Στην αρχή της μεταπολίτευσης η Νέα Δημοκρατία έδειχνε ότι δεν μπορούσε να χάσει από κανέναν, μέχρι το 1981 που τελικά έχασε. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε καταφέρει να διχάσει τον κόσμο, να δημιουργήσει ένα ψυχροπολεμικό κλίμα ανάμεσα σε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και να μαζέψει σχεδόν όποια ψήφο δεν ανήκε στη ΝΔ. Αυτός ο δικομματισμός που προέκυψε, όπως όλοι γνωρίζουμε, διατηρήθηκε μέχρι και τις εκλογές του 2012, οπότε και καταργήθηκε στην πράξη. Μέχρι τότε περισσότερο από το 80% του εκλογικού σώματος έπρεπε να αποφασίσει ανάμεσα σε «εμάς ή τους άλλους».
Στις δεύτερες εκλογές του 2012 η Νέα Δημοκρατία κέρδισε συσπειρώνοντας αρκετούς από τους ψηφοφόρους της υπό την απειλή να βγει πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ. Τότε η ΝΔ κατάφερε να μεταδώσει στους ψηφοφόρους το μήνυμά της για τις εκλογές με ένα απλό ερώτημα: «ευρώ ή δραχμή;». Για τους ψηφοφόρους της ΝΔ αυτοί που επιθυμούσαν τον ΣΥΡΙΖΑ έγιναν μπολσεβίκοι, ούνοι και οπαδοί της δραχμής με τους οποίους πολιτικά απείχαν αιώνες. Το ότι έχασε τόσο μεγάλο ποσοστό σε σχέση με τα μέχρι τότε συνηθισμένα ποσοστά της οφείλεται στο ότι και η άλλη πλευρά είχε ένα πολύ ισχυρό δίλημμα: «μνημόνιο ή αντιμνημόνιο;». Μόνο που τότε οι αντιμνημονιακοί έσπασαν σε πολλά διαφορετικά κόμματα και δεν ήταν δυνατόν αυτόν τον διχασμό να τον εκμεταλλευτεί σωστά το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα.
Τον Ιανουάριο του 2015 το «ευρώ ή δραχμή;» είχε αρχίσει να εξαφανίζεται, ενώ το «μνημόνιο ή αντιμνημόνιο» μεσουρανούσε το ίδιο δυνατό με τις προηγούμενες εκλογές. Μόνο που στην πορεία δημιουργήθηκε και ένα ακόμα δίλημμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ: «ελπίδα ή φόβος;». Όλες οι μελέτες δείχνουν ότι από τη στιγμή που ξεκίνησε η εκστρατεία φόβου, η ΝΔ, που μέχρι τότε δημοσκοπικά φαινόταν να κλείνει σταδιακά την ψαλίδα, άρχισε να χάνει από τα ποσοστά της κάθε ημέρα που περνούσε. Άλλωστε, ποιός αναποφάσιστος ψηφοφόρος θα μπορούσε να ταυτιστεί με τον φόβο; Έθεσε και η ΝΔ το δικό της δίλημμα, το «σταθερότητα ή αβεβαιότητα», το οποίο ήταν σαφώς πιο αδύναμο από το αντίστοιχο του ΣΥΡΙΖΑ και φυσικά δεν απέδωσε παρά ελάχιστα.
Βλέπουμε λοιπόν ότι αυτό που κερδίζει τους αναποφάσιστους, αυτούς δηλαδή που τελικά κρίνουν το ποιος θα κυβερνήσει και ποιος θα βγει δεύτερος, είναι η επιλογή του κατάλληλου διλήμματος. Αν το δίλημμα ακουμπάει τον λαό και έχει εσένα ως τη σωστή απάντηση, τότε σίγουρα θα βγεις κερδισμένος από τις εκλογές. Αυτή τη στιγμή, ποιο είναι το δίλημμα των κομμάτων; Γύρω από ποιο ερώτημα συγκεντρώνεται η προεκλογική τους εκστρατεία;
Προτού όμως πάμε στα μεγάλα, ας αρχίσουμε από τα μικρότερα σε εκλογικό ποσοστό κόμματα. Το ΚΚΕ εδώ και χρόνια ρωτάει «με το κεφάλαιο ή με τον εργάτη;» και φαίνεται ότι πάντα θα έχει απήχηση σε μια μερίδα του εκλογικού σώματος.
Η Λαϊκή Ενότητα χρησιμοποιεί το all time classic «μνημόνιο ή αντιμνημόνιο;», τραβώντας το δίλημμα στα άκρα και λέγοντας ότι για αυτούς είναι επιλογή ακόμα και η έξοδος από την Ευρωζώνη. Ταυτίζεται με θέσεις που πάγια έχουν το ΚΚΕ και η Χρυσή Αυγή, με το κόμμα του Παναγιώτη Λαφαζάνη να έχει το πλεονέκτημα της αναγνωρισιμότητας των στελεχών του που ήταν κορυφαία στελέχη και Υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τη φθορά που φέρνουν οι κυβερνητικές θέσεις.
Το Ποτάμι θέτει το «με το παλιό ή το νέο πολιτικό σύστημα;» και η Χρυσή Αυγή «με τους Έλληνες ή τους προδότες;». Και τα δύο διλήμματα έχουν το κοινό τους και βλέπουμε ότι οι επιθέσεις που γίνονται από τα άλλα κόμματα στοχεύουν ακριβώς πάνω σε αυτά. Για παράδειγμα ο Αλέξης Τσίπρας στην πρόσφατη συνέντευξή του χαρακτήρισε το Ποτάμι ως κόμμα του παλιού συστήματος και ο Παναγιώτης Λαφαζάνης σε κάθε ανακοίνωσή του χρησιμοποιεί τουλάχιστον μια φορά τη λέξη «πατριωτισμός» (αλήθεια, μπορείτε πολύ εύκολα να το διαπιστώσετε και μόνοι σας).
Το ΠΑΣΟΚ σαν να ξύπνησε τις τελευταίες ημέρες και άρχισε να ρωτάει αν οι ψηφοφόροι επιλέγουν να είναι «με το διεφθαρμένο ΠΑΣΟΚ ή με το καθαρό;», εκμεταλλευόμενο σε έναν βαθμό την αποχώρηση στελεχών του για τον ΣΥΡΙΖΑ και τη μη συμφωνία με τον Γιώργο Παπανδρέου.
Μέχρι και ο Λεβέντης χρησιμοποιεί το «με τους πολιτικούς του συστήματος ή εκείνους που κυνηγάει το σύστημα;» και από ό,τι φαίνεται μέχρι στιγμής θα τον φέρει εντός Βουλής. Οι μόνοι που έχουν ξεμείνει χωρίς κάποιο διακριτό δίλημμα είναι οι ΑΝΕΛ, και φαίνεται προς το παρόν να το πληρώνουν με το δημοσκοπικό 2%.
Τι θα κάνει όμως η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ; Η ΝΔ φαίνεται πως θα χρησιμοποιήσει κάτι του στυλ «με τους τσαρλατάνους ή τους σοβαρούς», κάτι που φαίνεται από τα διάφορα πλουμιστά επίθετα που χρησιμοποιεί τακτικά ο πρόεδρός της για να αποδομήσει όσο μπορεί τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος άλλωστε είναι το βαρύ χαρτί του κόμματός του. Μέχρι στιγμής φαίνεται να αποδίδει και οι δημοσκοπικές διαφορές είναι από 1% έως 3%.
Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως αυτό το παιχνίδι το παίζει πολύ καλά και, αν έχουμε μάθει ένα πράγμα από τη σύντομη διακυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, είναι ότι την πολιτική ατζέντα προτιμά να τη θέτει ο ίδιος για να έχει τον έλεγχο των εξελίξεων και την πρωτοβουλία των κινήσεων. Προς το παρόν όμως, πέρα από μία συνέντευξη και κάποιες εμφανίσεις των στελεχών που απέμειναν σε τηλεοπτικά παράθυρα δεν φαίνεται να υπάρχει συντεταγμένη στρατηγική, κάτι που δεν είναι ρεαλιστικό αν υπολογίσουμε όλον τον χρόνο που είχε μπροστά του ο ΣΥΡΙΖΑ για να προετοιμαστεί για αυτές τις εκλογές. Λογικά λοιπόν υπάρχει στρατηγική η οποία μπορεί να εκφραστεί μέσα από μια διχαστική ερώτηση -εκτός αν μιλάμε για τη χειρότερη προεκλογική εκστρατεία ελληνικού κυβερνώντος κόμματος στην ιστορία της μεταπολίτευσης.
Προσωπικά πιστεύω ότι ο Αλέξης Τσίπρας και η επικοινωνιακή του ομάδα, ελλείψη ρεαλιστικών πολιτικών διλημμάτων που να τους διαχωρίζουν από τα υπόλοιπα κόμματα, θα κινηθούν σε κάτι που θα μοιάζει στο «με θάρρος ή φοβισμένα;». Τους βλέπουμε εδώ και καιρό να το γυροφέρνουν με τις δικαιολογίες περί θαρραλέας (και, πλέον, όχι υπερήφανης) διαπραγμάτευσης. Το έδειξαν και λίγο με τις αποφάσεις για τις σκουριές και τα κανάλια, που έδειξαν στους ψηφοφόρους τους ότι είναι έτοιμοι να συγκρουστούν με όλους και να αναλάβουν όπου χρειαστεί το προσωπικό κόστος.
Ο Αλέξης Τσίπρας έχει την τεχνογνωσία, την επικοινωνιακή ομάδα και τον τρόπο να γίνει γνωστό στον λαό το μήνυμα που θα επιλέξει και όλα, ακόμα και οι δυσμενέστερες δημοσκοπήσεις, δείχνουν ακόμα ότι θα κερδίσει τις εκλογές και θα σχηματίσει κυβέρνηση με τον ίδιο Πρωθυπουργό. Αν επιλέξει το κατάλληλο δίλημμα και καταφέρει να διχάσει αποτελεσματικά τον λαό, που δεν έχουμε λόγο να πιστεύουμε το αντίθετο, τότε θα μπορέσει να αυξήσει και το τελικό εκλογικό του ποσοστό. Πολύ καλά κάνει, όπως πολύ καλά κάνουν και τα υπόλοιπα κόμματα που θέτουν διχαστικά διλήμματα.
Τελικά, ως λαός είμαστε πολύ προβλέψιμοι στις επιλογές και τις επιθυμίες μας. Θέλουμε να μας κυβερνά κάποιος για τον οποίο δεν μπορούμε οι περισσότεροι να συμφωνήσουμε και διαλέγουμε να ψηφίσουμε το κόμμα που θα μας διαχωρίσει όσο περισσότερο γίνεται από τους υπόλοιπους. Καλή επιλογή διλήμματος λοιπόν και καλή προεκλογική περίοδο να έχουμε.
Για να διαβάσετε δωρεάν το βιβλίο του Δημήτρη Κοντογιάννη «Δεν έχουμε Δημοκρατία: Μια κάπως μποέμ απόδειξη για κάτι που όλοι λίγο-πολύ γνωρίζαμε», πατήστε εδώ!