Το πιο επαναστατικό που είπε χθες στη Βουλή ήταν η ανάγκη μεταρρυθμίσεων και αναθεώρησης του Συντάγματος, η αλλαγή του εκλογικού νόμου, οι αλλαγές που πρέπει να γίνουν στο δημόσιο καθώς και η ανάγκη αλλαγής κι εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου για την προσέλκυση επενδύσεων στο δημόσιο.
Με λίγα λόγια, αν κάποιος είχε πέσει σε κόμμα τα τελευταία 10 χρόνια και ξυπνούσε σήμερα και άκουγε, χωρίς να βλέπει, τον κ. Τσίπρα, το πρώτο που θα έλεγε θα ήταν «βρε, τι έπαθε η φωνή του Καραμανλή και άλλαξε έτσι;»
Βλέπουμε λοιπόν ότι ο κ. Τσίπρας έχει ένα προσόν: Μεταλλάσσεται ανάλογα με τις πολιτικές του ανάγκες. Και μέσα από την μετάλλαξή του επιχειρεί – και μέχρι σήμερα το πετυχαίνει- να κερδίζει τις λαϊκές μάζες. Στη ζωή και στη βιολογία βέβαια, η μετάλλαξη αυτή έχει μια άλλη ονομασία. Αποκαλείται χαμαιλεοντισμός, έκφραση διόλου τιμητική στην πολιτική.
Αυτόν λοιπόν τον πολιτικό αναζητεί τρόπο να κερδίσει η Νέα Δημοκρατία. Και μέσα από τη διαδικασία εκλογής νέου αρχηγού επιχειρεί να βρει τον αντι- Τσίπρα, που θα χαρίσει νίκες και εξουσία τις οποίες έχει στερηθεί εδώ και χρόνια. Γιατί με τον κ. Σαμαρά κυβέρνηση μεν μπορεί να πήρε αλλά χαρές νίκης και εξουσία δεν γεύθηκε…
Αναζητεί λοιπόν εκείνον που θα ξαναφέρει ένδοξες μέρες στο προσκήνιo. Και τον αναζητεί με οποιοδήποτε κόστος… Ακόμα και με το κόστος της αλλαγής της φυσιογνωμίας της…
Είναι όμως αυτό σωστό; Μπορεί να γίνει αποδεκτό από τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της; Ή τελικά πρέπει να συμβεί γιατί στη ΝΔ έμειναν μόνο οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι και αυτοί φθίνουν, αφού ηλικιακά μεγαλώνουν και ένας – ένας υφίστανται τη βιολογική φθορά; Γιατί δεν εξηγείται διαφορετικά το ότι η νεολαία έχει αρχίσει να εγκαταλείπει τη ΝΔ. Αρκεί όμως ένας νέος να φέρει ξανά τη νεολαία στη Νέα Δημοκρατία; Ή χρειάζεται κάτι περισσότερο;
Σίγουρα ένα νέο και συμπαθητικό πρόσωπο είναι πιο ελκυστικό από το πρόσωπο κάποιου που θεωρητικά έχει φθαρεί επί χρόνια στην πολιτική ζωή της χώρας. Αρκεί όμως αυτό ώστε η συμπάθεια ή ελκυστικότητα να μετατραπεί σε ψήφους; Αρκεί ένα συμπαθητικό πρόσωπο για να φέρει τις αλλαγές που χρειάζεται η πολιτική ζωή στη χώρα και η κοινωνία μας;
Αν πιστεύουμε ότι η πολιτική είναι life style και έτσι πρέπει να παραμείνει, τότε σίγουρα αρκεί και περισσεύει.
Αν πιστεύουμε ότι επιτέλους οι πολιτικοί μας πρέπει να ξαναγυρίσουν στην πολιτική, γιατί αυτό επιβάλλει η αντιμετώπιση των γιγαντιαίων προβλημάτων που βαρύνουν τη χώρα, τότε σίγουρα δεν αρκεί.
Αν πιστεύουμε ότι όλα πάνε καλά, αρκεί. Αν πιστεύουμε ότι πολλά πρέπει να αλλάξουν, δεν αρκεί. Χρειάζεται κάτι περισσότερο. Χρειάζονται προτάσεις καινοτόμες. Ρηξικέλευθες. Που να συνάδουν, όμως με τις ιδεολογικές αρχές και τις θέσεις της κεντροδεξιάς παράταξης που έχει ιδρύσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Γιατί ακούσαμε κι αυτό. Ότι καλά είναι όσα είπε το 1974 ο Καραμανλής αλλά η παράταξη μετεξελίσσεται και αλλάζει. Καμία αμφιβολία. Τα κόμματα δεν είναι κάτι στατικό. Προσαρμόζονται στην πραγματικότητα και στις ανάγκες της ζωής. Πώς όμως; Πάντα με σεβασμό στις αρχές και τις αξίες που πρεσβεύουν. Γιατί όταν μεταλλάσσονται αργά ή γρήγορα έχουν την τύχη του ΠΑΣΟΚ. Γιατί αλήθεια να ψηφίσει κάποιος το σημερινό ΠΑΣΟΚ αφού προγραμματικά έχει απορροφηθεί και καλυφθεί πλήρως από τη ΝΔ; Το γεγονός όμως ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάσσεται και προσχωρεί σε πιο κεντρογενή μονοπάτια δεν σημαίνει ότι η ΝΔ πρέπει να πάει πιο Δεξιά για να διαφέρει. Αν σε κάτι πρέπει να διαφέρει η ΝΔ είναι η σταθερότητα στις θέσεις και στις αρχές της που διακατέχονται από την αρχή ότι κάθε απόφασή της πρέπει να υπηρετεί πρωτίστως το έθνος και το λαό και μετά το κόμμα.
Η προσέγγιση της νεολαίας για να μην είναι πρόσκαιρη πρέπει να είναι βασισμένη σε αρχές και αξίες και στις ανάγκες της εποχής που από τη μια απαιτούν ενότητα δυνάμεων και συνεννόηση, και από την άλλη ρήξεις εκεί που χρειάζεται αφού σε καμία περίπτωση η παράταξη δεν πρέπει να φορτώνεται πολιτικά λάθη άλλων. Αλλά κυρίως ρήξεις με τις νοοτροπίες που μας οδήγησαν στη σημερινή τραγική κατάσταση που βιώνει η χώρα, ρήξεις με τις νοοτροπίες που εμποδίζουν την έξοδο από την κρίση, την ώρα που άλλες χώρες όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Κύπρος που μπήκαν σε μνημόνιο μετά από εμάς, κατάφεραν ήδη να βγουν από τα μνημόνια, χάρη στη βούληση των πολιτικών τους ταγών.
Και φυσικά η προσέγγιση της νεολαίας μπορεί να γίνει προτείνοντας λύσεις στα προβλήματα που την απασχολούν. Και το μεγαλύτερο πρόβλημα, το πρόβλημα που κάθε μέρα που περνά λαμβάνει όλο και μεγαλύτερες εθνικές διαστάσεις, είναι το πρόβλημα της ανεργίας. Ένα πρόβλημα που σκοτώνει τα όνειρα των νέων. Που δεν τους δίνει το δικαίωμα καν να κάνουν όνειρα. Που τους στερεί το μελλοντικό χαμόγελο. Που τους στερεί την ελπίδα στη ζωή.
Οι νέοι στράφηκαν στον Τσίπρα γιατί τους έταξε ελπίδα και τους πούλησε εθνική υπερηφάνεια κι εθνική αξιοπρέπεια.
Ούτε ελπίδα, ούτε εθνική αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια βίωσαν αυτούς τους εννέα μήνες. Του έδωσαν μια δεύτερη ευκαιρία γιατί η ΝΔ μέχρι σήμερα παραδέχθηκε μόνο τα λάθη που έγιναν σε επικοινωνιακό επίπεδο για την περίοδο που κυβερνούσε, και από τα λάθη ουσίας μόνο αυτό του ΕΝΦΙΑ. Ο λόγος που οι εκάστοτε ηγεσίες της ΝΔ παραδέχονται το λάθος του ΕΝΦΙΑ δεν είναι ότι πρόκειται για μέτρο ξένο προς την ιδεολογία της, όπως ξένη προς την ιδεολογία της είναι εν γένει η υπέρμετρη φορολόγηση, αλλά γιατί της στέρησε ψήφους. Μπορεί με αυτή τη λογική να προσελκύσει τους νέους που δεν έχουν ακούσει ακόμα τη λέξη συγγνώμη από τα χείλη κανενός ηγετικού στελέχους της ΝΔ;
Η ΝΔ είναι γεγονός ότι βρίσκεται μπροστά στο πιο κρίσιμο σταυροδρόμι της. Από τις αποφάσεις που θα λάβουν οι ψηφοφόροι της στην εκλογή προέδρου θα κριθεί το μέλλον της παράταξης. Περιθώριο κι άλλης ήττας δεν έχει… Αλλά για να νικήσει, ο πρόεδρός της θα πρέπει να δώσει όραμα κι ελπίδα στους Έλληνες και κυρίως στους νέους, κάνοντας προτάσεις για το πώς θα αντιμετωπισθούν τα μεγάλα τους προβλήματα και ιδιαίτερα αυτό της ανεργίας. Όραμα, όμως, κι ελπίδες που μπορεί να υλοποιήσει. Γιατί οι νέοι αυτή τη φορά θα είναι οι πιο αυστηροί κριτές.