γράφει η Δήμητρα Καραντζένη.
Ένας μεγάλος διάλογος έχει ανοίξει τελευταία για τα δικαιώματα των ομόφυλων ζευγαριών και ειδικότερα ως προς την κατοχύρωση της δυνατότητας απόκτησης ή υιοθεσίας παιδιών. Μια κουβέντα δύσκολη, πολυδιάστατη, συχνά άβολη και ικανή να προκαλέσει πόλωση και ακραίες αντιδράσεις.
Ας συμφωνήσουμε αρχικά ότι το ενδιαφέρον θα πρέπει να επικεντρωθεί στα ίδια τα παιδιά. Τα παιδιά του ορφανοτροφείου, τα εγκαταλελειμμένα και κακοποιημένα παιδιά, τα παιδιά που βρίσκονται στο δρόμο, ακόμα και εκείνα που δεν έχουν ακόμα γεννηθεί. Τα πράγματα θα ήταν απλούστερα αν αντιλαμβανόμασταν όλοι, χωρίς ‘εάν’ και ‘εφόσον’, ότι οι ανάγκες των παιδιών δεν έχουν φύλο. Οι πραγματικές ανάγκες των παιδιών δε φορούν παντελόνι, πουκάμισο ή φουστάνι. Τα παιδιά ζητούν φροντίδα, προστασία, κατανόηση, υποστήριξη, δοτικότητα και αποδοχή, ένα ασφαλές περιβάλλον να ανθίσουν και κυρίως, ειλικρινή, ανιδιοτελή αγάπη να τα σκεπάσει. Αυτού του είδους την αγάπη που θα βρει κανείς μόνο στη γονεϊκή σχέση, πλην μεμονωμένων, ακραίων, παθολογικών καταστάσεων.
Δεν είναι τα ομόφυλα ζευγάρια ελλειπή ή ανέτοιμα να υποδεχτούν τη γονεϊκότητα. Ανέτοιμη είναι η κοινωνία μας, που, βολικά επενδυμένη το μανδύα του ψευτο-μοντερνισμού – τον οποίο επικαλείται ανά περίπτωση με πάσα ιδιοτέλεια – βαθιά μέσα της παραμένει προσκολλημένη σε στεγανά, καθηλωμένη σε αγκυλώσεις, σκληρός πολέμιος του διαφορετικού, λάτρης της επιφάνειας και της κοινωνικής πεπατημένης.
Κι όλα αυτά με όποιο κόστος. Από την απάθεια και την αδιαφορία ως την αυταρχικότητα και την κακοποίηση, όλα νομιμοποιούνται στην αγία ελληνική οικογένεια, που υπάγεται στον άγραφο νόμο του κοινωνικού καθωσπρεπισμού, εκείνου που καθιστά εξ’ ορισμού αρεστό και αποδεκτό κάθε ετερόφυλο ζευγάρι που συντάσσεται με τα ‘προβλεπόμενα’, ενώ για τις ενδοοικογενειακές παθογένειες, ούτε λόγος. «Τα εν οίκω μή εν δήμω». Γιατί ο «δήμος», φανερά ενοχλημένος, θα ασχοληθεί πολύ περισσότερο με το τρυφερό άγγιγμα δύο ανδρών ή τα κρατημένα χέρια δύο γυναικών, παρά με τα σημάδια βίας, λεκτικής ή σωματικής, που τείνουν να κανονικοποιηθούν, με τα στατιστικά να εκτινάσσονται χαρίζοντας στη χώρα μας μερικές ακόμη ντροπιαστικές διακρίσεις.
Όχι, δεν είναι απλό. Ούτε και εύκολο. Οι δυσκολίες και τα εμπόδια όμως, δε βρίσκονται στην πραγματικότητα μέσα στο σπίτι ενός ομόφυλου ζευγαριού, αλλά έξω από αυτό, στις δεκάδες στρεβλώσεις της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας.
Στο σχολείο, που παραμένει υποστελεχωμένο σε προσωπικό ειδικών, καταρτισμένων παιδαγωγών, ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών -με λίγες μόνο φωτεινές εξαιρέσεις – οικοδομημένο σε απαρχαιωμένα πρωτόκολλα και δύσκαμπτους μηχανισμούς ανίκανους να υποστηρίξουν εμπράκτως τη συμπερίληψη και την κοινωνική ενσωμάτωση.
Στην παιδική χαρά, το γήπεδο ποδοσφαίρου της τοπικής ομάδας ή το παιδιατρείο της γειτονιάς. Εκεί, όπου τα επίμονα και αδιάκριτα βλέμματα των απαίδευτων γονέων και κηδεμόνων θα δικάσουν κάθε ομόφυλο ζευγάρι που τολμά να διεκδικεί ίση πρόσβαση στους κοινωνικούς θεσμούς, με σεβασμό και πλήρη, ουσιαστική αποδοχή, χωρίς αστερίσκους και ερωτηματικά.
Εκεί, στο παγκάκι της γειτονιάς που καλλιεργούνται κα αναπαράγονται η κεκαλυμμένη περιθωριοποίηση και στη συνέχεια ο ρητός εκφοβισμός, εκκολάπτοντας με νομοτελειακό σχεδόν τρόπο, το αυγό του φιδιού.
Ακόμα και αν η νομοθεσία αλλάξει, ένα αδιαμφισβήτητα σημαντικό βήμα που δεν πρέπει να υποτιμηθεί, θα έχει διανυθεί λιγότερη από τη μισή διαδρομή. Γιατί το πρόβλημα δεν βρίσκεται στους τύπους και τις διατάξεις, το ζήτημα είναι θεσμικό, κοινωνικό και πολιτισμικό. Απαιτεί σκληρό, συλλογικό αγώνα, ρηξικέλευθες, οριζόντιες πολιτικές που θα αγκαλιάσουν όλα τα στρώματα της κοινωνίας, ανεξαρτήτως ηλικίας, με σαφή έμφαση στη νέα γενιά. Κι όλο αυτό, όχι με λαϊκίστικο, ψηφοθηρικό χαρακτήρα, αλλά με συνέπεια και διάθεση ανανέωσης, ευρείας ενημέρωσης, επανεκπαίδευσης των μελών της κοινωνίας στα νέα δεδομένα, και κυρίως πρόθεση να διαλυθούν τα αφοριστικά στερεότυπα και οι προκαταλήψεις που γεννά η ημιμάθεια και η φτωχή συναισθηματική νοημοσύνη.
Όσο υπάρχουν εκεί έξω άνθρωποι που θεωρούν ότι η κοινωνία κινδυνεύει από την ομοφυλοφιλία, ως αμαρτία ή μολυσματική ασθένεια που απειλεί την ανθρώπινη φύση, καμία πρόοδος δεν μπορεί να συντελεσθεί. Ας ελπίσουμε οι επόμενες γενιές ανθρώπων να κοιτούν γύρω τους και να βλέπουν απλώς ανθρώπους που θα κρίνονται με γνώμονα την ποιότητα και τη μοναδικότητά τους και όχι τον φυλετικό προσδιορισμό και το σεξουαλικό τους προσανατολισμό. Και ας διδάξουμε στα παιδιά μας ότι η επίμονη αναγνώριση της υπεροχής της ετεροφυλοφιλίας, που κρατά με αγωνία και ανακούφιση ψηλά τη σημαία του υγιούς και φυσιολογικού, δεν είναι παρά ένας ακόμη πολιτισμικός φασισμός.