Αυτό που με αίμα κατοχυρώθηκε πριν 229 χρόνια, στη γαλλική επανάσταση, κι έκτοτε καθιερώθηκε σε ολόκληρη την Ευρώπη και στον κόσμο, η κυβέρνηση της «γιαλατζί» Αριστεράς στην Ελλάδα, έρχεται να το αμφισβητήσει στην πράξη.
Τόσο ο κ. Τσίπρας στην ομιλία του στην Κοινοβουλευτική του ομάδα, όσο και κορυφαία στελέχη του κόμματός του, θεωρούν εκ προοιμίου ενόχους τους δέκα πολιτικούς αντιπάλους τους που παραπέμπουν (άγνωστο ακόμα με ποια κατηγορία) σε προανακριτική επιτροπή, για το σκάνδαλο της Novartis. Επιχειρώντας δε να προσωποποιήσουν τις κατηγορίες, οι οποίες δεν έχουν απαγγελθεί ούτε μέσω του κατηγορητηρίου, στήνουν δέκα κάλπες, μία για κάθε έναν εκ των κατηγορουμένων, αν και το ερώτημα αφορά μία και μόνη κάλπη, αν θα πρέπει να συσταθεί ή όχι προανακριτική για να διερευνήσει όσα οι μάρτυρες καταγγέλλουν ή η προανάκριση έχει στοιχειοθετήσει.
Η κυβέρνηση όμως έχει ήδη προαποφασίσει ότι και οι δέκα όχι απλώς πρέπει να παραπεμφθούν αλλά ότι είναι και ένοχοι. Το ανήγγειλε, πριν ακόμα γίνει γνωστή η δικογραφία, ο επί της Δικαιοσύνης αναπληρωτής υπουργός κ. Παπαγγελόπουλος έξω από το Μαξίμου, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι πρόκειται για το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως ελληνικού κράτους, το επιβεβαίωσε και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας.
Εκεί όμως που ξεπεράσθηκε κάθε όριο είναι με τη δήλωση του υπουργού Εξωτερικών κ. Κοτζιά ο οποίος σε συνέντευξή του στον «Alpha» δήλωσε:
«Σκάνδαλα υπάρχουν. Και το περί δικαίου αίσθημα του λαού μας και το ηθικό πλεονέκτημα που θέλει να έχει ο ίδιος ο λαός, απαιτεί αυτά τα σκάνδαλα να πάνε για κάθαρση. Αν εμπλέκονται εκεί υψηλόβαθμα πολιτικά στελέχη, κακό του κεφαλιού τους. Αν δεν εμπλέκονται, θα είμαι ευτυχής να αποδείξουν ότι δεν εμπλέκονται και την αθωότητά τους».
Παραβιάζουν την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου
Όμως «σε κάθε ποινική δίκη αντικείμενο απόδειξης χρήζει η ενοχή του κατηγορουμένου. Ο κατηγορούμενος δεν είναι υποχρεωμένος να αποδείξει την αθωότητά του και η αδυναμία απόδειξης αυτής δε συνεπάγεται την καταδίκη του. Το τεκμήριο της αθωότητας, όπως ονομάζεται αποτελεί πρωταρχική αρχή της ποινικής διαδικασίας και προστατεύει τον εκάστοτε κατηγορούμενο από το να καταδικαστεί λόγω αμφιβολιών για την αθωότητά του. Επομένως, κάθε κατηγορούμενος τεκμαίρεται αθώος μέχρι να αποδειχθεί από τον κατήγορό του το αντίθετο. Το συγκεκριμένο τεκμήριο δεν εφαρμόζεται μόνο στη χώρα μας αλλά έχει κατοχυρωθεί και σε ενωσιακό επίπεδο με την ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) και συγκεκριμένα στο άρθρο 6 παρ. 2 αυτής». (thesslawyer.gr)
Σε κοινοτικό επίπεδο, με το αρ.6 παρ.2 της Συνθήκης για την ΕΕ το οποίο ορίζει ότι «Η Ένωση σέβεται τα θεμελιώδη Δικαιώματα όπως κατοχυρώνονται με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, που υπογράφηκε στην Ρώμη στις 4 Νοεμβρίου 1950, και όπως προκύπτουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, ως γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου.», καθίσταται σαφές ότι το τεκμήριο αθωότητας αποτελεί μέρος όχι μόνο του εσωτερικού μας δικαίου αλλά και του κοινοτικού, με κοινό μάλιστα τρόπο κατοχύρωσης τους το άρθρο 6§2 της ΕΣΔΑ.
Πώς ο Τσίπρας παραβιάζει την Κοινοτική Νομοθεσία
Οι πρόνοιες όμως της ΕΕ δεν σταματούν εδώ. Η κατοχύρωση του τεκμηρίου αθωότητας ενισχύεται με την Οδηγία 2016/343, της 9ης Μαρτίου 2016 (του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ΕΕ) σχετικά για την ενίσχυση ορισμένων πτυχών του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας.
Σκοπός της οδηγίας, η οποία αποτελεί νομοθετική ρύθμιση και ενσωματώνεται στο εσωτερικό δίκαιο της Ελλάδος, είναι να ενισχυθεί το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, με τη θέσπιση κοινών ελάχιστων κανόνων για ορισμένες πτυχές του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη.
Θέλοντας δε να προφυλάξει τους πολίτες από πολιτικές αυθαιρεσίες κάνει ειδικές προβλέψεις.
Συγκεκριμένα στο άρθρο 16 προβλέπεται: «Το τεκμήριο αθωότητας παραβιάζεται σε περίπτωση που δημόσιες δηλώσεις δημόσιων αρχών ή δικαστικές αποφάσεις, με εξαίρεση τις αποφάσεις περί ενοχής, αναφέρονται στον ύποπτο ή στον κατηγορούμενο ως να είναι ένοχος κατά το χρονικό διάστημα που το πρόσωπο αυτό δεν έχει αποδειχτεί ένοχο κατά τον νόμο. Οι εν λόγω δηλώσεις και δικαστικές αποφάσεις δεν θα πρέπει να δημιουργούν την αίσθηση ότι το πρόσωπο αυτό είναι ένοχο…»
Και αμέσως μετά στο άρθρο 17 διευκρινίζει: «Με τον όρο «δημόσιες δηλώσεις δημόσιων αρχών» θα πρέπει να νοείται κάθε δήλωση που αναφέρεται σε αξιόποινη πράξη η οποία προέρχεται είτε από αρχή που συμμετέχει σε ποινική διαδικασία σχετική με την εν λόγω αξιόποινη πράξη, π.χ. δικαστικές αρχές, αστυνομία και άλλες αρχές επιβολής του νόμου, είτε από άλλη δημόσια αρχή, π.χ. υπουργούς και άλλους δημόσιους λειτουργούς ή αξιωματούχους, υπό τον όρο ότι δεν θίγεται τυχόν ασυλία που ισχύει σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο».
Με λίγα λόγια ο κ. Τσίπρας, ο κ. Παπαγγελόπουλος, ο κ. Κοτζιάς αλλά και οι άλλοι υπουργοί και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που εκ προοιμίου χαρακτηρίζουν ενόχους τους δέκα πολιτικούς αντιπάλους τους, ουσιαστικά παραβιάζουν όχι μόνο ελληνική, αλλά ευρωπαϊκή και διεθνή νομολογία και συνθήκες.
Συνειδητή η στάση του πρωθυπουργού
Ίσως κάποιοι υποστηρίξουν ότι ο κ. Τσίπρας είναι αμφίβολο αν γνωρίζει όσα η Ευρωπαϊκή Οδηγία ορίζει. Προσωπικά πιστεύουμε ότι ο κ. Τσίπρας συνειδητά πράττει όσα πράττει. Συνειδητά στοχοποιεί πολιτικούς αντιπάλους του και συνειδητά θέλει να ποινικοποιήσει την πολιτική ζωή του τόπου. Στόχος του είναι να πάει σε εκλογές έχοντας ρίξει στους πολιτικούς αντιπάλους του τη ρετσινιά της «λαδιάς».
Το ερώτημα που θέτουμε και πάλι όμως είναι ένα: Η Ευρωπαϊκή Ένωση γιατί κλείνει τα μάτια; Γιατί επιτρέπει την «πολωνοποίηση» της πολιτικής ζωής της χώρας; Γιατί ανέχεται να παραβιάζεται η αρχή της διάκρισης των εξουσιών; Τόσο «καλό παιδί» είναι ο Αλέξης Τσίπρας, τόσο πειθήνιος πολιτικός στα κελεύσματά τους, που βασικές αρχές της λειτουργίας ενός δημοκρατικού κράτους αλλά και ψηφισμένες αρχές της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα;