγματικώς κατοχυρωμένες (άρθρο 16 παρ. 1). Κατά συνέπεια, η ύπαρξη του ακαδημαϊκού ασύλου έχει νόημα μονάχα αν κατοχυρώνει την αδυναμία παρέμβασης των αστυνομικών αρχών στους χώρους του πανεπιστημίου σε περίπτωση διάπραξης ποινικών αδικημάτων. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Ίσως επειδή στη χώρα μας συχνά αντιλαμβανόμαστε τη δημοκρατία αναρχικά (ως απουσία κεντρικής διοίκησης), οπότε επιδιώκουμε να είναι τα Πανεπιστήμια «αυτοδιοίκητα» και να αποτελούν διαφορετικό καθεστώς από το υπόλοιπο κράτος, ενώ η δημοκρατία μας είναι στην πραγματικότητα φιλελεύθερη και στηρίζεται στο κράτος δικαίου, που θεσπίζει νόμους προστασίας των πολιτών του. Είναι λοιπόν ανάγκη να γίνει άμεση κατάργηση του ακαδημαϊκού ασύλου, τουλάχιστον στη σημερινή του μορφή. Η διατήρησή του είναι κατάλοιπο άλλων εποχών και αποτελεί θεσμικά κατοχυρωμένη ασυδοσία. Το Πανεπιστήμιο ανήκει στην κοινωνία και δε μπορεί να αποτελεί κράτος εν κράτει.