γράφει ο Νίκος Γκίκας.
Το εσφαλμένο παραγωγικό μοντέλο και η κρίση που επακολούθησε οδήγησαν σε λουκέτο χιλιάδες επιχειρήσεις. Είναι φανερό πως οι θέσεις στον ιδιωτικό τομέα προσφέρουν έσοδα στο κράτος για να συντηρήσει τους υπόλοιπους, ενώ οι απώλειες αυτές οδηγούν το κράτος στην αδυναμία να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του.
Για να δημιουργηθούν όμως νέες θέσεις στον ιδιωτικό τομέα και επομένως να αυξηθούν οι μισθοί και οι συντάξεις απαιτούνται ηπιότερη φορολόγηση, εξορθολογισμός των εισφορών και επενδύσεις. Μάλιστα επενδύσεις ουσίας, Ελληνικό, logistics, μεταφορές, ενέργεια και τεχνολογία με εξωστρεφή προσανατολισμό και όχι ψησταριές, καφετέριες και αρωματικά φυτά. Γιατί οι πρώτες θα δώσουν έσοδα, ενώ οι δεύτερες παραοικονομία.
Οι επιδοματικές πολιτικές τονώνουν πρόσκαιρα την αγορά αλλά φαλκιδεύουν το αύριο, ιδιαίτερα μάλιστα όταν δεν είναι καρπός ανάπτυξης. Προσθέτουν απλά ακόμη μια ημέρα στην υφιστάμενη κατάντια μας, δημιουργώντας πελατειακή προσδοκία. Επιπλέον, δεδομένης της αδυναμίας του παραγωγικού μοντέλου αλλά και του εσφαλμένου προσανατολισμού του, ενισχύουν τις εισαγωγές. Δεν είναι τυχαία η αύξησή τους κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους. Αντίθετα η πλειονότητα των εξαγωγών της χώρας αφορά ευπαθή προϊόντα και όχι υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Το παραγωγικό μοντέλο πάσχει. Η καραμέλα του τουρισμού, της συγκυριακής επιδρομής της low budget society, δημιουργεί πλέον προβλήματα στους πολίτες. Η αντίφαση είναι τεράστια. Από τη μια πλευρά υπάρχει η Ελλάδα των “rooms to let”, των τουριστικών καταλυμάτων και του Airbnb, των αναρίθμητων χώρων εστίασης και των ανεξέλεγκτων κάμπινγκ, με αποτέλεσμα η χώρα να αποτελεί ένα φθηνομάγαζο με τσολιαδάκια, εικονίτσες και λογής χαϊμαλιά. Και από πίσω ένα κράτος αστυνόμος, που διαλαλεί χαιρέκακα ότι πατάσσει τη φοροδιαφυγή. Αλλά το κυνήγι μαγισσών δεν θα σώσει τη χώρα, ούτε ο τουρισμός βέβαια.
Στον αντίποδα είναι η Ελλάδα που δεινοπαθεί και ταλαιπωρείται. Που βιώνει την έλλειψη σχεδίου πολιτικών για λειτουργία μηχανισμών προώθησης και υποστήριξης της επιχειρηματικότητας, από τη φορολογία μέχρι τη γραφειοκρατία. Που εγκαταλείπει τη χώρα ή οδηγείται στην επιχειρηματικότητα της ανάγκης για να μείνει στον τόπο της. Που ακροβατεί στον φαύλο κύκλο της ανεργίας και του περιθωρίου, με αγορά εξαθλιωμένη και μεροκάματα ανύπαρκτα.
Η αποεπένδυση των τελευταίων ετών ήταν τεράστια και η χώρα θα πρέπει πλέον να κάνει άλματα νοοτροπίας στο επενδυτικό και αναπτυξιακό πεδίο. Αλλά πρώτιστα χρειάζεται εμπιστοσύνη και αξιοπιστία προκειμένου για ένα νέο ξεκίνημα.