Ξεκινώντας από το προφανές, μεγάλη ήταν η σφαλιάρα που έριξαν οι ψηφοφόροι στον Απόστολο Τζιτζικώστα. Ο Περιφερειάρχης μέχρι μία εβδομάδα πριν τις εκλογές εμφανιζόταν σε όλες τις δημοσκοπήσεις δεύτερος, ενώ κάποιες τον παρουσίαζαν ακόμα και πρώτο. Η τελική διαφορά του περίπου 10% από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και 20% από τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη μπορεί να βάζει απότομα φρένο στις αρχηγικές του βλέψεις, αλλά ταυτόχρονα τον κάνει ρυθμιστή του παιχνιδιού.
Ο Απόστολος Τζιτζικώστας έχει το ποσοστό που υπολείπεται από τον Κυριάκο Μητσοτάκη για να αναδειχτεί πρόεδρος της ΝΔ, οπότε η βοήθειά του σε οποιοδήποτε στρατόπεδο θα είναι καθοριστική. Στρατηγικά, αν θεωρήσουμε ότι ο Απόστολος Τζιτζικώστας κοιτάζει να εξαργυρώσει το εκλογικό του ποσοστό με κάποιο εσωκομματικό αντάλλαγμα ή τουλάχιστον να μη ζημιωθεί πολιτικά, η αποχή ή η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι αυτή που τον συμφέρει. Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης είναι αρκετά κοντά στην νίκη για να θεωρήσει ότι η όποια συμβολή οποιουδήποτε ηττημένου δεν θα είναι καθοριστική, οπότε η υποστήριξη του υποψηφίου με το μεγαλύτερο ποσοστό δεν είναι η βέλτιστη για τον Απόστολο Τζιτζικώστα. Έχει επίσης εγκλωβίσει τον εαυτό του στη ρητορική που αναπτύχθηκε προεκλογικά και είχε οξύνει την κόντρα με τον τέως υπηρεσιακό πρόεδρο της ΝΔ. Η υποστήριξη Μεϊμαράκη λοιπόν θα ήταν κωλοτούμπα στα μάτια των υποστηρικτών του.
Το ίδιο ισχύει σε έναν βαθμό και με τον έτερο ηττημένο της 20ής Δεκεμβρίου. Οι ψηφοφόροι του Άδωνη Γεωργιάδη συμφωνούσαν ότι δεν νοείται μέλλον στη ΝΔ με αρχηγό Βαγγέλη Μεϊμαράκη ή Απόστολο Τζιτζικώστα, αφήνοντας απ’ έξω τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Μπορεί όμως ο Άδωνις να είναι τελευταίος και η υποστήριξη στον Κυριάκο Μητσοτάκη να είναι μονόδρομος, αλλά αυτή η ήττα δεν τον καθιστά χαμένο. Μέσα από την υποψηφιότητά του κέρδισε φανατικούς οπαδούς, έκανε τις θέσεις του μειοψηφική, αλλά ισχυρή τάση μέσα στη Νέα Δημοκρατία και αναδείχθηκε ο ίδιος σε… «βαρόνο» του κόμματος εκμηδενίζοντας τον ανταγωνισμό (πχ Μάκης Βορίδης). Το ισχυρό του χαρτί πλέον είναι ότι οι ψηφοφόροι του θα ακολουθήσουν την παρότρυνσή του για υποστήριξη σε κάποιον άλλο υποψήφιο, σε αντίθεση με τον Απόστολο Τζιτζικώστα που δεν μπορεί να εγγυηθεί για τις επιλογές που θα κάνουν οι ψηφοφόροι του στον δεύτερο γύρο. Αν προστεθεί το ποσοστό του Άδωνη Γεωργιάδη σε αυτό του Κυριάκου Μητσοτάκη τότε υπάρχει ισοπαλία ανάμεσα στους δύο διεκδικητές της προεδρίας και η μάχη θα δοθεί για τους ψηφοφόρους του Τζιτζικώστα, αλλά και για το πόσοι τελικά θα προσέλθουν στις 10 Ιανουαρίου.
Η προσέλευση είναι και το μεγάλο ατού του Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Μπορεί και αυτός να απογοητεύτηκε σε ένα βαθμό από το ποσοστό του -μη ξεχνάμε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης αρχικώς είχε δεσμευτεί να αποχωρήσει αν ο αντίπαλός του συγκέντρωνε ένα ποσοστό πιο κοντά στο 50% από ό,τι στο 40%. Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η αποτυχία διεξαγωγής των εκλογών στην αρχικά προκαθορισμένη ημερομηνία τους είχε κάποιο κόστος για τον τέως υπηρεσιακό πρόεδρο της ΝΔ, όχι τόσο επειδή χρεώνεται την αποτυχία, αλλά επειδή στο ενδιάμεσο οι αντίπαλοί του πρόλαβαν να οργανωθούν και να κοινωνήσουν τις θέσεις τους πολύ καλύτερα. Ας μη ξεχνάμε άλλωστε ότι, έχοντας διαβάσει άριστα το πολιτικό σκηνικό, αρχική επιθυμία του Βαγγέλη Μεϊμαράκη ήταν να γίνουν οι εσωκομματικές εκλογές όσο το δυνατόν νωρίτερα.
Για να επιστρέψουμε όμως στο θέμα της προσέλευσης, η αποχή των ψηφοφόρων στον δεύτερο γύρο είναι ο μεγάλος σύμμαχος του Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Αν διατηρήσει τις ψήφους του αλλά αντί για 400000 ψηφοφόροι προσέλθουν 320000 τότε το 40% μετατρέπεται σε πάνω από 50% και, χωρίς να έχει πάρει ούτε μία ψήφο παραπάνω, θα έχει εκλεγεί πρόεδρος. Το ίδιο ισχύει και σε πολλά άλλα σενάρια (μη σας κουράσω με μαθηματικά) για το πώς θα μοιραστούν οι ψηφοφόροι του Άδωνη Γεωργιάδη και του Απόστολου Τζιτζικώστα: όπως σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, η αποχή ευνοεί αυτόν με το μεγαλύτερο ποσοστό.
Ένα αναμενόμενο χαστούκι όμως έφαγε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Είμαι σίγουρος ότι ανάμεσα στους πανηγυρισμούς όταν έβλεπε το ποσοστό του και το συνέκρινε με το 40% του πρώην υπηρεσιακού προέδρου θα αναρωτήθηκε τι θα γινόταν αν η αδερφή του στήριζε τον ίδιο αντί για τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Θα είχε αυξηθεί το ποσοστό του ή μήπως το επιχείρημα για την οικογενειοκρατία θα είχε ακόμα μεγαλύτερη επίδραση στους ψηφοφόρους; Όχι ότι θα του χάλασε την βραδιά, αλλά σίγουρα θα υπήρχε κάπου στο μυαλό του ως μια μόνιμη ενόχληση.
Χαστουκάρα από αυτές που ακούγονται ως το εξωτερικό έφαγαν και οι τάσεις μέσα στη ΝΔ. Οι καραμανλικοί έμαθαν με τον άσχημο τρόπο ότι δεν κάνουν κουμάντο μόνοι τους στο κόμμα, οι μητσοτακικοί είδαν ότι η συνοχή τους έχει πάει περίπατο και οι σαμαρικοί είδαν ότι μπορεί να ελέγχουν πολλά από τα στελέχη αλλά έχουν σχεδόν χάσει την επιρροή τους στη βάση. Οι κλίκες, που πάντα ήταν ο καρκίνος αυτού του κόμματος, φαίνονται να έχουν αρχίσει να χάνουν τις δυνάμεις που είχαν μέχρι πρόσφατα, κάτι που είναι πολύ ελπιδοφόρο για το μέλλον.
Πέρα όμως από τα ηχηρά χαστούκια που έπεσαν εντός της ΝΔ, ένα σιγανό αλλά από αυτά που αφήνουν μερικά δόντια να κουνιούνται έφαγε και η Χρυσή Αυγή και τα παπαγαλάκια της. Θυμάστε τις συζητήσεις για το τι θα γίνει αν η ΧΑ ήταν δεύτερο κόμμα και η ΝΔ τρίτο; Σε κάποια περίοδο είχαμε μάθει να τις ακούμε μέχρι και στις συζητήσεις σε μεγάλους τηλεοπτικούς σταθμούς ως κάποιο ρεαλιστικό ενδεχόμενο. Μόνο που η ΧΑ στις εθνικές εκλογές πήρε κάτι λιγότερο από 380.000 ψήφους και η ΝΔ στις εσωκομματικές της είχε πάνω από 400.000 ψηφοφόρους. Άραγε το μιντιακό σύστημα που σιγοντάρει το νεοναζιστικό κόμμα θα συνεχίσει αυτή την προπαγάνδα ή θα βρει κάποια καινούρια καραμέλα; Βέβαια, όπως όλοι όσοι έχουμε αναφέρει σήμερα, η ΧΑ μπορεί να έφαγε τη σφαλιάρα της αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι κερδισμένη. Η παρότρυνση των ψηφοφόρων της ΝΔ για μετακίνηση προς το κέντρο και για αλλαγή της «λαϊκής δεξιάς» ρητορικής που επέβαλλε ο Αντώνης Σαμαράς αφήνει ένα κενό στα δεξιά της. Προφανώς αυτοί είναι οι ψηφοφόροι που μπορεί στο μέλλον να στοχεύσει για να προσελκύσει η ΧΑ με μόνο αντίπαλο τους φθαρμένους από την εξουσία ΑΝΕΛ, ίσως και τον μειοψηφούντα Άδωνη Γεωργιάδη.
Υπήρξαν λοιπόν νικητές και ηττημένοι από τις εκλογές της Νέας Δημοκρατίας, αλλά καμία νίκη δεν ήταν καθαρή και καμία ήττα χωρίς αντάλλαγμα. Τελικά, ακόμα και για την ίδια τη ΝΔ δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα σίγουροι. Σαφώς ήταν μεγάλη νίκη η προσέλευση του κόσμου. Δεν ήταν βέβαια οι σχεδόν 1 εκατομμύριο που είχε ο Γιώργος Παπανδρέου όταν- σε άλλες εποχές- ήταν ο μόνος υποψήφιος για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, αλλά για τα δεδομένα των καιρών ήταν ένας σημαντικός αριθμός που έδωσε ένα καθαρό μήνυμα.
Ενώ όμως το τοπίο φαίνεται να ξεκαθαρίζει, μερικά συννεφάκια παραμένουν απειλητικά στον ορίζοντα: θα μπορέσει η ΝΔ να διατηρήσει τη συνοχή της ακόμα και αν αρχίσουν οι κλίκες να χάνουν κάποια από τα προνόμιά τους; Θα μπορέσει να προσελκύσει νέους ψηφοφόρους ή θα παραμείνει με τους υπερήλικες που αποτέλεσαν την πλειονότητα του εκλογικού της σώματος; Τελικά, από τις 11 Ιανουαρίου και μετά, θα μπορέσει επιτέλους να κάνει σοβαρή αντιπολίτευση στον Αλέξη Τσίπρα ή θα συνεχίσει να ασχολείται με τον εαυτό της και θα αφήνει τον Πρωθυπουργό να κυβερνά ανενόχλητος; Το τοπίο καθάρισε αρκετά από αυτές τις πρώτες εκλογές και μακάρι να καθαρίσει ακόμα περισσότερο μετά τις δεύτερες. Αρκετά πολιτικά μπάχαλα μας έφερε το 2015, ας φέρει επιτέλους το 2016 και λίγη από την ηρεμία και την σταθερότητα που χρειαζόμαστε.