γράφει ο Κωνσταντίνος Μαργαρίτης.
Η οικονομία, η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και το άνοιγμα της τουριστικής περιόδου, κυριαρχούν στην ατζέντα της κυβέρνησης.
Η αγωνία στο κατακόρυφο για χιλιάδες εργαζόμενους που προσδοκούν στο άνοιγμα των επιχειρήσεων, για να μπει η χώρα σιγά-σιγά στην κανονικότητα της.
Η ΕΕ αργεί στην υλοποίηση και του ταμείου ανάκαμψης και τα κράτη-μέλη δεν μπορούν να υλοποιήσουν τις δεσμεύσεις τους.
Τα προβλήματα είναι κυρίως οργανωτικά και λιγότερο οικονομικά. Η μετάβαση στην επόμενη μέρα απαιτεί ταχύτητα και ευελιξία. Οι τράπεζες να χρηματοδοτήσουν τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες και να ακολουθήσουν τις προτροπές της διοικήτριας της ΕΚΤ κας Lagarde.
Όταν το μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κ. Fabio Panetta δήλωσε πως οι πολιτικές στήριξης πρέπει να είναι «σκληρότερες, καλύτερες, ταχύτερες, ισχυρότερες», τα σχόλιά του τροφοδότησαν τις προσδοκίες επενδυτών και οικονομολόγων πως οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα αυξήσουν τον ρυθμό των αγορών ομολόγων.
Ο πρόεδρος της Bundesbank κ. Jens Weidmann δήλωσε πρόσφατα πως «δεν θα αποτελεί πηγή ανησυχίας η κάθε μία αύξηση του κόστους χρηματοδότησης», προσθέτοντας πως γενικότερα οι συνθήκες της αγοράς παραμένουν ευνοϊκές.
Ενώ η ΕΚΤ δεν αναμένεται να προχωρήσει σε σημαντικές αλλαγές πολιτικής, ωστόσο η πρόεδρός της κα Christine Lagarde πρέπει να πετύχει μια προσεκτική ισορροπία μεταξύ αυτών των ανταγωνιστικών απόψεων.
Η ΕΚΤ θα δημοσιοποιήσει επίσης επικαιροποιημένες προβλέψεις για την ανάπτυξη. Η οικονομία της ευρωζώνης συρρικνώθηκε κατά 0,7% το δ’ τρίμηνο του προηγούμενου έτους και αναμένεται να συρρικνωθεί περαιτέρω τους πρώτους τρεις μήνες του 2021, διολισθαίνοντας σε διπλή ύφεση μετά την ιστορική συρρίκνωση του περασμένου έτους, όταν ξέσπασε η νόσος covid-19.
Οι οικονομολόγοι ευρύτερα αναμένουν η ΕΚΤ να μειώσει την πρόβλεψή της για το α’ εξάμηνο του έτους, δεδομένου ότι ο υποτονικός ρυθμός του προγράμματος εμβολιασμού στην ΕΕ καθυστερεί την ανάκαμψη. Ο ΟΟΣΑ απηύθυνε έκκληση στις ευρωπαϊκές χώρες να τρέξουν γρηγορότερα.
Αλλά αυτό θα μπορούσε να αντισταθμιστεί από μια βελτιωμένη προοπτική για το υπόλοιπο έτους, με ώθηση και από το πακέτο στήριξης 1,9 τρις. δολαρίων στις ΗΠΑ καθώς και από μια ισχυρή ανάκαμψη στο εμπόριο.
Η Goldman Sachs αναμένει η ΕΚΤ να μειώσει την πρόβλεψή της για το τρέχον έτος στο 3,8% από 3,9%, κάτι που θα αντισταθμιστεί από μια μικρή αύξηση στην πρόβλεψή της για το 2022 στο 4,3% από 4,2%.
Η ευρωζώνη «έσπασε» το σερί πέντε μηνών πτώσης τιμών, με ένα άλμα του πληθωρισμού στο 0,9% τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο. Η κίνηση θα μπορούσε να αποδειχθεί διατηρήσιμη: ορισμένοι αναλυτές προβλέπουν πως το β’ εξάμηνο του έτους ο πληθωρισμός θα μπορούσε να αυξηθεί ακόμα και πάνω από τον στόχο που έχει θέσει η ΕΚΤ, δηλαδή κατά τι χαμηλότερα του 2%.
Αλλά ενώ η ΕΚΤ είναι πιθανόν να αυξήσει τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό για φέτος και το επόμενο έτος, η κα Lagarde αναμένεται να τονίσει πως αυτό αντανακλά αρκετούς εφάπαξ παράγοντες και πως δεν σημαίνει ότι η κεντρική τράπεζα έχει πετύχει τον βασικό της στόχο.
Το σημαντικό νούμερο που θα πρέπει να παρακολουθούμε είναι η πρόβλεψη για τον πληθωρισμό του 2023, που οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι θα παραμείνει αμετάβλητος στο 1,4%.
Οι κεντρικές τράπεζες σε όλον τον κόσμο καινοτομούν σε μια προσπάθεια να τονώσουν την οικονομική ανάκαμψη από την πανδημία.
Η Federal Reserve των ΗΠΑ έχει υποσχεθεί να αφήσει τον πληθωρισμό να ξεπεράσει τον στόχο για να καλύψει το χάσμα της περιόδου που κινούνταν χαμηλότερα του στόχου, ενώ οι κεντρικές τράπεζες της Αυστραλίας και της Ιαπωνίας έχουν υποσχεθεί να διατηρήσουν τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων σε καθορισμένο επίπεδο.
Η νόσος covid-19 έχει επιφέρει αρκετές διαφωνίες στα οικονομικά επιτελεία των κρατών-μελών. Αναζητούνται λύσεις, πολλές φορές με πρόχειρο τρόπο και απαιτούνται οράματα που θα βγάλουν τις χώρες από τα αδιέξοδα και θα τονώσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών.