γράφει ο Δρ. Παναγιώτης Καρκατσούλης.
Επειδή η συζήτηση περί προσλήψεων περιορίζεται ανάμεσα σ’ εκείνους που εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι δεν είναι «κακό πράγμα» το να προσφέρει το κράτος μερικές χιλιάδες θέσεις εργασίας, σε περιόδους ανεργίας και οικονομικής στενότητας, και σ’ εκείνους που πιστεύουν ότι οι προσλήψεις στο δημόσιο πρέπει να γίνονται με μεγάλη φειδώ, επειδή επιβαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός, θεωρώ χρήσιμο να ξεκαθαρίσω ένα βασικό θέμα: Την πρόσληψη του οιουδήποτε στο δημόσιο την πληρώνουμε εμείς όλοι. Όποιος δουλεύει στο δημόσιο, από τον οδοκαθαριστή μέχρι τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας πληρώνεται από τον ίδιο κορβανά. Άρα, είναι εξ ίσου σημαντικό με τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων να γνωρίζουμε και τι δουλειά κάνουν αυτοί που μισθοδοτούνται από εμάς.
Το ίδιο ίσχυε και στα χρόνια της αφθονίας και της απερισκεψίας. Απλώς, ήταν ευκολότερα τα δανεικά για να μπορούμε να πληρώνουμε τους μισθούς του ενός εκατομμυρίου δημοσίων υπαλλήλων και τα έξοδα για τη συντήρηση των πολλών υπηρεσιών που δημιουργήθηκαν για να τοποθετηθούν. Ήδη, από το πρώτο μνημόνιο, οι δανειστές ζήτησαν κάτι απολύτως σωστό: Πριν αξιολογήσουμε τους υπαλλήλους να αξιολογήσουμε τις δομές του κράτους. Να κρίνουμε πόσες απ’ αυτές είναι αναγκαίες και χρήσιμες και πόσες δεν είναι. Για να αξιολογηθούν, ωστόσο, οι δομές θα έπρεπε να είναι γνωστές! Κι όσο κι αν φαίνεται εξωφρενικό, το να μην γνωρίζει η κεντρική κυβέρνηση πόσες είναι οι δομές που εποπτεύει, είναι αληθινό. Ανέλαβαν πολλοί και διάφοροι να τις μετρήσουν. Όλοι στην διαδρομή εγκατέλειψαν την φιλοδοξία να μετρήσουν κάθε δομή που απορροφά, άμεσα ή έμμεσα, δημόσιο χρήμα επειδή απεδείχθη ότι αυτό ήταν πρόβλημα για δύσκολους λύτες. Υπάρχει ένα,εκπληκτικής περιπλοκότητας και πολυπλοκότητας θεσμικό πλαίσιο που δεν διέπει μόνον τις εργασιακές σχέσεις των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά και τις διαφορετικές δομές οργάνωσης του «δημόσιου τομέα». Ενώπιον αυτού του λαβυρίνθου σταμάτησαν όλοι.
Η προκρούστεια λογική των μνημονίων και των δανειστών ελάττωσε και, σ’ ένα βαθμό, ομογενοποίησε κάποιες κατηγορίες δομών. Παρέμειναν, όμως, εκτός του ραντάρ των δανειστών, κάποιες μορφές οργάνωσης του δημοσίου οι οποίες, με την έλευση του προεκλογικού χρόνου, αναβιώνουν. Σ’ αυτές πρέπει να προστεθεί και η ευρηματικότητα των αριστερών ρουσφετοπρακτών, η οποία αποδεικνύεται μοναδική.
Έχουμε επισημάνει, επανειλημμένως, ότι οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ υιοθετούν τις χειρότερες πρακτικές όλων των προηγούμενων πελατοκρατών, αρχής γενόμενης από τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη. Από την πρώτη στιγμή της έλευσής τους στην εξουσία, η δημιουργία ενός «αριστερού» παρακράτους αποτελούσε κεντρική τους στόχευση. Από τις πρώτες ενέργειές τους, σ’ αυτή την κατεύθυνση,ήταν η μαζική αύξηση των θέσεων των μετακλητών, η απογείωση του αριθμού των συμβασιούχων και, κυρίως, η δημιουργία δομών-ζόμπι. Πολλές απ’ αυτές άρχισαν να ενεργοποιούνται αργότερα, προκειμένου να τακτοποιήσουν στελέχη και κομματικούς τους φίλους. Παρέλκει να αναφερθεί ότι η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα των υπηρεσιών αυτών είναι μηδενική, ενίοτε δε, προκλητική.
Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το «Συντονιστικό Κέντρο Εποπτείας Αγοράς και Αντιμετώπισης Παρεμπορίου» (ΣΥΚΕΑΠΠ) που δημιουργήθηκε με τον νόμο 4497/2017 (άρθρο 10).
Σκοπός του ΣΥΚΕΑΠΠ είναι να συντονίζει όλες τις άλλες υπηρεσίες που ασχολούνται με το ίδιο πράγμα, δηλαδή, το παρεμπόριο. Πόσες είναι αυτές; Μετρήστε:
- Το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος.
- Τα Τελωνεία.
- Την Ελληνική Αστυνομία.
- Το Λιμενικό Σώμα.
- Την Δημοτική Αστυνομία.
- Την Διεύθυνση Ανάπτυξης και την Διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης των Περιφερειών.
- Τον Ενιαίο Φορέα Ελέγχου Τροφίμων.
- Το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας.
- Τα κλιμάκια ελέγχου των λαϊκών αγορών και του υπαίθριου εμπορίου των Περιφερειών.
Στο ΣΥΚΕΑΠΠ μετέχουν οι εκπρόσωποι 15 φορέων και όλοι μαζί κατάφεραν να αναδείξουν «με σιγουριά» (verbatim, http://www.mindev.gov.gr/sykeaap) το φαινόμενο του παρεμπορίου.
Βέβαια, η δουλειά αυτή δεν είναι και τόσο απαιτητική, αφού το παρεμπόριο- και, μάλιστα, στην πιο χυδαία εκδοχή του- παρουσιάζεται χωρίς την συνδρομή του ΣΥΚΕΑΠΠ μεγαλοπρεπώς έμπροσθεν ακαδημαϊκού ιδρύματος που στεγάζεται σ’ έναν από τους πιο κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, στην οδό Πατησίων. Ακούγεται ως κακόγουστο αστείο αλλά το ίδρυμα το οποίο «φιλοξενεί» το παρεμπόριο είναι το οικονομικό πανεπιστήμιο!
Ίσως ένας από τους λόγους της περιορισμένης αποτελεσματικότητας του ΣΥΚΕΑΠΠ να είναι οι γλίσχρες αποδοχές του «εκτελεστικού υπεύθυνου» του. Αυτές «κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις» δεν ξεπερνούν το 60% των εκάστοτε μηνιαίων αποδοχών Γενικού Γραμματέα Υπουργείου, δηλαδή, περιορίζονται στα 2.778 ευρώ.
Εάν η κατάργηση των άχρηστων οργανισμών ήταν μια επιβεβλημένη ενέργεια, τα χρόνια του πρώτου μνημονίου, θα πρέπει να είναι απόλυτη προτεραιότητα στην περίοδο της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας. Μόνο που για να γίνει αυτό θα πρέπει, σίγουρα να υπάρξει διαφορετική κυβέρνηση από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε και στην Athens Voice