γράφει ο Νικόλαος Χρ. Γκίκας
Βιώνουμε έναν ολιστικό αποπληθωρισμό της ιδεολογίας. Αυτός ως ένα εύπλαστο σύνολο ιδεολογημάτων, στέκει από την προοδευτική κοινωνική μεταρρύθμιση μέχρι τον αυταρχισμό, συμπαρασύροντας στο διάβα κάθε επίδοξο αν-ιδεολογικό φελλό.
Για τις ελίτ, αριστερές και δεξιές, η παραδοσιακή ηθική συμπεριφορά δεν αποτελεί πλέον πρότυπο και το ασπρόμαυρο εκφράζεται με ένα εκατομμύριο αποχρώσεις του γκρι. Εσχάτως γίναμε μάρτυρες ενός αλαζονικού προμηθεϊσμού, που εκφράστηκε από το πεζοδρομιακό «ήρεμα ρωτάω», μέχρι το να ρίξει την κυβέρνηση η Ευρωπαία Εισαγγελέας, την αμφισβήτηση της εκλογικής διαδικασίας και την υπόγεια προσυνεννόηση για την πρόταση δυσπιστίας.
Πολιτικοί άγαρμποι, αδαείς και ανεύθυνοι, πριονίζουν το κλαδί των θεσμών και της Δημοκρατίας, με ανάρμοστες δηλώσεις για ίδιον όφελος, παραγνωρίζοντας πως οι θεσμοί προϋποθέτουν την εμπιστοσύνη των πολιτών, ως θεμελιώδη αρχή για τη Δημοκρατία. Ξεχείλιζε δήθεν η υπομονή, ενώ στην πραγματικότητα ξεχείλιζε η υποκρισία. Ποιος θα υπερσκελίσει τον αντίπαλο, καπηλευόμενοι την τραγωδία των Τεμπών ως ψηφοθηρική ευκαιρία. Αλίμονο στους χαροκαμένους συγγενείς των νεκρών.
Μια μομφή ολιστικής διαμαρτυρίας και όχι πολιτικής ουσίας. Μια δυσπιστία που περισσότερο στόχευε σε μια προσωπική πολιτική αναγκαιότητα, παρά στην ουσία του τραγικού δυστυχήματος. Πέραν λοιπόν του ότι δεν ειπώθηκε τίποτε καινούργιο, διαπιστώσαμε πως ο λαϊκισμός συνεχώς αναδιαμορφώνεται, με τη φαιδρότητα να συναγωνίζεται την επιπολαιότητα, τη ρηχότητα και την ελαφρότητα. Η περισσή υποκρισία ωστόσο και αμετροέπειά τους, ανέδειξε για πολλοστή φορά την ηγεσία του Κυριάκου, παρά τις επανειλημμένες αστοχίες του.
Στην πραγματικότητα πέτυχαν να συσπειρώσουν ένα κόμμα, όπου αρκετοί δυσανασχετούσαν για το ολιγαρχικό προφίλ των εφησυχασμένων ελίτ και τα έκδηλα συμπτώματα αλαζονείας των στελεχών του, που επιδίωκαν περιορισμό της λογοδοσίας. «Κυρπαντεληδες» συναντούμε σε όλους τους χώρους. Δείχνουν επηρεασμένοι κυρίως από την παρατεταμένη ακρίβεια, το έκτακτο φορολογικό των επαγγελματιών, τις νεοφιλελεύθερες επιλογές όπως ο γάμος των ομοφύλων, την εξοργιστική εμμονή με την πράσινη ανάπτυξη αλλά και την ασαφή προσέγγιση με την Τουρκία που υπαγορεύουν οι ευρωατλαντιστές.
Επιπλέον στην ευρύτερη κεντροαριστερά τα πρόσωπα, παρότι σκαρφίζονται και συνομολογούν ευφάνταστα σενάρια, προσωπικής προβολής παρά πολιτικής ουσίας, προκειμένου να βρίσκονται στην επικαιρότητα, αδυνατούν να ακουστούν στην κοινωνία. Η πολιτική στασιμότητα του Ανδρουλάκη και η ολοκληρωτική αδυναμία των λογής λαϊκιστών της αριστερής ποικιλίας, είναι προφανής.
Φαίνεται λοιπόν πως μέρος των πολιτών θα κινηθεί δεξιότερα στο πολιτικό φάσμα, διεκδικώντας παραδοσιακές αξίες, ασφάλεια και αρχές και όχι «ανήθικο» αριστερό πλεονέκτημα ή νεοφιλελεύθερες αγκυλώσεις. Αυτό κάνει την τραγωδία των κοινών της αντιπολίτευσης μεγαλύτερη.
Έναν αγώνα πολιτικής επιβίωσης.