Φωτιά τα χείλη μας σαν μέσα τους μας κλείνουν
Βουβά μιλούν τα λόγια μας που θέλαμε να πουν
Φιλιά φτιαγμένη η γεύση τους, μας καίνε, μας ποτίζουν
Ροδίσανε τα σώματα στη φλόγα τους που ζουν
Τραγούδι αταίριαστο δε βρίσκει ετούτη η γιορτή
Γλώσσες στήσανε χορό, πηδούν στον ουρανίσκο
Μικρό θαρρούν το σπίτι τους και πλιό δε τις χωρεί
Το νέκταρ σα δοκίμασαν, τού έρωτα το ρίσκο
Αποδέσαν τα λουριά και τα σκυλιά χυμήξαν
Εδάγκασαν τη λύσσα τους, μετά ομονοήσαν
Αισθήματα εφίλιωσαν στην παραδεισένια αυλή
Με λόγο εξανθρωπίστηκαν κι επλάστηκαν φιλί