γράφει η ιστορικός τέχνης Αννίτα Πατσουράκη
Η Εύα Διβάρη είναι η εικαστική δημιουργός που διατηρεί με συνέπεια την καλλιτεχνική της πορεία ενώ παράλληλα ανταποκρίνεται σε καινούργιες θεματολογικές αναζητήσεις.
Έχοντας καταξιωθεί και ταυτιστεί με τα “Ναυπηγεία¨, τις “Δίνες”, αλλά και με ανθρωποκεντρικά κοινωνικά θέματα, εμφανίζεται αιφνιδιαστική και απρόσμενα καυστική στον εικαστικό της λόγο, στην παρουσίαση “γυμνά-λουλούδια”.
“Αφορμή για τη δημιουργία του συγκεκριμένου έργου ήταν η συμμετοχή μου σε ομαδική έκθεση με το αντίστοιχο θέμα”, αναφέρει η ίδια. “Είχα ήδη πραγματευτεί τις αντίστοιχες θεματικές ενότητες στο παρελθόν, σε μεμονωμένη ανάπτυξη, αλλά ποτέ σε ενιαία απόδοση. Αυτό το θέμα ήταν για μένα εξαιρετική πρόκληση και μου ανέσυρε πολλαπλά συναισθήματα και με οδήγησε σε διάφορους συνειρμούς…”.
Ένα ζευγάρι, νεανικό, ως σύγχρονοι Αδάμ και Εύα, στέκουν όρθιοι και αντικριστά σε γνώριμη εικαστική εκδοχή. Τα σώματα γυμνά, ακάλυπτα. Τα βλέμματα χαμηλωμένα, αμήχανα και φοβισμένα. Ο άντρας, στον αρχέτυπο ρόλο του, “προσφέρει” ένα κόκκινο τριαντάφυλλο στη γυναίκα. Το λουλούδι ζωηρό και έντονο καλύπτει επιτηδευμένα την αρσενική γυμνότητα και προσεγγίζει το γυναικείο σώμα με διακορευτική ορμή.
Δύο άνθρωποι σε ρεαλιστική απεικόνιση, στην μεταφορική απόδοση ενός κοινωνικού στιγμιότυπου και στη διαχρονική συναισθηματική διαμάχη ανάμεσα στα δύο φύλα.
Σε φόντο ενιαίο μαύρο με δειλά ντεγκρανταρίσματα χρώματος και με δυσδιάκριτα τα ίχνη μιας κουρτίνας, από αναπάντεχες πινελιές χρώματος, ο χώρος γίνεται συμβολικά φορτισμένος. Το μαύρο χρώμα αποκαλύπτει την αίσθηση του τέλους, με κάποια υπόνοια επιδιωκόμενης αναγέννησης.
Το ζευγάρι σκιαγραφείται από το σταθερό, αυστηρό και λιτό περιγραφικό σχέδιο, που χαρακτηρίζει τη γραφή της δημιουργού. Οι λεπτομέρειες τονίζονται για την ουσιαστική απόδοση της περιγραφής και για την ανάδειξη των όγκων. Οι φόρμες καταγράφονται με έμφαση και διαχωρίζουν αισθητά την κάθε φιγούρα. Τα καθαρά γραμμικά περιγράμματα, επιλεκτικά τονισμένα, αναδεικνύουν τις αμφότερες συναισθηματικές φορτίσεις.
Η απουσία του χρώματος προσδίδει την εντύπωση του γλυπτού μαρμάρου που αφήνει η ασπρόμαυρη εκδοχή και κάνει έκδηλη την έλλειψη επικοινωνίας και την απομάκρυνση του ζευγαριού. Ανάμεσά τους υπονοείται ένας συνεχής, χωρίς λόγια, διάλογος. Ένα συναισθηματικό αδιέξοδο και ένας ψυχικός εγκλωβισμός σε σκέψεις πολλαπλές. Στον αντίποδα του έρωτα που υπήρξε ανάμεσά τους, η μνήμη και η προσπάθεια να δοθεί μια ευκαιρία, ως συνέχεια, στην αλλαγή που έγινε.
Οι δύο μαζί, ως άντρας και γυναίκα, αποτελούν τη διαιώνιση της ζωής, τη γονιμότητα και την ολοκλήρωση. Είναι μορφές που διαθέτουν εκφραστική δύναμη και δεσμεύονται με ευαισθησία. Η συγκινησιακή ένταση ανάμεσά τους αναζητά την αλήθεια και καταγράφει την ανατομία της ανθρώπινης ψυχής.
Το ανθρώπινο σώμα εσωκλείνει το σύμβολο και την έκφραση της ψυχής. Μέσα από τη γύμνια του μεταμορφώνεται σε ιερή θεότητα αγάπης, αγνότητας και κάλλους, χωρίς ταυτότητα και προσωπείο.
Οι γυμνές μορφές εκπέμπουν έναν διακριτικό ερωτισμό, το σώμα εμφανίζεται οικείο,αφήνοντάς μας τη δυνατότητα να ανακαλύψουμε τη σιωπή του σώματος και την μοιραία ερωτική πλάνη. Ο αυθεντικός εαυτός αποκαλύπτεται, οι άμυνες εγκαταλείπονται, η ντροπή περιθωριοποιείται. Η πνευματική φύση προβάλλεται και μαζί της, κάθε ευάλωτη πλευρά μας. Η αγάπη για την αλήθεια και την αποκάλυψη είναι προκλητικά εντός μας.
Η γυναίκα, ως Εύα, ως αρχέτυπο του θηλυκού πειρασμού, ως μητέρα του ανθρώπινου είδους, με το στήθος της ακάλυπτο, σε στρογγυλή φόρμα που να θυμίζει το μήλο της Αμαρτίας, γίνεται η αναφορά στο μέσο της αποπλάνησης, της εξαπάτησης.
Η κίνηση της γυναίκας να πατά πάνω στα ακροδάχτυλα του άντρα δείχνει διάθεση επικοινωνίας, προσέγγισης, επιλεκτικού αισθησιασμού ακόμα και επιβλητικής κυριαρχίας αλλά με δειλό και διακριτικό τρόπο. Η γυναικεία φιγούρα δείχνει σκεπτική, απόμακρη και προβληματισμένη από τη “ρομαντική προσφορά”. Το βλέμμα της καθαρό, προδίδει μοναξιά και βρίσκεται βυθισμένη σε σκέψεις από στιγμές ευτυχισμένης αναπόλησης ή προσδοκίας.
Ο άντρας αντίστοιχα στέκει ικετευτικός, πιθανόν και ενοχικός. Το κεφάλι σκυμμένο, το βλέμμα αδιόρατο, με υποθετική εσωτερική αγωνία. “Προσφέρει”, προσμένοντας, επιδιώκοντας…
Το κόκκινο τριαντάφυλλο, ταυτισμένο με αίμα ή και με τα γυναικεία γεννητικά όργανα, στρέφεται με ανοδική, επιθετική δύναμη, προς το μέρος εκείνης. Το σύμβολο του ανδρισμού εκδηλώνει την ικανότητά του για διείσδυση και υπεροχή, που γίνεται ταυτόχρονα δημιουργικό, θεραπευτικό, γόνιμο. Το δώρο του είναι για την προσοχή που επιθυμεί και την ανάγκη καταξίωσής του. Είναι προσφορά και δήλωση αγάπης που εκδηλώνεται με αίτιο. Είναι ο λόγος που ενδεχομένως διατηρείται ένας ερωτικός δεσμός προς αποφυγή της μοναξιάς. Αν και η μοναξιά που φέρει το τέλος ενός έρωτα, είναι ακόμη μεγαλύτερη. Τότε, το συναίσθημα του αποχωρισμού είναι επώδυνο και η μοναξιά γίνεται αβάσταχτα ανυπόφορη.
Η Εύα Διβάρη ανασύρει από το εικαστικό παρελθόν της αποσπασματικές θεματικές επιλογές που ενσωματώνει με ανανεωτική πραγματεία στη ζωγραφική της. Η γραφή της, συνεχίζει τα αναγνωρίσιμα ιδιώματα της, με τη χρωματική αφαίρεση, τη φορμαλιστική λιτότητα, τη σχεδιαστική ικανότητα. Με κριτική σκέψη καταδεικνύει αποχρώσεις συναισθημάτων και συντεταγμένες ψυχής, με τη σημαίνουσα δυναμική ενός συμβόλου, όπου
“Η αγάπη δεν έχει καμία σχέση με ό,τι περιμένεις να πάρεις,
παρά μόνο, με αυτά που έχεις να δώσεις,
δηλαδή, τα πάντα!”
Κάθριν Χέπμπορν