γράφει ο Μάξιμος Χαρακόπουλος.
Όλα δείχνουν ότι έχουμε εισέλθει σε μια ιδιαίτερα επικίνδυνη φάση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Η Άγκυρα βρίσκεται σε κατάσταση μεγαλοϊδεατικού παροξυσμού και δεν κρύβει ότι επιδιώκει -με ορόσημο το 1923 και τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας- να καταστεί παγκόσμια υπολογίσιμη δύναμη.
Αυτό δείχνουν τα ταξίδια Ερντογάν στην Αφρική, η εμμονή στην αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ για τους S-400, οι συνεχείς στρατιωτικές ασκήσεις στο έδαφος του κομβικού για την αγορά του φυσικού αερίου Αζερμπαϊτζάν, η ανάμειξη στο Αφγανιστάν των Ταλιμπάν και οι απειλές για νέες επιχειρήσεις κατά των Κούρδων εντός του συριακού εδάφους.
Ταυτόχρονα, απέναντι στον ελληνισμό έχει ξεδιπλωθεί μια πρωτοφανής βεντάλια προκλήσεων που ξεκινούν από το σχέδιο “Γαλάζια Πατρίδα”, την αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, την απαίτηση για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου, και τελειώνουν με τις πειρατικές ενέργειες στην ΑΟΖ της Κύπρου, τις παράνομες διαδικασίες για άνοιγμα της Αμμοχώστου, την παραχώρηση γης ελληνοκυπριακής ιδιοκτησίας για βάση τουρκικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών, τη δημιουργία λιμένα για τα πολεμικά πλοία.
Την ίδια ώρα, οι Τούρκοι αξιωματούχοι συναγωνίζονται σε ανθελληνικά παραληρήματα. Κεντρικό κριτήριο για τους ηγέτες της γείτονος δεν είναι άλλο από αυτό της επίδειξης της ωμής ισχύος. Ούτε διεθνές δίκαιο, ούτε αρχές καλής γειτονίας, ούτε βεβαίως προσαρμογή σε αξίες και κανόνες που οδηγούν στην Ευρώπη. Το ρολόι της ιστορίας γι’ αυτούς έχει ήδη γυρίσει στα οθωμανικά χρόνια. Και αυτή η φαντασίωση τούς καθιστά περισσότερο επικίνδυνους όχι μόνον για την Ελλάδα αλλά και για την διεθνή τάξη, την οποία υπονομεύουν με τον αναθεωρητισμό τους.
Απέναντι σε αυτό το κρεσέντο επιθετικότητας, η χώρα μας έχει κατορθώσει, ιδίως τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, να αντιτάξει μια πρωτοφανή στα χρονικά διπλωματική δραστηριότητα, που στενεύει διαρκώς τα περιθώρια κινήσεων της Άγκυρας. Οι συμφωνίες για την ΑΟΖ με την Ιταλία και την Αίγυπτο, οι συμφωνίες αμοιβαίας στρατιωτικής συνδρομής με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και κυρίως με την Γαλλία, η πρόσφατη στρατηγική συμφωνία συνεργασίας με τις ΗΠΑ, οι τριμερείς συμφωνίες συνεργασίας με χώρες της βόρειας Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και του Κόλπου έχουν δημιουργήσει ένα ισχυρό πλέγμα συμμαχιών, με μεγάλη προοπτική στον οικονομικό και ιδιαίτερα στο ενεργειακό τομέα.
Η Ελλάδα, ως η κατ’ εξοχήν ευρωπαϊκή δύναμη της περιοχής, είναι και πάλι παρούσα δυναμικά στα τεκταινόμενα στην ανατολική Μεσόγειο. Παράλληλα, με τα γενναία προγράμματα εξοπλισμού στην αεροπορία, με τα 24 Rafale από την Γαλλία και την αναβάθμιση των F-16, αλλά και στο πολεμικό ναυτικό, με τις Belharra αλλά και τις κορβέτες που ακολουθούν, η χώρα μας όχι μόνον αποκαθιστά την ισορροπία ισχύος στο Αιγαίο, αλλά διεκδικεί ρόλο πολύ ευρύτερο για την περιοχή. Εξ ου και ο απροκάλυπτος εκνευρισμός της Τουρκίας, που είχε πιστέψει πως η χειμαζόμενη επί μια δεκαετία από την οικονομική κρίση Ελλάδα θα καμπτόταν εύκολα υπό το βάρος των πιέσεων. Ως εκ τούτου, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με σιγουριά ποιες θα είναι οι αντιδράσεις της Άγκυρας το επόμενο διάστημα. Το σίγουρο είναι μόνον πως ό,τι και να προσπαθήσει να κάνει θα έχει μεγάλο τίμημα για την ίδια.