Η παρούσα συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ παραμένοντας χαμένη στην ονειροπόληση περί «καθαρών εξόδων» από τα μνημόνια, μαζί με τους μποναμάδες της και τα πολιτικάντικα επικοινωνιακά συμπαρομαρτούντα της, φαίνεται πως επιχειρεί για μια ακόμα φορά να παρασύρει την κοινή γνώμη μακριά από την εξαιρετικά δυσχερή πραγματικότητα και την γκρίζα ουσία της εξέλιξης της οικονομίας και της κοινωνίας μας.
Το βασικό που επιδιώκει, κατά τα φαινόμενα, είναι να καταφέρει να αποσπάσει για μια ακόμα φορά την προσοχή από την ιδιαζόντως κρίσιμη παγκόσμια πραγματικότητα που μας περιβάλλει και μας αφορά άμεσα. Και, κυρίως, από την συνειδητοποίηση πως κόσμος ολόκληρος γύρω μας αλλάζει δραστικά και αναπόδραστα ενώ εμείς συνεχίζουμε να ολιγωρούμε στα πλέον σημαντικά.
Στο εξελισσόμενο παγκόσμιο εργοτάξιο σήμερα, λοιπόν, οι κανόνες καθίστανται όλο και πιο αυστηροί, παραμένοντας σε συνεχή αναδιάρθρωση, επί το οξύτερο. Για όλα τα εθνικά παραγωγικά συστήματα το ερώτημα τίθεται, πλέον, με κάθετο τρόπο: Ή αποδεικνύεις στην παγκόσμια αγορά πως η παραγωγή σου είναι υψηλοτάτου επιπέδου –οπότε έτσι δικαιολογείς τις «ζουμερές» τιμές σου…- ή η παραγωγή σου είναι πραγματικά ελκυστικά χαμηλού κόστους –οπότε ο διεθνής πελάτης σου συγχωρεί, κάπως, την σχετική ποιοτική υστέρηση της…- ή τα καταφέρνεις και τα δύο μαζί –καλή τιμή και συγχρόνως ικανοποιητική ποιότητα. Αλλιώς, τίποτα…
Ο παγκόσμιος ανταγωνισμός σε πετάει έξω. Το κλείνεις το «μαγαζί», αργά ή γρήγορα, δηλαδή. Και μαζί καταδικάζεσαι στην συνεχή μείωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών σου. Και εδώ δεν υπάρχουν θαύματα: Ή αποδεικνύεις έμπρακτα ως παραγωγικό σύστημα την ικανότητα και την αποτελεσματικότητα σου σε διεθνείς όρους ή παραμένεις κολλημένο στην αναπαραγωγή της φτώχειας σου…
Ακριβώς αυτή είναι, με πολύ απλά λόγια, η σκληρή ζυγαριά της ανταγωνιστικότητας στην τρέχουσα δυναμική της παγκοσμιοποίησης που μας ακουμπά άμεσα…
Και εμείς εδώ στην Ελλάδα, άραγε, τι κάνουμε;
Στην πραγματικότητα, ελάχιστα. Εν τω μεταξύ, η εθνική μας παραγωγή αγκομαχά, διακλαδικά, μέσα στην μέγγενη του παγκόσμιου ανταγωνισμού, στην ανεπάρκεια της εξωστρέφειας της και στην κατήφεια της επενδυτικής άπνοιας στην χώρα μας…
Και αυτό γιατί πολύ φτηνοί δεν μπορούμε, πλέον, να είμαστε στην παγκόσμια αγορά. Αλλά και να το επιδιώκαμε συστηματικά, ποιο το νόημα; Το «κινέζικο» μοντέλο ανάπτυξης μπορεί να είναι το μέλλον μας; Όχι, δεν μπορεί. Ένα ευρωπαϊκό επίπεδο ζωής και κοινωνικής οργάνωσης δεν μπορεί να στηριχτεί σε μισθούς και παροχές «Κίνας»…
Έχουμε όμως, μήπως, την πανύψηλη ποιότητα ή, έστω, επαρκώς ελκυστική ποιότητα σε σχέση με τις τιμές μας, σε ό,τι κάνουμε, για να το αποφύγουμε αυτό; Όλα δείχνουν πως όχι, δυστυχώς: Είμαστε πολύ ακριβοί για την ποιότητα που δίνουμε. Και η ανεπαρκής ανταγωνιστικότητα του παραγωγικού μας συστήματος συνεχίζει να βρίσκεται στην κατηφόρα, παρόλη την οδυνηρή συμπίεση του εργασιακού κόστους, τα τελευταία χρόνια…
Μα τι μπορούμε να κάνουμε;
Μονάχα η εστίαση στην υψηλή ποιότητα μπορεί να μας προσφέρει μια βιώσιμη και ικανοποιητική διέξοδο από την κρίση μας, εκτιμώ και καταλήγω. Δεν βλέπω άλλη υγιή διέξοδο για το κοινωνικοοικονομικό μας σύστημα…
Αλλά προσέξτε η ποιότητα δεν είναι αυτό που στενά και μυωπικά έχουμε «μάθει» να εννοούμε στην Ελλάδα. Ποιότητα δεν είναι, απλώς, το «μοναδικό ηλιοβασίλεμα» των νησιών μας, ούτε μονάχα η «αγνότητα» του ελαιόλαδου μας… Η ποιότητα είναι κάτι πολύ δυσκολότερο, κάτι πολύ πιο δύσκολο και πολυσύνθετο στην επίτευξη του. Σημαίνει, τελικώς, υψηλή και ολοκληρωμένη ικανοποίηση του σύγχρονου διεθνούς πελάτη, όπως αυτός την εννοεί την ικανοποίηση του και όπως αυτός την ζητά από ένα προϊόν, με τις δικές τους προδιαγραφές και τις ειδικές απαιτήσεις του: Όχι πως την βλέπεις εσύ, ως παραγωγός, αλλά όπως την αντιλαμβάνεται και την αξιολογεί αυτός, ως πελάτης…
Η υψηλή ποιότητα προϋποθέτει, λοιπόν, με ανελαστικό τρόπο πλέον, συνεκτικό σχεδιασμό, κάλυψη όλο και υψηλότερων παραγωγικών στάνταρτς, όλο και πιο αποτελεσματική εφοδιαστική αλυσίδα, όλο και πιο ολοκληρωμένο μάρκετινγκ και τόσα άλλα…
Προαπαιτεί, στο βάθος της, στρατηγική ευθυκρισία και επαγρύπνηση, συνεχή τεχνολογικό εκσυγχρονισμό και συστηματική αφομοίωση σύγχρονων διαχειριστικών μεθοδολογιών, μέσα στις επιχειρήσεις μας. Απαιτεί δραστική καινοτομία και αποτελεσματική διαχείριση της αλλαγής. Απαιτεί επιστημονικά εργαλεία και εξειδικευμένη γνώση…
Και όλα αυτά, τα απολύτως αναγκαία πλέον, φυσικά δεν πρόκειται να πέσουν από τον ουρανό…
Ο αγώνας της ανταγωνιστικότητας στην χώρα μας περνά άφευκτα μέσα από την παραγωγή, διάχυση και αφομοίωση σύγχρονης και συστηματικής τεχνολογικής, παραγωγικής και επιχειρηματικής γνώσης: Δεν είναι, απλώς, ζήτημα χρηματοδότησης και ρευστότητας, όπως ορισμένοι λανθασμένα διατείνονται. Και σε ακριβώς αυτό το σημείο αναδύεται η άμεση ανάγκη της αποτελεσματικής και πολύπλευρης σύνδεσης των Πανεπιστημίων μας με τον κόσμο της παραγωγής μας.
Ναι, πρόκειται, αναμφίβολα, για ένα εξαιρετικής σημασίας αλλά και δυσκολίας έργο. Αλλά εδώ ακριβώς βρίσκεται, στα μάτια μου, η ουσιωδέστερη μάλλον πτυχή της οφειλόμενης προσπάθειας για την δόμηση ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου για την χώρα μας, για την αναγέννηση της οικονομίας και της κοινωνίας μας.
Εδώ, και όχι στις αφελείς προβλέψεις περί «ανάκτησης της ανεξαρτησίας μας από τα μνημόνια», τις υστερόβουλες «αυταπάτες» και την υφέρπουσα δημαγωγία, στις οποίες αρέσκεται η παρούσα συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Δυστυχώς…