Guest, slideshow-3

Εκείνη & Εκείνος, ποιος φταίει, ποιος;

gria-giagia-lypimeni

γράφουν η Κατερίνα Χαρίση και ο Θάνος Καλαμίδας.

Εκείνη

Δεν ξέρω πόσοι 35άρηδες έχετε γιαγιά και παππού. Εγώ είχα την τύχη να προλάβω προγιαγιά κι όχι απλά να την προλάβω αλλά να έχω και αναμνήσεις. Προσπαθώ να εξηγώ στα παιδιά το πόσο τυχερά είναι που έχουν προγιαγιά, αν και δεν μπορούν ακόμα να καταλάβουν τη διαφορά γιαγιάς και προγιαγιάς.

Πάντως με τη γιαγιά μου έχουμε μια πολύ ιδιαίτερη σχέση, θα τηλεφωνηθούμε σίγουρα 2-3 φορές την εβδομάδα κι όταν έχει τις ζοχάδες της μου λέει με το καλημέρα: Θέλω να γκρινιάξω. Και την αφήνω να τα πει για να ξεδώσει.

Συνήθως πλέον οι άνθρωποι αποφεύγουν τέτοιου συζητήσεις ως μάταιες – μιας και η κουβέντα περιστρέφεται γύρω από πράγματα που κανείς μας δεν μπορεί να ελέγξει, όμως είναι σημαντικό να δίνεται η ευκαιρία σε κάποιον να τα πει. Το να τα μαζεύεις και να τα αφήνεις να αλέθονται μέσα σου είναι χειρότερο από το να κάνεις μια μάταιη συζήτηση αφού λύσεις δεν υπάρχουν μιας και το πρόβλημα δεν είναι δικό σου, δεν το δημιούργησες εσύ, δεν εξαρτάται από σένα η λύση του.

Κι αφήνω λοιπόν τη γιαγιά να ξετυλίξει το κουβάρι με τις αναμνήσεις και τα παράπονά της. Τα περισσότερα από αυτά τα έχω ξανακούσει αλλά δεν έχει σημασία, είναι εντυπωσιακό να σου λέει ένας άνθρωπος της ηλικίας της που έζησε κατοχή, εμφύλιο και χούντα ότι αυτή τη σημερινή κατάσταση δεν την έχει ξαναζήσει και δεν ξέρει πώς να τη διαχειριστεί, «κόβουν από δω, κόβουν από κει, ο συνταξιούχος δεν μπορεί να κρυφτεί, αν δεν πληρώσεις μόνος σου τα παράλογα που ζητάνε θα σου τα πάρουν μόνοι τους από το λογαριασμό σου, μα να, τα μετράω, τόσο το τηλέφωνο, τόσο το νερό, τόσο το φαγητό μου, τόσα τα φάρμακα, μετρημένα κουκιά είναι όλα κι όμως δε βγαίνουν οι αριθμοί, δε βγαίνουν οι πράξεις,

«Δε βγαίνω.»
Δε φτάνουν.
Όχι, δε φτάνουν.
Οπότε τι να κάνει ο κόσμος; Με ρωτάει.
Δεν πληρώνει, της απαντώ.
Άμα δεν έχεις να φας πώς να πληρώσεις; Θέλω να πληρώσω, μα δεν μπορώ! μου φωνάζει.
Ακριβώς. Το κράτος σε αναγκάζει να παρανομήσεις.

Κλείνουμε το τηλέφωνο κάθε φορά και μένω με τις ίδιες σκέψεις:

Αν θες να είσαι τίμιος και νομοταγής, θα πεινάσεις, θα παγώσεις, θα μείνεις στο δρόμο.

Είναι τίμιο να είσαι τίμιος σε μια κοινωνία που μόνο σε κλέβει;

Είναι ατιμία ή αυτοάμυνα να παρανομείς για να μην πεινάσεις εσύ και τα παιδιά σου;

Το να θες να είσαι (και να είσαι) τίμιος σε μια κοινωνία γεμάτη κλέφτες κι εκμεταλλευτές είναι μάλλον επικίνδυνο για σένα.

Δε μάθαμε να κλέβουμε για να ζήσουμε. Όπου και να στραφείς όμως, σε κλέβουν συστηματικά. Τι είσαι αν απαντήσεις με τον ίδιο τρόπο;

Κλέφτης;

Ή έξυπνος;

Κι ύστερα απλά φορτώνεσαι με ενοχές.

Δεν τα καταφέρνω. Κάτι κάνω λάθος. Γιατί άλλοι μπορούν κι εγώ όχι; Γιατί δουλεύω 10 ώρες και πάλι δε βγαίνουν τα πάγια; Γιατί δεν βρίσκω δουλειά; Γιατί δε με πληρώνουν; Φταίω. Τι κάνω; Στο σπίτι τη βγάζω και τρώω ένα πιάτο φαγητό. Δούλεψα σαράντα, πενήντα χρόνια. Δε χρωστούσα ποτέ. Και τώρα; Φταίω.

Φταις, που ψήφισες αυτούς που έφεραν τα μνημόνια και την κρίση στο σπίτι σου. Φταις, που το σχολείο του παιδιού σου κοντεύει να πέσει. Φταις, που οι εισπρακτικές σου τηλεφωνούν καθημερινά. Φταις, που το χρέος σου φορτώθηκε σε κάποιον συγγενή σου επειδή δεν το αποπλήρωσες. Φταις, που σου έκοψαν το τηλέφωνο ξανά. Φταις, που δε θα βάλεις πετρέλαιο. Φταις, που δεν έκοψες μια απόδειξη. Φταις, που δεν έδωσες ένα κέρμα στο ζητιάνο δίπλα σου και δε θα έχει να φάει απόψε. Φταις, που τρως ακόμα κρέας. Φταις, που παίρνεις καφέ στο πλαστικό ενώ οι θάλασσες ξεβράζουν φουσκωμένα κήτη με σκασμένα στομάχια από τις πλαστικές σακούλες. Φταις.

Κι αυτοί που σε φορτώνουν με ενοχές, αυτοί που μολύνουν τα ποτάμια και τις θάλασσες με χημικά, αυτοί που πληρώνονται είκοσι φορές παραπάνω από σένα, αυτοί που σκοτώνουν κάθε μέρα τον Ζακ, αυτοί που καταδικάζουν κάθε μέρα την καθαρίστρια, αυτοί που μαζεύουν τετράχρονα σε ημιάγρια κατάσταση από την επαρχία, αυτοί που ψήφισες για να σε σώσουν και σε χαντάκωσαν, αυτοί που τρώνε τα λεφτά για τη συντήρηση του σχολείου σου, αυτοί με τις γραβάτες που πλουτίζουν πάνω στα χρέη σου, αυτοί που οδηγούν το διπλανό σου κάθε μέρα στο δρόμο να ζητιανεύει, να κοιμάται στα χαρτόκουτα, να αυτοκτονεί, αυτοί που σου δίνουν λίγα ψιλά και σου κλείνουν το μάτι για τους ηλικιωμένους συγγενείς που δε θυμούνται πια τα χρυσαφικά τους,

αυτοί που πραγματικά φταίνε,

φοβούνται μην κάποτε καταλάβεις ότι δε φταις εσύ αλλά εκείνοι.

Και μέχρι τότε η Ελλάδα μας διδάσκει ότι το να είσαι τίμιος είναι επικίνδυνο για τη ζωή σου.

& Εκείνος

Μεγάλη ιστορία και οι γιαγιάδες και οι προγιαγιάδες. Εγώ τις έζησα και τις δυο αλλά η γιαγιά είναι η πιο ισχυρή ανάμνηση. Δυο φορές μάνα, δεν λένε;

Έγραψε η Κατερίνα για τα τηλεφωνήματα της γιαγιάς της και μου θύμισε την δικιά μου. Τέλη της δεκαετίας του ’80, τότε που τα κινητά ήταν σαν τούβλα και οι μπαταρίες βαλίτσα εγώ βρέθηκα με κινητό και την συνεχόμενη υποχρέωση – από τότε που ήμουν φοιτητής –  να τηλεφωνώ μια φορά την εβδομάδα τουλάχιστον. Τα τηλεφωνήματα τα μοιραζόμασταν μέχρι που έμαθε ότι έχω κινητό. Από τότε μόνο εγώ την έπαιρνα τηλέφωνο. Στο σταθερό της. Γιατί; Γιατί κάπου είχε διαβάσει ότι τα κινητά προκαλούν …πονοκέφαλο και ήταν σίγουρη ότι αν με πάρει στο κινητό μου θα αποκτήσει  πονοκέφαλο. Όταν έπαιρνα εγώ από το κινητό μου εκείνην στο σταθερό της, για κάποιο μυστήριο λόγο δεν ήταν το ίδιο.

Η γιαγιά μου, γέννημα θρέμμα της γενιάς της. Με πολέμους στην σειρά, χηρεία σε μικρή ηλικία και μικρομάνα με πέντε παιδιά, με εμφυλίους, φασισμούς και χούντες μπήκε στο μεροκάματο από παιδί αλλά ένσημα είδε όταν πια μεγάλωσε και κατάλαβε. Το ότι αν και είχε «συνταξιοδοτικά» χρόνια από όταν ήταν 25 χρονών, με κόπο πήρε την βασική της σύνταξη στα 65. Την βασική! Ίσα να ζει και να μετράει τις δραχμές και τα δεκάρικα. Για να πάρει τα φάρμακά της έπρεπε να κάνει κράτη στο τυρί και στο κοτόπουλο. Τέτοια άνεση οικονομική.

Αυτά τώρα προ μνημονίων και μάλιστα εποχές παχιών αγελάδων, χρηματιστηρίων και Καγιέν. Ποτέ δεν φτάνανε και κάθε 25 περίμενε τον ταχυδρόμο στην πόρτα. Σαν αρχάγγελο τον έβλεπε.

Και είχε δουλέψει. Πολύ. Ράφτρα και έχω παιδικές αναμνήσεις που η μηχανή γάζωνε από το πρωί που ξύπναγα μέχρι να με πάρει ο ύπνος με το νανούρισμά της. Τι Κυριακές και σχόλες; Δεν υπήρχαν τέτοια πράγματα για την γιαγιά μου. Αυτά είναι για τους λεφτάδες, μονολογούσε μόνη της και το θυμάμαι σαν να ‘ναι τώρα.

Δεν αμφιβάλω ότι πολλοί γονάτισαν από τα μνημόνια αλλά για τους φτωχούς στην Ελλάδα όπως και σε όλο τον κόσμο μνημόνια υπάρχουν κάθε μέρα. Δεν ήταν οι Έλληνες όλοι μικροαστοί «οικογενειάρχες» με φιατάκι στο πεζοδρόμιο και τώρα ξαφνικά είδαν την ανεργία και την εκμετάλλευση. Απλά τώρα δεν περιορίζεται στους φτωχούς και τους πεινασμένους. Φτώχεια και άγιος ο Θεός από τον Βύρωνα μέχρι τα Πετράλωνα και τα Καμίνια και το σουβλατζίδικο να θεωρείται βραδινή έξοδος.

Είναι σαν τις «παλιές καλές ημέρες», μόνο που αυτές οι παλιές καλές ημέρες για ένα μεγάλο μέρος τους πληθυσμού δεν υπήρχαν ποτέ. Η διάφορα είναι ότι η τότε στέρηση τώρα έγινε πείνα.

Ποιος φταίει; Ένα σύστημα φτιαγμένο και ραμμένο για να πλουτίζει ο νταβατζής και να χρηματίζεται ο μπάτσος, ο δικαστής και ο βουλευτής. Αυτό φταίει! Δείτε ποιοι το υπερασπίζονται για να καταλάβετε.

Στο μεταξύ μην τολμήσει κανένας κερατάς και μιλήσει για τους πάνω από τους επίσημα 9,500 αστέγους την Αθήνας. Επίσημους γιατί ανεπίσημους κανένας δεν ξέρει και κανένας ΔΕΝ ενδιαφέρεται. Και πόσα να ‘ναι τα παιδιά ανάμεσά τους. ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΞΕΡΕΙ!

Αλλά, μην μιλάτε γιατί θα ξυπνήσετε τον Αλέξη και τον άλλο τον φάβα τον Κούλη που θα σώσει τους …μικρομεσαίους!

 

 

Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Εκείνη & εκείνος

Εκείνη, η Κατερίνα Χαρίση, είναι στο τέλος της δεύτερης δεκαετίας της, συγγραφέας πολυγραφότατη από τρέλα και πάθος, σύζυγος και μαμά δυο υπέροχων γιων.

Εκείνος, ο Θάνος Καλαμίδας, είναι στην πέμπτη δεκαετία του για τα καλά και γνωστός γκρινιάρης.

Εκείνη στην Ελλάδα κι εκείνος 3.500 χιλιόμετρα μακριά. Εκείνη εννιά μήνες ήλιο, εκείνος εννιά μήνες σκοτάδι, εκείνη παραλία εκείνος χιόνι. Και οι δυο θα σας κρατάνε συντροφιά μια φορά την εβδομάδα με ένα θέμα που θα γκρινιάζουν, θα διαφωνούν και μερικές φορές ακόμα και θα συμφωνούν, όλα αυτά με τίτλο: Εκείνη & Εκείνος.

Εκείνη & Εκείνος, ποιος φταίει, ποιος;

γράφουν η Κατερίνα Χαρίση και ο Θάνος Καλαμίδας. Δεν ξέρω πόσοι 35άρηδες έχετε γιαγιά και παππού. Εγώ είχα την τύχη να προλάβω προγιαγιά κι όχι απλά να την…

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο