Η οικονομική εξαθλίωση μας έκλεισε μέσα στο σπίτι. Μας έκανε κακόκεφους και γκρινιάρηδες, μας φόρτωσε προβλήματα που υπό άλλες συνθήκες δε θα είχαμε, και ο εγωισμός μας – ή μάλλον η αξιοπρέπειά μας – δε μας αφήνει να εξωτερικεύσουμε. Έτσι εκθέτουμε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του εαυτού μας στο φατσοβιβλίο, εκεί που υπάρχει η άμεση ανταπόκριση από τους φίλους, γιατί κανείς δε θέλει να περνάει απαρατήρητος, γιατί όλοι έχουμε ανάγκη επιβεβαίωσης. Μόνο που το κομμάτι αυτό που εκθέτουμε, λίγο ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Είναι πολύ κοντά στην αλήθεια και ταυτόχρονα πολύ μακριά: Είναι μια μίξη όλων αυτών που θα θέλαμε να είμαστε, όλων αυτών που θα θέλαμε να κάνουμε, είναι ένα ανακάτεμα της ζωής που θα θέλαμε (ή θα έπρεπε) να ζούμε, μαζί με κάποιες στιγμές από τη ζωή που ζήσαμε κάποτε.
Μεταξύ κατεργαρέων λέει ο λαός, ειλικρίνεια: Όλοι μας έχουμε προβλήματα. Να μας λείπουν κι από το φατσοβιβλίο. Μακριά από μας τα προβλήματα των άλλων, μακριά τα προβλήματα του κόσμου. Συμπονούμε και συμπάσχουμε βέβαια. Από τον καναπέ. Κι όταν έχουμε όρεξη. Όταν νιώθουμε αρκετά γεμάτοι από εικονική ενσυναίσθηση, μοιράζουμε εικονικές αγκαλιές και emoticons. Και ξεμπερδέψαμε.
Υπάρχει πράγματι μια ομορφιά σε όλο αυτό, και ως κάποιο βαθμό μια σωτήρια ευφορία. Είναι πολύ σημαντικό πολλές φορές όταν είσαι καθηλωμένος σ’ ένα υπολειτουργικό νοσοκομείο με προβλήματα υγείας που υπό άλλες συνθήκες δε θα είχες, ή, όταν φυτοζωείς παρά τις δυο δουλειές που κάνεις, να έχεις δημιουργήσει μια ρουτίνα που βασικά μιμείται αυτά που θα έκανες αν είχες πραγματική ζωή: Καφεδάκι με τα φιλαράκια, συζητήσεις, μουσικές, αγκαλιές και παιδικά πάρτι, ανταλλαγές απόψεων και συνταγών και μοίρασμα της χαράς και της λύπης.
Είναι ένας τρόπος να νιώθεις ότι η ζωή δε σε έχει ξεχάσει, δε συνεχίζει χωρίς εσένα (που συνεχίζει), δεν περνάει μια χαρά χωρίς εσένα (που περνάει) κι ακόμα μετράς, υπάρχεις, κι η παρουσία σου είναι σημαντική. Και για όπου δεν υπάρχει η φυσική παρουσία, υπάρχει το φατσοβιβλίο. Μόνο που από όσο δείχνουν τα πράγματα, το φατσοβιβλίο κερδίζει επικίνδυνα έδαφος εις βάρος της φυσικής παρουσίας και της πραγματικής ανθρώπινης επαφής. Και κάπου αρχίζει όλο αυτό να γίνεται λιγάκι …περίεργο.
Το όριο που διαχωρίζει τη φυσιολογική μας έκθεση στα Social Media ως κομμάτι της καθημερινότητάς μας από την αρρωστημένη εξάρτησή μας είναι πολύ λεπτό και δυσδιάκριτο. Από κάποιο βαθμό κι ύστερα παύουμε να είμαστε χρήστες και προφίλ των Social Media, και γινόμαστε η ζωή μας μέσα σ’ αυτά. Τότε απλά αποζητούμε τα Likes και τις καρδούλες, τις φατσούλες και τις προσευχές, την ανταπόκριση κι επιβεβαίωση του τι κάνουμε και ποιοι είμαστε, ρίχνοντας τον πήχη χαμηλά… πολύ χαμηλά.
Κάποτε δεν υπήρχαν τα Social Media κι αν το σκεφτείτε λίγο, ήταν πολλά αυτά που δε μοιραζόμασταν με κανέναν. Τι διαφορά άραγε κάνει το σήμερα με τη στιγμιαία εκτόνωση και άμεση συμπάθεια στο διαδικτυακό μας προφίλ; Δεν ξέρω. Μα σίγουρα χρησιμοποιούμε πολύ πρόχειρα τα βιώματά μας, όταν στήνουμε το κάδρο για να τα βγάλουμε μια καλή φωτογραφία για να τη δουν γνωστοί και άγνωστοι. Κι ίσως αυτή η απουσία της προσωπικής εμβάθυνσης στα όσα μας συμβαίνουν, να κάνουν ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ζωής μας να χάνεται αμάσητο στη λήθη: Τις λεπτομέρειες. Οι λεπτομέρειες συντηρούν τις μνήμες μας κι αλέθοντάς τις στο μύλο του παρελθόντος μας έχουμε όλο το χρόνο να ωριμάσουμε μαζί τους. Τώρα νιώθω πως τα πάντα περνούν με ταχύτητες φωτός από μπροστά μας και περνώντας ο καιρός δε μένει ούτε ίχνος πίσω. Παρατηρώ στις μνήμες μας επικίνδυνα …κενά. Κι ας φροντίζει το φατσοβιβλίο να μας τις υπενθυμίζει κάθε χρόνο.
& Εκείνος
Ανήκω σε αυτούς που λίγο και από επαγγελματικούς λόγους, έζησα το ιντερνέτ από τη αρχή της εξάπλωσης του. Αντίστοιχα έζησα και τα social media και μάλιστα τα έζησα μέσα από την ελληνική «άνοιξη» της μπλοκόσφαιρας, κάπου στις αρχές του 21ου αιώνα. Εκεί που το διαδίκτυο έπνεε δημοκρατία και διαλεκτική.
Τώρα ανήκω σε αυτούς που αποχωρούν. Και δεν το κάνω γιατί βρήκα καινούργιους τρόπους έκφρασης, το κάνω περισσότερο από αηδία παρά από ό,τι άλλο. Ειδικά με το Facebook.
Ο διάλογος – ειδικά στο φατσοβιβλίο – έχει γίνει συνεχείς μονόλογοι ναρκισσισμού, ανθρώπων που στερούνται κοινωνική ζωή και πολλοί από αυτούς δεν έχουν καν τα στοιχεία που απαιτούνται για να δημιουργήσουν κοινωνική ζωή.
Η δημοκρατία αργοπεθαίνει σε ένα φατσοβιβλίο γεμάτο ψεύτικες και παραπλανητικές ειδήσεις για τη συλλογή «μου αρέσει» και την ομαλοποίηση του φασισμού, της ξενοφοβίας, της ομοφοβίας, του ρατσισμού και κυρίως της μαλακίας που δέρνει τον καθένα και κυρίως τον αμόρφωτο νεοέλληνα που θεωρεί τον εαυτό του έξυπνο όταν πετάει κάποιο από τα πολλά – πολλές φορές μη πραγματικά – αποφθέγματα που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο.
Στην αρχή προσπάθησα να αντισταθώ κι όταν έβλεπα κάτι λάθος, με σειρά παραπομπών προσπαθούσα να δείξω σε αυτόν που έγραφε τι ήταν αυτό που έγραψε. Ότι απλά αναμετάδιδε ένα ψέμα, κάτι παραπλανητικό και πολύ χειρότερα, κάτι που ήταν κρυφοφασιστικό, κρυφοναζιστικό, κρυφοέτσι και κρυοφαλλιώς. Αλλά εκεί είχα να αντιμετωπίσω την ραθυμία της άγνοιας ή επιχειρήματα στο στιλ: «μα ο άγιος πατσίστιος είπε…» και «κάπου το διάβασα δεν θυμάμαι που». Επιχειρήματα που αδιαφορούσαν για τα γεγονότα. .
Αυτό το έκανα για λίγο …μέχρι που άρχισα να βλέπω ανθρώπους που ξέρω και προσωπικά, που έχω μιλήσει μαζί τους και που έχω γνωρίσει τον τρόπο σκέψης τους να αναμεταδίδουν όλη αυτή τη παραφροσύνη ναρκισσισμού και ψέματος. Και σε αυτό να συμμετέχουν πια – ειδικά στο ελληνικό διαδίκτυο – και τα ΜΜΕ. Είδα παραδοσιακές εφημερίδες μέσα από το διαδικτυακό τους χώρο στο φατσοβιβλίο να γίνονται αναμεταδότες παραπλανητικών και μερικές φορές ακραίων και κανιβαλιστικών ψεύτικων ειδήσεων. Είδα πολιτικούς να συμμετέχουν και τον Άδωνι (τα ύστερα της υπερβολής, του ναρκισσισμού, της παραπληροφόρησης και της διαφθοράς της είδησης) να ακμάζει. Και τότε …σταμάτησα.
Το μόνο στοιχείο που κράτησα από το φατσοβιβλίο είναι η επικοινωνία -που προς το πάρων μου αφήνει ελεύθερη και να «βλέπω» ότι φίλοι και συγγενείς είναι καλά μιας και δεν ζω στην Ελλάδα. Μέχρι εκεί. Μάλιστα συμβουλεύω φίλους και γνωστούς να περιορίσουν τη σχέση τους με το συγκεκριμένο διαδικτυακό εργαλείο στο μίνιμουμ γιατί ναι μεν είναι δωρεάν αλλά ΜΟΝΟ δωρεάν δεν είναι. Οι ίδιοι γίνονται πιόνια και νούμερα για παιχνίδια μάρκετινγκ και συναλλαγών (πολλές φορές υπόπτων) του ίδιου του φατσοβιβλίου και άλλων που συναλλάσσεται η υπερβολικά κερδοφόρα εταιρία που το διατηρεί.