γράφει ο Δρ. Παναγιώτης Καρκατσούλης.
Όταν το μακρινό 2015 η νεότευκτη κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ επιδόθηκε σε μια πρωτοφανή παραγωγή πράξεων νομοθετικού περιεχομένου (ΠΝΠ) και πράξεων υπουργικού συμβουλίου (ΠΥΣ), πολλοί διερωτήθηκαν εάν η πρακτική εκείνη προοιώνιζε μια δημοκρατική εκτροπή. Άλλοι, περισσότερο καλοπροαίρετοι, απέδιδαν την υποκατάσταση της Βουλής από την Κυβέρνηση σε άγνοια των βασικών κανόνων της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Η κυβέρνηση Τσίπρα ψήφισε μέσα σ’ έναν χρόνο όσες ΠΝΠ και ΠΥΣ είχαν ψηφίσει οι κυβερνήσεις Παπανδρέου, Σαμαρά και Παπαδήμου μαζί. Η πρακτική εκείνη στιγματίστηκε από το σύνολο της αντιπολίτευσης ως προσπάθεια της μικρής ομάδας του «Μαξίμου» να καταλάβει το κράτος. Οι πολιτικές και οικονομικές λεπτομέρειες της εποχής που έγιναν, εντωμεταξύ γνωστές, εδραίωσαν την πεποίθηση σε πολλούς ότι το κωμειδύλλιο για την επανάσταση στην Ευρώπη και την απελευθέρωση της χώρας από τη «χρεοδουλοπαροικία» δεν ήταν παρά μια προσπάθεια εγκατάστασης ενός αυταρχικού καθεστώτος στην χώρα.
Μια πιο προσεκτική θεωρητική εξέταση των πεπραγμένων της περιόδου εκείνης, όμως, δεν έγινε. Μπορεί η «κατάσταση εξαίρεσης», για να χρησιμοποιήσω τον γνωστό από τον Giorgio Agamben όρο, την οποία επεχείρησε να επιβάλει ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση να ματαιώθηκε αλλά η φιλοσοφία διακυβέρνησης έμεινε. Οι έκτακτες ανάγκες και οι εξαιρέσεις έγιναν αποδεκτές, υποδορείως, ως μια νομιμοποιημένη μορφή άσκησης εξουσίας σ’ ένα δημοκρατικό πολίτευμα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η απόφαση της κυβέρνησης της ΝΔ να περάσει με ΠΝΠ μια σειρά επιτάξεων ιδιοκτησιών και περιουσιών, προκειμένου να δημιουργήσει εκεί κλειστά προαναχωρησιακά κέντρα, στιγματίστηκε ως αντι-δημοκρατική πρακτική από ελάχιστους. Κι απ’ αυτούς που κριτικάρουν την κυβερνητική ενέργεια, ακόμη λιγότεροι στιγματίζουν όχι μόνο την επίταξη αλλά και τη θέση της σε ισχύ μέσω ΠΝΠ.
Πρέπει, όμως, να είμαστε σαφείς στο σημείο αυτό. Η συχνή κήρυξη καταστάσεων έκτακτης ανάγκης και οι σχετικές διαδικασίες που κάμπτουν τη διαφάνεια δεν συνιστούν από μόνες τους χούντες ή όποια άλλα δραματικά διαδίδουν οι Συριζαίοι. Σύμφωνα με τη διατύπωση του Agamben: «Η κατάσταση εξαίρεσης δεν συνιστά δικατατορία αλλά έναν κενό χώρο δικαίου μέσα στον οποίο όλοι οι νομικοί ορισμοί έχουν αδρανοποιηθεί». Αυτό που εννοεί ο φιλόσοφος είναι ότι οι κανονιστικές ρυθμίσεις που αφορούν παρόμοια θέματα σε μια περίοδο κανονικότητας αίρονται και βρισκόμαστε μπροστά σε μια αγεωγράφητη περιοχή η οποία μπορεί να καταλήξει σε καθεστώς.
Αντιλαμβάνομαι ότι οι κυβερνητικοί θα προσπαθήσουν να δικαιολογήσουν την απαράδεκτη αυτή απόφαση με το επιχείρημα ότι η κατάσταση στο προσφυγικό-μεταναστευτικό έχει ξεφύγει και, υπό την έννοια αυτή, βρισκόμαστε σε μια απρόβλεπτη και επείγουσα ανάγκη. Μια πιο προσεκτική, όμως, εξέταση των περπαγμένων της πολιτείας τους δείχνει ότι οι συνεχείς παλινωδίες τους στο θέμα αυτό αποκάλυπτουν ότι δεν υπήρχε κανένα σχέδιο αντιμετώπισής του.
Χωρις να συγχωρεί κανείς τις ιστορικές ευθύνες του ΣΥΡΙΖΑ που άφησε τη χώρα απροστάτευτη και οδήγησε στο να κλείσουν τα σύνορα των γειτονικών χωρών και να εγκλωβιστούν στην Ελλαδα εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες, νόμιμοι και παράτυποι, η ΝΔ προσπάθησε να αντιμετωπίσει τη διόγκωση των ροών με αλυσιτελείς αυτοσχεδιασμούς. Μεταξύ αυτών συγκατελέγονται και οι δομές φιλοξενίας στην ενδοχώρα που συναντούν τη σφοδρή αντίσταση των τοπικών κοινωνιών ου μην αλλά και των αιρετών που έχουν εκλεγεί με τη ΝΔ. Η πίεση που ασκείται στην κοινοβουλευτική της ομάδα είναι μεγάλη και, προκειμένου να ελεγχθεί, η κυβέρνηση επιλέγει να προχωρήσει με την «ασφαλή» οδό της ΠΝΠ. Όταν, όμως, μια κυβέρνηση προσπαθώντας να επιλύσει τα εσωτερικά της προβλήματα, αποφασίζει να κινηθεί στα όρια του κράτους δικαίου, χρησιμοποιώντας οδούς και διαδικασίες που προσιδιάζουν μόνο σε έκτακτες ανάγκες, τότε φλερτάρει ανοιχτά με την εκτροπή από το δημοκρατικό πολίτευμα. Διότι, εν τέλει, πολύ πιο σημαντικό από τις επιτάξεις της ΝΔ, είναι ο τρόπος που αποφάσισε να τις κάνει.
Ακόμη κι αν το σχέδιό της ευοδωθεί, θα έχουμε κάνει ένα ακομη βήμα προς τη «μετα-δημοκρατία», δηλαδή, προς την ακύρωση της δημοκρατίας. Και, πάντως, καλό είναι να θυμηθούμε στην επόμενη κήρυξη έκτακτης ανάγκης ότι έτσι στρώνεται ο δρόμος για την εκροπή. Έτσι εδραιώνεται τη αντίληψη που απέδωσε καλύτερα όλων ο Carl Schmitt λέγοντας ότι «Κυρίαρχος είναι αυτός που αποφασίζει για την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, άρα, η εξουσία του εδράζεται στην εξαίρεση: Ο νόμος και το δίκαιο ταυτιζονται με την κατάσταση εξαίρεσης».
Πιο σημαντικό από την επίταξη, πιο σημαντικό από τη συνοχή της ΝΔ, πιο σημαντικό από το κομματικό παίγνιο, είναι η Δημοκρατία. Γι’ αυτήν ας γρηγορούμε. Χρέος μας είναι να αποσοβήσουμε την ανήκεστη βλάβη που μπορούν να της προξενήσουν οι άφρονες που την πληγώνουν.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε και στην AthensVoice