Η μάνα του … έφυγε.
Το σπίτι που τον γέννησε
γκρεμίστηκε.
Δάκρυα τώρα ξεδιψούν
το άγιο σπίτι, το σάρκινο,
που κάποτε τον καμάρωνε,
που παγωμένα τον κοιτάζει τώρα.
Οι εικόνες του,
οι πολλές, οι ζεστές,
τον θρυμμάτισαν.
Κομάτια χέρια απέμειναν
να θωπεύουν τα μαρμαρένια μάγουλα.
«Γεια σου μάνα» ψέλισε.
Ένα σπίτι μέσα του γκρεμίστηκε.
Όλα που το γέμιζαν
πρόλαβε και τα πήρε μαζί του.
Η μάνα του ήταν μέσα του.
Ξεγέλασε τη γης.
Της έδωκε το άψυχο κουφάρι της.