Ισχύει όμως η ελευθερία του λόγου να φωνάξεις «φωτιά» μέσα σε ένα γεμάτο θέατρο; Είναι ελευθερία λόγου να πεις σε μια κυρία ότι είναι άσχημη ή ότι είναι παχιά; Είναι ελευθερία του λόγου να μιλάς ή να γράφεις για να υποθάλπεις ή να παρακινείς στη βία; Η κοινή λογική λέγει πως όχι. Δεν μπορείς να φωνάξεις φωτιά σε ένα κλειστό χώρο ούτε να πεις σε μια κυρία ότι έιναι άσχημη. Το πρώτο είναι επικίνδυνο, το δεύτερο απρεπές. Και δεν καταλαβαίνω γιατί η ελευθερία της βίας έχει γίνει αποδεκτή και θεωρείται δεδομένη ακόμα και στη παρακίνηση για καταστροφή, για μίσος ή ακόμα και για θάνατο. Και είναι θλιβερόν ότι χρησιμοποιείται αυτή η ελευθερία του λόγου περισσότερο από αυτούς που θεωρούν εαυτούς «προοδευτικούς» και «δημοκρατικούς». Στο όνομα της δημοκρατίας δηλαδή, καταργούμε τη δημοκρατία. Στο όνομα της ελευθερίας του λόγου, σταματάμε να μιλάμε και καταφεύγουμε στη βία. Και το βλέπουμε καθαρά όταν η απεργία, αντί να ειναι τελευταία επιλογή, μετά την αποτυχία των συνομιλιών, είναι η πρώτη αντίδραση σε οποιαδήποτε διαφωνία μεταξύ εργοδοσίας και εργαζομένων. Αντί να συζητούμε πρώτα, απεργούμε πρώτα και μετά καλούμε για να συζητήσουμε.
Είναι ακατανόητο και ακαταλόγιστο, ότι σε μια κοινωνία, που θέλει να θεωρείται πολιτισμένη, έχει αποδεχθεί με τόση ευκολία την ελευθερία της βίας. Την έχουν θεοποιήσει. Η χρήση βίας θεωρείται σαν ο μόνος τρόπος επίλυσης των διαφορών μας, με αποτέλεσμα να μη προκαλούν καμία εντύπωση πια οι καταστροφές που προκύπτουν κατά τη διάρκεια των «αγώνων» των διάφορων κοινωνικών ομάδων όταν διαδηλώνουν. Τα δεχόμαστε σαν φυσικά φαινόμενα. Οι απεργίες, οι καταλήψεις, οι φωτιές, οι καταστροφές περουσιών, ακόμα και οι θάνατοι, δεν μας προκαλούν καμιά εντύπωση. Κουνάμε τους ώμους και, γεγονότα συμβαίνουν. Ακόμα και μέσα στη Βουλή, στο ναό της δημοκρατίας, το βήμα της χρησιμοποιείται, όχι για έκθεση απόψεων και προτάσεων, αλλά για να εξακοντίζονται ύβρεις και απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί εναντίον αλλήλων και για να προτρέπουν στη καταφυγή της βίας. «Ανατροπή», προτείνουν οι αντιπρόσωποι κομμάτων. Δείχνουν ότι αγνοούν τελείως, ότι αν προτείνεις ανατροπή, δεν μπορεί να θεωρείσαι δημοκρατικός και δεν μπορείς να λέγεσαι βουλευτής. Και όμως, οι βουλευτές μας ηγούνται διαδηλώσεων που χρησιμοποιούν τη βία και παρακινούν σε καταστροφές. Η βία έχει επικρατήσει σε όλες τις εκδηλώσεις της κοινωνίας. Τη συναντάμε παντού. Ακόμα και στην Εκκλησία όταν σπρώχνονται ποιος θα πάρει πρώτος τη Θεία Κοινωνία. Αν ο υπουργός δεν θέλει να μας δει, έχουμε το δικαίωμα να σπάσουμε τις πόρτες του γραφείου του και να μπούμε. Κανενός δεν ιδρώνει το αυτί. «Ο λαός στην εξουσία» είναι καθαρή επίκληση στη βία, και δεν αρμόζει να λέγεται από ανθρώπους που λένε ότι είναι δημοκρατικοί. Αν ήταν έτσι, το πολίτευμα θα έπρεπε να αποκαλείται «λαοκρατία». Με τη καθιέρωση της λέξης «δημοκρατία», ο Κλεισθένης δεν εννοούσε την επικράτηση του άναρχου λαού, αλλά του «Δήμου», της οργανωμένης κοινωνίας. Την ισονομία και την ισορροπία, στοιχεία των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του πολίτη. Και ο θείος Σωκράτης μας έδειξε το δρόμο και με το θάνατό του έγινε υπόδειγμα δημοκρατικού πολίτη.
Πρέπει, σαν κοινωνία, να σταματήσουμε να δικαιολογούμε τη βία, απο οπουδήποτε και αν προέρχεται. Είτε αυτή προέρχεται από τα δεξιά είτε από τα αριστερά. Είναι βάρβαρο αν, στην εκτέλεση του δημοκρατικού μας δικαιώματος να απεργούμε, διαδηλώνουμε και καίμε το Βιβλιοπωλείο της Εστίας ή το κτήριο της Μάρφιν με μερικούς υπαλλήλους μέσα. Ακόμα και η δικαστική Εξουσία έχει εξοικειωθεί με τη βία και την έχει αποδεχτεί. Ποια ΑΔΕΔΥ, ποια ΓΣΕΕ, ποιο ΠΑΜΕ, κατηγορήθηκε από τον εισαγγελέα για καταστροφή ξένης περιουσίας ή πλήρωσε για τις ζημιές που προξένησαν στα μαγαζιά της Πανεπιστημίου; Ή, ποιος γονιός πλήρωσε για τη ζημιά του παιδιού του που προκάλεσε στη κατάληψη του σχολείου του; Είναι απαράδεκτο να θεωρείται η βία σαν φυσική συνέπεια και να αμαυρώνεται έτσι η πάλη και οι αγώνες των εργαζομένων.
Πρέπει να ενστερνισθούμε και να μας γίνει συνείδηση ότι, αν στο όνομα της ελευθερίας της έκφρασης και της δημοκρατίας, ενθαρύνουμε και δίνουμε απόλυτη ελευθερία στη βία τότε, σε λίγο, αυτή η βία θα καταργήσει και την ελευθερία και τη δημοκρατία. Και θα αξίζουμε τη τύχη μας.
Αγαπητοί μου αναγνώστες, η ΕΛΛΑΔΑ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ, Α Υ Τ Ο Κ Τ Ο Ν Ε Ι.