Guest, slideshow-3

Εκείνη & Εκείνος στην τρίτη ηλικία

geroi-ilikiwmenoi-pappoudia

γράφουν η Κατερίνα Χαρίση και ο Θάνος Καλαμίδας.

Εκείνη

Ο Rick, είναι ένας διαδικτυακός μου φίλος από την Αμερική, εδώ και αρκετά χρόνια. Λόγω της διαφοράς της ώρας συναντιόμαστε σπάνια στο παράλληλο σύμπαν του διαδικτύου, μα όταν τα καταφέρνουμε -λίγο πριν κοιμηθεί αυτός, λίγο μόλις ξύπνησα εγώ, του δίνουμε και καταλαβαίνει. Έχουμε κάνει άπειρες συζητήσεις όλα αυτά τα χρόνια, και μια από τις τελευταίες είχε να κάνει με τις οικογένειες.

Του εξήγησα το πώς λίγο πολύ τα παιδιά στην Ελλάδα δεν καταφέρνουν ποτέ να σπάσουν τον κλοιό του οικογενειακού τους περιβάλλοντος, ότι τα περισσότερα παιδιά συνεχίζουν να ζουν με τους γονείς τους και μετά τα είκοσι, μετά τα τριάντα, ότι ακόμα κι αν φύγουν και δημιουργήσουν δικές τους οικογένειες, με την κατάσταση στη χώρα μας είναι αναγκασμένα να διατηρούν στενούς δεσμούς λόγω ανάγκης: Δεν έχουν πού να αφήσουν τα παιδιά τους για να δουλέψουν, δεν υπάρχει καμία φροντίδα για τους γονείς όταν γεράσουν. Όμως δεν μπορεί να καταλάβει τι του λέω.

Συνεχίζω κι εγώ να εξηγώ: Έτσι λοιπόν, από τη μια τα παιδιά- ενήλικες έχουν ανάγκη τους γονείς για να τους μεγαλώνουν τα παιδιά τους για να δουλέψουν, από την άλλη οι γονείς έχουν ανάγκη τα παιδιά-ενήλικες να τους φροντίσουν όταν γεράσουν. Οκ, έχει μια λογική. Στην Ελλάδα το κοινωνικό κράτος υπήρξε πάντοτε διακοσμητικό. Η Ελλάδα ποτέ δε φρόντισε τους ηλικιωμένους της. Στις πιο …ανεπτυγμένες χώρες, οι ηλικιωμένοι περιμένουν το γηροκομείο με λαχτάρα (!). Περιμένουν πώς και πώς να ξεκουραστούν, να απολαύσουν το υπόλοιπο της ζωής τους, να ταξιδέψουν, να κάνουν ένα σωρό πράγματα, ακόμα και να ερωτευτούν. Όταν στην τριτοκοσμική Ελλάδα μιλάς για γηροκομείο, ο γέρος σε κοιτάει με τρόμο.

Φυσικά και δεν κάνουμε παιδιά για να μας γηροκομήσουν. Ένα παιδί που γίνεται γονιός κι έχει δικά του παιδιά να φροντίσει, δεν μπορεί να «νταντέψει» και το γέρο γονιό του, συγγνώμη. Απλά δε γίνεται. Μα αυτό είμαστε. Αυτό συμβαίνει. Αυτή είναι η νοοτροπία μας, βαθιά ριζωμένη μέσα μας, αποτέλεσμα μιας ανύπαρκτης κοινωνικής πολιτικής και δεν μπορούμε να απαλλαχτούμε. Και τι να κάνουμε; Την κατάσταση στα ελληνικά γηροκομεία την ξέρουμε όλοι μας, πολύ καλά. Για να μην πω για τα καλά (αν υπάρχουν) γηροκομεία, που όμως το κόστος τους είναι αδιανόητα άφταστο για τα δεδομένα μας. Φυσικά και δεν μπορείς να παρατήσεις τον ηλικιωμένο γονιό σου. Μα ο γέρος είναι σα μικρό παιδί, μόνο που του λείπει η χαριτωμενιά και κάτι άλλο, πολύ σημαντικό: Δεν είναι το παιδί σου.

Πολλές φορές η φροντίδα του ηλικιωμένου γίνεται δυσβάσταχτο βάρος στις πλάτες των γονιών, με αποτέλεσμα ακόμα περισσότερους δυστυχισμένους ανθρώπους, κακές οικογενειακές σχέσεις, ρήγματα στους οικογενειακούς δεσμούς. Τα πιο παραγωγικά χρόνια του ανθρώπου μεταξύ 30-50 είναι τόσο γεμάτα υποχρεώσεις, που τελικά αυτά τα σημαντικά χρόνια περνούν έτσι, χωρίς να αφήσουν τίποτα πίσω. Πώς να τα προλάβεις όλα;

Αν είμαστε όλοι στην Ελλάδα αδικημένοι με τα όσα μας συμβαίνουν, οι ηλικιωμένοι μάλλον είναι πολλά σκαλιά πιο πάνω σ’ αυτή την αδικία. Πρώτα- πρώτα, είναι ηλικιωμένοι. Αυτό και μόνο φτάνει. Πόσες δυνάμεις τους έχουν απομείνει; Τους έχουμε και ξεροσταλιάζουν στις ουρές, μια στα ΑΤΜ, μια στις υπηρεσίες, μια στα ταμεία. Χειμώνες και καλοκαίρια, βλέπεις παππούδες και γιαγιάδες σε ουρές, με τα μπαστούνια τους, τα πι τους, ακόμα και τους καθετήρες τους. Δε φτάνουν όσα ήδη αντιμετωπίζουν, τους στερείται και κάτι τόσο βασικό: η αξιοπρέπεια. Σκεφτείτε όλοι εσείς που δε βγαίνετε από το σπίτι αν δε φτιάξετε μαλλί και δε βάψετε μάτι, όλοι εσείς που δε φοράτε το ρούχο που σας κόβει και σας πατάει και σας παχαίνει, να είστε στη θέση του ηλικιωμένου στην ουρά, σε μια κατάσταση που μόνο σπίτι του και στην ησυχία του θα έπρεπε να βρίσκεται.

Από την κουτσουρεμένη τους σύνταξη τσιμπολογούν όλοι, παιδιά κι εγγόνια, γιατί εννοείται πως δε φτάνουν, έτσι έχουμε και κατά κάποιον τρόπο μια καταναγκαστική σχέση εξάρτησης γονιών και παιδιών, που σε ένα υγιές σύστημα δε θα υπήρχε.

Τι γίνεται με τους παππούδες μας; Από τη μία έχουμε κακούς οίκους ευγηρίας. Από την άλλη έχουμε καλούς οίκους ευγηρίας, με πολλά έξοδα (900-1200 ευρώ το μήνα, με μέσο μισθό πόσο; 500; 450; 600; Με τη μέση σύνταξη;) , το οποίο μας βγάζει δύο παρακλάδια: Οι ηλικιωμένοι δεν μπορούν να τα καλύψουν, έτσι είτε δεν πάνε εξαρχής, είτε αν είναι μέσα, φεύγουν- το πρώτο. Το δεύτερο είναι πως αν οι οίκοι αυτοί δεν έχουν έσοδα, δε θα επιβιώσουν.

Στην απέναντι μεριά τώρα, έχουμε αυτούς που φτάνουν να βρίσκονται σε πολύ κακή κατάσταση, γιατί ένας ηλικιωμένος με προβλήματα υγείας χρειάζεται συνεχή φροντίδα από τους κατάλληλους ανθρώπους, κι αυτή τη φροντίδα δεν μπορούν ούτε τα παιδιά, ούτε οι «ζητείται γυναίκα για φύλαξη ηλικιωμένου» να προσφέρουν.

Σαν ένας κύκλος που γυρίζει γύρω-γύρω μου φαίνεται όλο αυτό. Αν οι ηλικιωμένοι χρειάζονται φροντίδα- σοβαρή φροντίδα- και κανείς δεν μπορεί να σηκώσει το έξοδο, αν τα γηροκομεία για να λειτουργήσουν σωστά και όπως πρέπει χρειάζονται το κατάλληλο προσωπικό κι εξοπλισμό και πρόγραμμα μα δεν το έχουν- αφού δεν μπορεί να πληρώσει κανείς, πού καταλήγει όλο αυτό το γαϊτανάκι; Πίσω στην αρχή- στην Ελλάδα κάνουμε παιδιά για να μας τα μεγαλώνει άλλος και ύστερα να μας γηροκομήσουν. Ο Rick ακόμα προσπαθεί να καταλάβει τη λογική. Κι εγώ μαζί του.

Η βελτίωση της ζωής και η αύξηση του προσδόκιμου ζωής της τελευταίες δεκαετίες έφερε ένα διπλό, σαν δίκοπο μαχαίρι αποτέλεσμα: Οι άνθρωποι ζουν όλο και περισσότερο, όμως ολόκληρη η κοσμοθεωρία των μοντέρνων κοινωνιών πάνω στη ζωή έχει λάθος βάσεις. Οι σαραντάρηδες δεν είναι δύο εικοσάρηδες. Είναι άνθρωποι μέσης ηλικίας. Με τα όποια λάθη του τρόπου ζωής που αρχίζουν να πληρώνονται γιατί εκδηλώνονται σιγά-σιγά.

Η ηλικία δεν είναι απλώς ένας αριθμός. Είναι η φυσική εξέλιξη της ζωής. Κάθε ζωντανό πλάσμα σ’ αυτόν τον κόσμο γεννιέται, περνάει από τη νηπιακή στην παιδική ηλικία, έπειτα στη νεανική, στην ενήλικη, τη μέση …και κατ’ επέκταση στα γηρατειά.

Όμως τα γηρατειά αποτελούν ταμπού και σκουπιδάκι που το κρύβουμε επιμελώς κάτω από ένα χαλί γεμάτο τσιτάτα και πιασάρικα σλόγκαν, βομβαρδιζόμενοι καθημερινά από υπερήλικες που κάνουν εξτρίμ σπορ και μαραθώνιους, χωρίς να σκεφτούμε ούτε μια στιγμή ότι ναι, ίσως αυτό μπορεί να υπάρξει, αλλά είναι μια εξαίρεση σε έναν κανόνα απαράβατο: Ο άνθρωπος γερνά και φθείρεται.

Κι αντί να τραβάμε το σκοινί και τα όρια των προσδοκιών και των αντοχών μας στο έπακρο με ψέματα, δε θα ήταν ευκολότερο να διδαχθούμε τη φθορά και να φροντίσουμε όσο είμαστε νέοι ακόμα να θωρακιστούμε όσο το δυνατόν καλύτερα απέναντί της;

Τα γηρατειά δε θα έπρεπε να είναι απλώς ιατρικά περιστατικά. Τα γηρατειά είναι μια ακόμα φάση της ζωής μας που ΔΕΝ θα αποφύγουμε ό,τι και να κάνουμε, όμως μπορούμε να τα ζήσουμε αξιοπρεπώς και όσο το δυνατόν ευκολότερα και πιο άνετα γίνεται, με σωστή ενημέρωση, πραγματικές προσδοκίες, φροντίδα πάνω απ’ όλα από μας τους ίδιους, σωστή κατεύθυνση και φυσικά κάποια οργάνωση από την πλευρά του κοινωνικού κράτους.

& Εκείνος

Με το κίνδυνο να επαναληφθώ …δεν θα πω για το τι γίνεται στην περίπτωση των ηλικιωμένων στην Σκανδιναβία. Θα μιλήσω για τον Rick, τον φίλο της Κατερίνας που δεν τον ξέρω.

Πριν από ενάμιση χρόνο, νομίζω, εντάχτηκα σε μια από τις ομάδες του φατσοβιβλίου, μια ομάδα με συμμετέχοντες από όλο τον κόσμο και με κοινό μας χαρακτηριστικό το διαβήτη. Μη με ρωτήσετε γιατί το έκανα. Ειδικά εγώ με τη γνωστή μου αντιπάθεια σε ομάδες …που θα με κάνανε εμένα μέλος (μεγάλε Γκρούσο), μάλλον ήταν κάτι από αυτά τα στιγμιαία που τα κάνεις χωρίς να το πολυσκεφτείς. Το ότι έγινα μέλος της ομάδας δεν σημαίνει ότι πέρασα και πάνω από μερικά λεπτά κοιτώντας τι γραφούν και τίποτα περισσότερο τις επόμενες μέρες μέχρι που ανάμεσα στα άλλα είδα ένα μήνυμα που μου έκανε εντύπωση:

«Αύριο θα κάνω την τελευταία δόση ινσουλίνης. Τώρα πρέπει πάλι να μαζεύω λεφτά για πέντε-εξη μήνες για να μπορέσω να αγοράσω ξανά.»

Το μήνυμα το ακολουθήσαν σειρά από κουβέντες υποστήριξης και συμπάθειας από άλλους συμμετέχοντες στην ομάδα με πολλούς από αυτούς αναγνωρίζοντας την δική τους πάλη με τα …οικονομικά του διαβήτη. Η δήλωση με σοκάρισε γιατί ακόμα κι αυτοί που δεν ξέρουν, κάπως καταλαβαίνουν ότι για τους διαβητικούς η ινσουλίνη είναι θέμα ζωής και θανάτου. Τι θα πει «τελευταία δόση;» Ή «πέντε-εξη μήνες»; Λίγο το σοκ, λίγο η περιέργεια, συνέχισα να παρακολουθώ την εξέλιξη της συζήτησης για …μέρες. Και κάθε καινούργια ανάρτηση ήταν ένα καινούργιο σοκ.

Από την μητέρα που δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στην φαρμακευτική ανάγκη του εννιάχρονου παιδιού της σε ινσουλίνη μέχρι τον ογδοντάχρονο που έχασε το πόδι του αλλά …δεν μπορούσε να αγοράσει ινσουλίνη. Σε κάποιο σημείο τα πράγματα κόντευαν να γίνουν εφιαλτικά, γιατί δεν είναι μονό η ινσουλίνη που χρειαζόμαστε, είναι οι βελόνες, τα «υλικά» για τις καθημερινές και ανά μερικές ώρες μετρήσεις που κάνουμε όλοι οι διαβητικοί. Παραδέχομαι ότι σταμάτησα να παρακολουθώ τη συνέχεια. Δεν άντεξα και προτίμησα την άρνηση από την …γνώση

Για μένα κάποια πράγματα είναι ξεκάθαρα, δεν έχει ινσουλίνη, έχει αργό και επίπονο θάνατο. Δεν υπάρχει τίποτα ενδιάμεσο ή εναλλακτικό. Ούτε θεραπεία. Αυτό είναι και δεν ξέρω πώς να το τονίσω περισσότερο, η καθημερινότητά μου εξαρτάται από ενέσεις ινσουλίνης και μια σειρά από φάρμακα που με συντηρούν. Και το κράτος το καταλαβαίνει αυτό. Και το κράτος έχει φρονήσει πολλά από αυτά τα φάρμακα και ειδικά την ινσουλίνη να δίνονται στους διαβητικούς με πολύ μικρές συνδρομές αν όχι (όπως στη Σκανδιναβία) δωρεάν. Και για να μην φωνάξετε, ναι και στην Ελλάδα. Οι πάσχοντες από χρόνιες ασθένειες χωρίς θεραπεία όπως οι διαβητικοί, «απολαμβάνουν» όπως οφείλεται από μια πολιτισμένη κοινωνία, ιδιαίτερης αντιμετώπισης όσον αφορά την φαρμακευτική τους αγωγή. Με διαφορές μεταξύ του πόση είναι αυτή η συμμετοχή, το ίδιο ισχύει σε όλη την Ευρώπη. Και στο Καναδά. Και στο Μεξικό. Όχι στην χώρα του Rick! Του φίλου της Κατερίνας. Όχι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στην χώρα των …ευκαιριών.

O Rick, που λέτε, αν είχε μια ΚΑΛΗ δουλειά, (έτσι, το «καλή» με κεφαλαία) πριν πάρει σύνταξη και ασφαλιζόταν ΚΑΛΑ (πάντα με κεφαλαία), πληρώνοντας ιδιωτική ασφαλιστική για υγειονομικά και συνταξιοδοτικά προγράμματα, τώρα στα γηρατειά του δεν προβληματίζεται με την τιμή της ινσουλίνης. Αν! Αν, γιατί η απόλυτη πλειονότητα των αμερικανών πολιτών – όπως συμβαίνει σε όλο τον κόσμο – ΔΕΝ είναι διευθυντές τράπεζας ή μεγαλομέτοχοι της Microsoft και η ΚΑΛΗ ιδιωτική ασφάλεια και σύνταξη είναι πολυτέλεια που επιβαρύνει. Ειδικά μια οικογένεια με παιδιά.

Τώρα στην Ελλάδα (όπως γενικότερα στην Ευρώπη) οι πολλοί έχουμε ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό πρόγραμμα που πληρώσαμε στο κράτος (ΙΚΑ, ΟΓΑ, ΤΕΒΕ, KELA στη Φινλανδία και δεν ξέρω τι άλλο) και πληρώναμε μέρος του όσο δουλεύαμε. Μέρος πλήρωνε και πληρώνει και ο εργοδότης. Λίγοι έως ελάχιστοι έχουν ιδιωτικές ασφάλειες που είναι κυρίως συνταξιοδοτικές και συμπλήρωμα σε αυτήν που θα πάρουν από το κράτος.

Ας πούμε λοιπόν ότι ο Rick, που ΔΕΝ τον ξέρω, είναι ο μέσος Αμερικανός που κατά περιόδους πλήρωνε την ιδιωτική του ασφαλιστική (εκεί δεν έχει μέρος ο εργοδότης, μόνος σου όλα) και τώρα που πήρε σύνταξη μπορεί να απολαύσει την συντροφιά των εγγονών του και τον κήπο του. Ο μέσος Αμερικανός συνταξιούχος που και ανταποκρίνεται σε όλα τα παραπάνω (πάντα είχε δουλειά και πάντα πλήρωνε την ιδιωτική του ασφάλεια) παίρνει σύνταξη γύρω στα 2,500 ευρώ τον μήνα. 2,500 και ο Rick τον μήνα.

Σαν να ακούω μερικούς από εσάς να μουρμουράτε ότι με τέτοια σύνταξη, μέχρι οικονομίες για να αλλάξετε αυτοκίνητο θα μπορούσατε να κάνετε. Περιμένετε, πίσω έχει η αχλάδα την ουρά.

Ας πάρουμε τώρα την δικιά μου περίπτωση στην αμερικανική της έκδοση. Εγώ χρειάζομαι γύρω στα 3 «στυλό» ινσουλίνης τη εβδομάδα. Αυτό στην αμερικανιά του, με το εκεί ασφαλιστικό σύστημα και παρόλο ότι είμαι χρόνια ασθενής και δεν μπορώ να ζήσω χωρίς ινσουλίνη, θα σήμαινε: 350 ευρώ το «στυλό» = 1,050 ευρώ την εβδομάδα. 4,200 με 4,500 ευρώ τον μήνα, γιατί μερικούς μήνες χρειάζομαι ακόμα και 15 «στυλό».

Αυτά χωρίς να υπολογίσω τις βελόνες, τα υλικά των μετρήσεων και τα επτά χάπια που παίρνω την ημέρα για τον διαβήτη. 4,200 ευρώ μόνο για την ινσουλίνη, με …2,500 ευρώ σύνταξη. Χρειάζεται να επαναλάβω τι έγραψα;

Τώρα ποιά παιδιά θα βοηθήσουν, ποιό γηροκομείο θα ασχοληθεί, που ακόμα και τα νοσοκομεία πρώτων βοηθειών λειτουργούν μόνο με ασφαλισμένους σε ασφαλιστικές εταιρείες αλλιώς ο λογαριασμός είναι ΑΔΥΝΑΤΟΝ να τον πληρώσεις και ποιά γηρατειά ο …Rick.

Αυτά στην μητρόπολη του καπιταλισμού και του Rick που δεν καταλαβαίνει γιατί τα παιδιά «χρεώνονται» τους γονείς, γιατί του είναι άγνωστος κόσμος αυτό που ζούμε εμείς, γιατί όπως και να το κοιτάξεις δεν θα μπορούσε ποτέ να λειτουργήσει εκεί. Αυτό γι αυτά που μας αρέσει να αγνοούμε και να κρύβουμε πίσω από το …αμερικανικό όνειρο.

Αλλά δυστυχώς – και αυτό είναι παρατήρηση από την συγκεκριμένη ομάδα – οι ΗΠΑ δεν είναι η εξαίρεση. Η Ευρώπη είναι η εξαίρεση. Προς τα εκεί κινείται και η Βρετανία με την Αυστραλία, εκεί βρίσκεται η περισσότερη Ασία και η Νότια Αμερική.

Και τώρα ναι θα το πολιτικοποιήσω αλλά αυτά είναι που ονειρεύονται ο Κούλης Μητσοτάκης (ασφαλισμένος στο ίδρυμα του μπαμπά του και της Siemens) και ο Άδωνις (ασφαλισμένος στην Novartis) των ιδιωτικών νοσοκομείων και των ιδιωτικών πανεπιστημίων για την Ελλάδα και το έχουν πολλάκις δηλώσει δημόσια. Εμπρός λοιπόν συνταξιούχοι και διαβητικοί …ψηφίστε τους γιατί αυτό είναι το …κοινωνικό κράτος που ονειρεύονται όταν λένε ότι θα λύσουν το …ασφαλιστικό και το συνταξιοδοτικό.

Οπότε …ας μην λέμε μεγάλα λόγια για τους Αμερικανούς και τις ασφαλιστικές αμερικανιές τους τώρα με τον Κούλη …μέλλοντα πρωθυπουργό!

Προηγουμενο ΑρθροΕπομενο Αρθρο

Εκείνη & εκείνος

Εκείνη, η Κατερίνα Χαρίση, είναι στο τέλος της δεύτερης δεκαετίας της, συγγραφέας πολυγραφότατη από τρέλα και πάθος, σύζυγος και μαμά δυο υπέροχων γιων.

Εκείνος, ο Θάνος Καλαμίδας, είναι στην πέμπτη δεκαετία του για τα καλά και γνωστός γκρινιάρης.

Εκείνη στην Ελλάδα κι εκείνος 3.500 χιλιόμετρα μακριά. Εκείνη εννιά μήνες ήλιο, εκείνος εννιά μήνες σκοτάδι, εκείνη παραλία εκείνος χιόνι. Και οι δυο θα σας κρατάνε συντροφιά μια φορά την εβδομάδα με ένα θέμα που θα γκρινιάζουν, θα διαφωνούν και μερικές φορές ακόμα και θα συμφωνούν, όλα αυτά με τίτλο: Εκείνη & Εκείνος.

Εκείνη & Εκείνος στην τρίτη ηλικία

γράφουν η Κατερίνα Χαρίση και ο Θάνος Καλαμίδας. Εκείνη Ο Rick, είναι ένας διαδικτυακός μου φίλος από την Αμερική, εδώ

Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies. Περισσότερες πληροφορίες.

Οι ρυθμίσεις των cookies σε αυτή την ιστοσελίδα έχουν οριστεί σε "αποδοχή cookies" για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία περιήγησης. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτή την ιστοσελίδα χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις των cookies σας ή κάνετε κλικ στο κουμπί "Κλείσιμο" παρακάτω τότε συναινείτε σε αυτό.

Κλείσιμο