Κάτι που λείπει από τη πατρίδα μας και επιτείνει το κοινωνικό χάος, και το βλέπουμε να εκδηλώνεται σε όλα τα επαγγελματικά πεδία, είναι η έλλειψη επαγγελματισμού. Λείπει η «επαγγελματική ευθύνη». Με αποκορύφωμα τους δημοσιογράφους των εφημερίδων και τους δημοσιογραφικούς αστέρες της τηλεότασης. Κανείς δεν αισθάνεται υπεύθυνος για ό,τι ξεστομίζει ή για ότι γράφει. Ολα γίνονται ερασιτεχνικά. Όλοι τα ξέρουν όλα. Και όχι μόνο αλλά νομίζουν ότι είναι εισαγγελείς, με αποστολή τη καταγγελία οτιδήποτε δεν τους αρέσει, εκφράζοντας γνώμες απολύτου εγκυρότητας. Και τούτο γίνεται εμφανές όταν οι καλεσμένοι τους στις εκπομπές τους αποστομώνονται και γελοιοποιούνται αν τολμήσουν να πουν κάτι ιδεολογικά αντίθετο από τις δικές τους δοξασίες. Με άλλα λόγια ό,τι πουν αποτελεί «θέσφατον» που δεν χωρά καμιά αμφισβήτηση. Στο πνεύμα λοιπόν αυτό του κ. «ξερόλα», ο Αρχισυντάκτης μιας μεγάλης κυκλοφορίας «δημοκρατικής» Αθηναϊκής εφημερίδας, αναφερόμενος στην απεργία των διοικητικών υπαλλήλων των πανεπιστημίων, σε κύριο άρθρο στην εφημερίδα του την 22.11.13, γράφει επί λέξει: «Η κυβέρνηση που δημιούργησε το πρόβλημα, οφείλει να το λύσει άμεσα. Όχι με δικαστικές παραπομπές η αστυνομκές μεθοδεύσεις τύπου ΕΡΤ, ούτε με μετάθεση ευθυνών στους πρυτάνεις. Η λύση επιβάλεται να είναι πολιτική και δημοκρατική. Και στη δημοκρατία, υπάρχει μόνο ο δρόμος του διαλόγου και της συναίνεσης». Και επειδή ζω μέσα σε μια σχετικά ευνομούμενη κοινωνία, αναρωτιέμαι:
Είναι το πολίτευμά της Ελλάδος Αντιπροσωπευτική δημοκρατία;
Είναι οι βουλευτές αντιπρόσωποι του λαού στη Βουλή;
Έχει η κυβέρνηση τη δεδηλωμένη;
Με άλλα λόγια, είναι η κυβέρνηση νόμιμη;
Είναι οι νόμοι νόμιμα ψηφισμένοι;
Πρέπει οι πολίτες να τηρούν τους νόμους;
Πρέπει οι δικαστικές αποφάσεις να γίνονται σεβαστές;
Δεν νομίζω ότι η απάντηση σε όλα αυτά τα ερωτήματα, μπορεί να μην είναι «Ναι».
Παρά τη νομιμότητα λοιπόν των σχετικών νόμων του Υπουργείου Παιδείας, σχετικά με την αλλαγή του Status quo του υπαλληλικού τους καθεστώτος, οι διοικητικοί υπάλληλοι των Πανεπιστημίων και του Πολυτεχνείου απεργούν και στο απεργιακό τους ζήλο, αρνούνται να υπακούσουν στο νόμο και στην απόφαση του Συμβουλίου Επικρτατείας, που κήρυξε την απεργία τους παράνομη και καταχρηστική. Είναι προφανές ότι κανένας νόμος δεν ευνοεί όλες τις κοινωνικές ομάδες. Είναι αδύνατον. Στη περίπτωση όμως αυτή, έχουν το δικαίωμα τα μέλη μιας κοινωνικής ομάδας που δεν ευνοούνται από ένα νόμο, να λένε ότι δεν θα τηρήσουν το νόμο; Είναι η άρνηση τήρησης του νόμου δημοκρατικό δικαίωμα; Σε ποιο άρθρο του Συντάγματος αναφέρεται; Από που βρήκαν το δικαίωμα να κλείσουν τα Πανεπιστήμια; Να χάσουν οι φοιτητές μια εξεταστική περίοδο; Ασφαλώς η απεργία έχει κατοχυρωθεί σαν ένα βασικό δικαίωμα του εργαζομένου, αλλά γιατί πρέπει να καταπατηθεί και το δικαίωμα του φοιτητή να σπουδάσει; Τη λύση δεν μπορεί να τη δώσει η κυβέρνηση γιατί το πρόβλημα δημιουργήθηκε από τους διοικητικούς υπαλλήλους που δεν υπάκουσαν στο νόμο και τις δικαστικές αποφάσεις και επομένως, είναι οι ίδιοι που πρέπει να λύσουν το πρόβλημα. Με τον ένα και μοναδικό τρόπο, να υπακούσουν στο νόμο. Πως μπορεί λοιπόν το κύριο άρθρο μιας σοβαρής δημοκρατικής εφημερίδας, να λέει χωρίς περιστροφές, ότι η νόμιμη κυβέρνηση «δημιούργησε το πρόβλημα» ψηφίζοντας το νόμιμο νόμο περί διαθεσιμότητας;
Σύμφωνα με τον αρχισυντάκτη αυτής της σοβαρής εφημερίδας, υποθέτω ότι είναι ο αρχισυντάκτης που έγραψε το κύριο άρθρο, κάθε φορά που μια κοινωνική ομάδα αρνείται να υπακούσει το νόμο, θα πρέπει η κυβέρνηση να πηγαίνει στα γραφεία της για να αρχίσει ένα διάλογο με σκοπό να πείσει τους αρνητές του νόμου να συναινέσουν στην εφαρμογή του. Και αν λάβουμε υπ΄όψιν, ότι κάθε μέρα κάποια κοινωνική ομάδα απεργεί, τότε η κυβέρνηση πρέπει να είναι κάθε μέρα στο δρόμο προσπαθώντας να πείσει τους απεργούς να τηρούν το νόμο. Κατά το κ. Αρχισυντάκτη, αυτή είναι η εικόνα που πρέπει να παρουσιάζει μια ευνομούμενη κοινωνία, ο λαός να κρίνει και να αποφασίζει ποιον νόμο θα τηρήσει και μια κυβέρνηση που δεν θα επιβάλει τη τήρηση του νόμου, αλλά θα τρέχει περιδεής να προσπαθεί να πείση τους αντιρρησίες να τηρήσουν το νόμο. Μα, είναι σοβαρά πράγματα αυτά; Και το χειρότερο, να περιμένει εμείς οι αναγνώστες, να τον παίρνουμε στα σοβαρά.
Και το παράλογο δεν σταματάει εδώ, προχωρεί παρά πέρα και γίνεται θέατρο του παραλόγου. Τις 26.11.13, τέσσαρες μέρες αργότερα, στην ίδια εφημερίδα, ο ίδιος Αρχισυντάκτης, αναφερόμενος στις καταστροφές που προξενήθηκαν στη Ρόδο λόγω των ραγδαίων βροχοπτώσεων και της αβελτηρίας της κυβέρνησης να εφαρμόσει το νόμο, μας γράφει στο κύριο άρθρο της ίδιας δημοκρατικής Αθηναϊκής εφημερίδας, και αντιγράφω: «Υπάρχουν νόμοι, ας εφαρμοστούν και όπου δεν εφαρμόζονται να αναζητηθούν οι υπεύθυνοι και να τιμωρηθούν σύμφωνα με όσα ορίζουν οι σχετικές διατάξεις». Προφανώς, ξέχασε τι είχε γράψει τέσσαρες ημέρες πρίν και ξέρεις γιατί; Γιατί όταν γράφεις κάτι που δεν το πιστεύεις ή κάτι που γράφεις καθ’ επιταγήν και δεν είναι μέρος του ατομικού πιστεύω σου, είναι φυσικό να το ξεχάσεις. Και εδώ αναφύεται το μεγάλο δίλημμα για το δημοκρατικό αναγνώστη που διαβάζει την εφημερίδα. Στη πρώτη περίπτωση, πρέπει να γίνει δημοκρατικός διάλογος για να δικαιολογηθούν οι παρανομούντες και στη δεύτερη να τηρηθεί απαρεγκλείτως ο νόμος και να επιβληθούν κυρώσεις στους ποαρανομούντες. Και ο καϋμένος ο ‘Ελληνας αναγνώστης παραμένει παραπαίων Τι είναι δημοκρατικά και νόμιμα σωστό, να τηρεί το νόμο ή να τον αγνοεί; Δεν έπρεπε τουλάχιστον, ο κ. Αρχισυντάκτης, να μας έλεγε σε ποια περίπτωση να τον υπακούμε και σε ποια όχι; Ή, και το ποιο εξυπηρετικό, να μας δώσει ένα κατάλογο των νόμων που θεωρεί τηρητέους και άλλη μια λίστα με τους αν-τηρητέους;
Είναι λυπηρό να παρακολουθείς στη Ελληνική δημοσιογραφία, μια τέτοια ανευθυνότητα. Οι διανοούμενοι του επαγγέλματος, και μάλιστα αυτοί που διαθέτουν μόνιμο φόρουμ, πρέπει να ξέρουν ότι με το λόγο τους και τις πράξεις τους, όχι μόνο πληροφορούν αλλά και διδάσκουν. Διδάσκουν τρόπο ζωής, διδάσκουν συμπεριφορές, διδάσκουν ήθος, διδάσκουν αρετή και αξίες και ως εκ τούτου θα πρέπει να είναι ακριβείς στις προτροπές τους, χωρίς διφορούμενες ερμηνείες. Αντιλαμβάνομαι ότι η πολιτική ιδεολογία παίζει μεγάλο ρόλο στη διατύπωση των απόψεών μας, αλλά θα πρέπει να είμαστε υπεύθυνοι και να μη καταφεύγουμε στο λαϊκισμό ξεφεύγοντας από τα όρια του κοινού νου για να διατυπώσουμε τις απόψεις μας. Ούτε θα πρέπει ο διανοούμενος να παραμερίζει το ήθος και τις αξίες για εξυπηρέτηση οιωνδήποτε σκοπιμοτήτων και μάλιστα ιδεολογικών. Οι ιδεολογίες μπορεί να αλλάξουν αλλά οι αξίες και το ήθος παραμένουν αναλλοίωτες και διαχρονικά επίκαιρες.
Είναι δε απαραίτητο, και πρέπει να συνειδητοποιήσει ο δημοσιογράφος, σαν επαγγελματίας διαμορφωτής της κοινής γνώμης, ότι θα πρέπει να ενεργεί υπεύθυνα και να παίζει το ρόλο του συνδράμοντας στην ομαλή λειτουργεία της δημοκρατίας και αποφεύγοντας να επαμφοτερίζει, δημιουργώντας σύγχιση στο πολίτη ως προς την τήρηση των νόμων και την επικράτηση της ευνομίας. Η ευνομία αποτελει το θεμέλιο μιας δίκαιης και φιλάνθρωπης κοινωνίας και είναι εγκληματικό ότι οι δημοσιογράφοι, εκούντες ή άκοντες, έχουν αναλάβει το ρόλο να την υπονομεύουν. Αν θέλουμε να λέμε ότι είμαστε πολιτισμένοι, πρέπει να παραδειγματιστούμε και να διδαχτούμε από το θάνατο του Σωκράτη, να βάλουμε το νόμο υπεράνω του εγώ μας και να υπακούσουμε στους νόμους της πατρίδας μας. Πρέπει να δώσουμε στο νόμο την ευκαιρία να δοκιμαστεί στη πράξη και αν δεν δουλεύει, να τον αλλάξουμε αλλά ποτέ δεν έχουμε το δικαίωμα να τον καταστρατηγήσουμε. Και είναι λυπηρόν να βλέπουμε σήμερα να καταστρατηγούνται οι νόμοι από αυτούς που έπρεπε να είναι υποδείγματα νομιμοφρασύνης, τους γιατρούς και τους καθηγητές των Πανεπιστημίων.
Κωνσταντίνος Λυκογιάννης Elmsford N.Y. 4.12.13
Εικόνα από το http://02varvara.wordpress.com