Με τον τρόπο αυτόν καταλήγει το άρθρο του στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Eurobank και καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς στο Τμήμα Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής Διοικητικής κ. Ν. Καραμούζης.
Όσα όμως υποστηρίζει το κορυφαίο στέλεχος της τραπεζικής και ακαδημαϊκής κοινότητας, δεν αποτελούν παρά το επιστέγασμα μιας κοινής λογικής που εδώ και τρία χρόνια πολλοί εξ ημών προσπαθούμε να πείσουμε ότι πρέπει να εφαρμοσθεί στη χώρα.
Δεν πρόκειται να υπάρξει ανάκαμψη της οικονομίας, δεν πρόκειται να υπάρξει έξοδος από την κρίση, αν δεν υπάρξει παραγωγή, δηλαδή αν δεν υπάρξουν επενδύσεις, οι οποίες για να έλθουν στη χώρα μας πρέπει να έχουν τη στήριξη ενός λειτουργικού και αποτελεσματικού κράτους, και μιας αγοράς που θα λειτουργεί σε υγιή βάση, χωρίς στρεβλώσεις και χωρίς εμπόδια και πάσης φύσεως αντικίνητρα.
Όσα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής και αν επιβάλει η τρόικα, όσες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις κι αν γίνουν, το αποτέλεσμα μαθηματικά θα οδηγεί σε μεγαλύτερη και βαθύτερη ύφεση. Θα οδηγεί στο αδιέξοδο και στην καταστροφή.
Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι στα τρία χρόνια αυστηρής δημοσιονομικής προσαρμογής δεν πετύχαμε τίποτα. Ο μηδενισμός της αντιπολίτευσης είναι τραγικό λάθος.
Τα επιτεύγματα της οδυνηρής λιτότητας την οποία υφίσταται ο ελληνικός λαός επί τρία συνεχόμενα χρόνια, περιγράφονται σε έκθεση του ΙΟΒΕ. Και τα επιτεύγματα αυτά έχει χρέος η κυβέρνηση να τα προβάλει. Συγκεκριμένα:
– Έχει επιτευχθεί μείωση του ελλείμματος από 36,1δισ. στο τέλος του 2009 σε 19,4 δισ. στο τέλος του 2011 και στόχο 13,7 δισ. στο τέλος του 2012. Σημειώνουμε ότι σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, αυτή είναι η μεγαλύτερη μείωση ελλείμματος που επιτεύχθηκε ποτέ σε χώρα της Ευρωζώνης.
– Το έλλειμμα ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών από 34,8 δισ. το 2008 περιορίστηκε σε 21,1 δισ. το 2011.
– Το πρωτογενές έλλειμμα από 10,4 % του ΑΕΠ το 2009 στο 1,4% φέτος. Υπογραμμίζουμε ότι, πάλι σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, ο ρυθμός δημοσιονομικής σταθεροποίησης κατά 4% περίπου ετησίως, είναι ο μεγαλύτερος που έχει επιτευχθεί σε οποιαδήποτε χώρα του αναπτυγμένου κόσμου τις τελευταίες δεκαετίες.
– Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Δείκτη Προόδου στις Προσαρμογές (Euro Plus Monitor) η Ελλάδα είναι μετά την Εσθονία η δεύτερη σε πρόοδο προσαρμογών χώρα στην Ευρωζώνη, ενώ με βάση τον αντίστοιχο δείκτη του ΟΟΣΑ είναι πρώτη.
Κανείς δεν υποστηρίζει ότι τα επιτεύγματα αυτά μπορούν να μας οδηγήσουν σε έξοδο από την κρίση. Το αντίθετο μάλιστα. Για να μπορέσουμε να βγούμε από την κρίση πρέπει να δοθεί έμφαση στα άλλα δύο σκέλη πολιτικής ανάκαμψης που δεν είναι άλλα από τις διαρθρωτικές αλλαγές – μεταρρυθμίσεις και τα μέτρα για την ανάπτυξη.
Το βέβαιο είναι ότι η ανάπτυξη δεν μπορεί να προκύψει χωρίς διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στην διοίκηση, στην αγορά και στην οικονομία γενικότερα.
Επί παραδείγματι, δεν είναι δυνατόν μετά από τρία χρόνια κρίσης να μην έχει καταργηθεί ο Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων ή να ισχύουν ακόμα οι αγορανομικές διατάξεις του 1949 ή Βασιλικά Διατάγματα του 1922, επί εποχής Γεωργίου Β΄… Δεν είναι δυνατόν να επιζητούμε την ανάπτυξη και για να προχωρήσει κανείς σε μια επένδυση πρέπει να τρέχει από υπηρεσία σε υπηρεσία τουλάχιστον για μια πενταετία, ενώ πολλές από τις προσπάθειες για επενδύσεις μπλοκάρονται στο Ε΄ Τμήμα του Συμβουλίου Επικρατείας, όπως έγινε πρόσφατα με την προσπάθεια για τη δημιουργία της ελληνικής silicon valley.
Πρέπει να κατανοήσουμε όλοι αυτό που λέει η κοινή λογική. Οι έκτακτες καταστάσεις, όπως αυτή που ζούμε, απαιτούν και έκτακτα μέτρα. Τα μέτρα αυτά δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατα, αφού καθαρά, πλέον, φαίνεται ότι η ακολουθούμενη πολιτική οδηγεί σε βαθύτερη ύφεση.
Πρέπει λοιπόν παράλληλα με τα μέτρα δημοσιονομικού χαρακτήρα ή κυβέρνηση να φέρει το ταχύτερο στη Βουλή μέτρα που επιφέρουν μεταρρυθμίσεις στον τρόπο λειτουργίας του κράτους και της αγοράς κατά τέτοιο τρόπο που:
1.Να στηρίζει και όχι να σαμποτάρει την λειτουργία του ιδιωτικού τομέα.
2.Να ενισχύσει την παραγωγή, στοιχείο καθοριστικό για την αύξηση του ΑΕΠ.
3.Να αποδίδει κοινωνική δικαιοσύνη σε ό,τι αφορά τους εισπρακτικούς μηχανισμούς και την πάταξη της φοροδιαφυγής.
Αν προχωρήσουν όλα αυτά η οικονομία μπορεί να μπει σε ρυθμούς ανάπτυξης πάνω από 3%. Και αυτό δεν είναι μια ευχή, αλλά μια ρεαλιστική προσέγγιση αν παραδειγματιστούμε από την περίπτωση της Τουρκίας. Αν λοιπόν ανασκουμπωθούμε και λάβουμε μέτρα που μέχρι τώρα μια παράλογη λογική για προστασία ενός συστήματος που έχει ευθύνες για τη δημιουργία της σημερινής κρίσης μας εμπόδιζε να λάβουμε, τότε υπάρχει ελπίδα. Υπάρχει ελπίδα ότι με ρυθμούς ανάπτυξης 3% ετησίως, η σχέση δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ, μέσα στην επόμενη δεκαετία μπορεί να βελτιωθεί κατά 60 μονάδες και να πέσει κάτω του 100% (σήμερα ξεπερνά το 170%), προοπτική που το καθιστά βιώσιμο.
Είναι δεδομένο ότι η έξοδος από την κρίση είναι ένας μαραθώνιος τον οποίο πρέπει να τρέξουμε.
Αλλά δεν πρόκειται να φθάσουμε στο τέρμα αν δεν ακολουθήσουμε την κοινή λογική, η οποία υπαγορεύει ότι μαζί με τα περιοριστικά δημοσιονομικά μέτρα, πρέπει να προχωρήσουμε και σε μέτρα που ευνοούν την ανάπτυξη, η οποία, όμως, για να υποστηριχθεί, πρέπει να έχουν προηγηθεί μεταρρυθμίσεις και διαρθρωτικές αλλαγές που έπρεπε να έχουν γίνει πριν από την είσοδο της χώρας μας στην ευρωζώνη.
Χρειάζεται λοιπόν η εφαρμογή ενός Εθνικού Σχεδίου Ανάπτυξης, το οποίο έπρεπε ήδη να έχουν συναποφασίσει ο Πρωθυπουργός και οι δύο πολιτικοί αρχηγοί τα κόμματα των οποία στηρίζουν την κυβέρνηση.
Ένα Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης το οποίο θα περιλαμβάνει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, την άρση των αντικινήτρων που εμποδίζουν την ανάκαμψη και μέτρα που θα ωθούν στην ενίσχυση της παραγωγής σε τομείς που οι Έλληνες μπορούν να διαπρέψουν. Και αυτοί οι τομείς είναι:
Ο τουρισμός
Η ναυτιλία
Η γεωργία και κτηνοτροφία (το 70% του κρέατος που καταναλώνουμε το εισάγουμε, ενώ αν η γεωργία προσανατολιζόταν στην καλλιέργεια ζωοτροφών το κόστος παραγωγής θα ήταν ακόμη χαμηλότερο)
Η Υγεία ώστε η Ελλάδα να γίνει κέντρο παροχής υπηρεσιών σε όλη την νοτιοανατολική Μεσόγειο
Η παιδεία, όπου η χώρα μας θα μπορούσε να γίνει κέντρο παροχής μεταπτυχιακών σπουδών σε Βαλκάνια, Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική (στον στρατιωτικό τομέα ήδη έχει επιτευχθεί)
Στην ενέργεια, με την εκμετάλλευση των περιβόητων υδρογονανθράκων.
Η Ελλάδα έχει δυνατότητες και διαθέτει το ανθρώπινο δυναμικό, αρκεί να δώσουμε στο δυναμικό αυτό τη δυνατότητα να αναπτυχθεί και να μεγαλουργήσει.
Δεν μας παραξενεύει άραγε γιατί επιστήμονες και επιχειρηματίες που στην Ελλάδα δεν μπορούν να προσφέρουν, οι ίδιοι άνθρωποι, τα ίδια μυαλά, στο εξωτερικό μεγαλουργούν; Μήπως γιατί εκεί οι κανόνες «παιχνιδιού» είναι καθαροί και σταθεροί; Μήπως πρέπει κι εμείς να διαμορφώσουμε ανάλογους κανόνες;
Κλείνοντας, αξίζει επισήμανσης μια αναφορά του καθηγητή του Τμήματος Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Ανάπτυξης του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου, κ. Χάρη Βλάδου, ο οποίος κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για τις καθυστερήσεις που υπάρχουν, αναφέρει:
«Χωρίς βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές, δεν θα υπάρξει έξοδος από την κρίση για την χώρα μας…
Εδώ και 4 περίπου χρόνια, η ανούσια υπεκφυγή των «άμεσων ταμειακών μέτρων, που απαιτούνται», η πολιτική ατολμία και η διοικητική ανικανότητα της κρατικής μηχανής, έδωσε το άλλοθι στον μαζικό σφαγιασμό των υγειών εισοδημάτων του ιδιωτικού τομέα της χώρας…
Αντί η πολιτική εξουσία της χώρας (και μαζί της, ΚΑΙ οι σύμβουλοι της Τρόικας…) να σταματήσει δραστικά την δημοσιονομική «αιμορραγία» στα σημεία που έπρεπε (ΟΣΕ, ΔΕΚΟ κλπ) και να προωθήσει δραστικές διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις («εγχειρήσεις στα άρρωστα όργανα» του κοινωνικοοικονομικού μας συστήματος…), προτίμησε ανόητα να κατευθύνει «το αίμα των υγιών οργάνων» της οικονομίας μας στον «κουβά» της αναβλητικότητας και της προστασίας της «κομματικής πελατείας»…
Δεν μπορεί να έχει, πλέον, συνέχεια μια τέτοια αυτοκτονική πολιτική…
Για να σταματήσει ο φαύλος κύκλος πρέπει να ξεφύγουμε από την φενάκη του «βραχυπρόθεσμου» και να εστιάσουμε, επιτέλους, στο δομικό και στο μακρόπνοο: η προσπάθεια πρέπει να επικεντρωθεί στην συστηματική ανασύσταση ενός εξωστρεφούς και ανταγωνιστικού εγχώριου παραγωγικού ιστού, στηριγμένου στην προσέλκυση ντόπιων και ξένων επενδύσεων και με εστίαση στην υψηλή ποιότητα και προστιθέμενη αξία…
Αν κινηθούμε με τόλμη, σήμερα, προς μια τέτοια κατεύθυνση μπορεί σε 4 χρόνια από σήμερα μια νέα πραγματική ελπίδα να υπάρξει για τον τόπο…
Αν όχι, σε 4 χρόνια από σήμερα, δεν θα υπάρχει πλέον καμία νέα ευκαιρία…
Σήμερα αποφασίζουμε: Θέλουμε την ευκαιρία, στα λόγια ή στην πραγματικότητα;…»