Το πρώτο μεγάλο λογικό λάθος που κάνει ο Άδωνις Γεωργιάδης είναι ότι τελικά ο Αλέξης Τσίπρας θα αναγκαστεί να βρει συμμάχους αλλού για να παραμείνει ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση. Μπορεί η καταψήφιση της συγκεκριμένης συμφωνίας να είναι σοβαρότατο πλήγμα για την κυβέρνηση και να υπονοείται ότι δεν έχει πια την εμπιστοσύνη των Βουλευτών της, αλλά αυτό μπορεί να εξακριβωθεί μόνο μέσω της διαδικασίας της ψήφου εμπιστοσύνης. Σίγουρα ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι τραυματισμένος από μια διαφωνία των στελεχών του στην συμφωνία που θα προκύψει με τους δανειστές, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι η πολιτική αρχίζει και τελειώνει μόνο στην οικονομία και τη συγκεκριμένη συμφωνία. Το ότι κάποιος διαφώνησε με έναν νόμο, όσο σημαντικός και να είναι, δεν σημαίνει ότι διαφωνεί με το σύνολο της πολιτικής που εφαρμόζει η κυβέρνηση. Ακόμα λοιπόν και αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταφέρει να πείσει τους Βουλευτές του να υπερψηφίσουν τη συμφωνία με τους δανειστές, υπάρχει ισχυρότατο ενδεχόμενο οι ίδιοι Βουλευτές να στηρίξουν τον Αλέξη Τσίπρα σε μια πρόταση εμπιστοσύνης.
Το δεύτερο και ακόμα μεγαλύτερο λογικό λάθος είναι ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα θελήσει να υποβάλλει τον εαυτό του σε όλη αυτή τη διαδικασία που προαναφέραμε. Γιατί άλλωστε να αγχώνεται για το ποιός θα τον υπερψηφίσει σε μία πρόταση εμπιστοσύνης ή μία πρόταση μομφής και να μη προσφύγει απευθείας σε εκλογές; Άλλωστε ποιόν να φοβηθεί; Τη Νέα Δημοκρατία του δεκα-κάτι τοις εκατό που απέχει είκοσι δημοσκοπικές μονάδες; Ακόμα και αν για κάποιο περίεργο λόγο η ΝΔ καταφέρει να μειώσει τη διαφορά στο μισό, και πάλι ο ΣΥΡΙΖΑ θα φλερτάρει με την αυτοδυναμία. Ακόμα και στην περίπτωση που αποφασίσει να αποχωρήσει το κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ που θέλει ρήξη και επιστροφή στις παλιότερές του θέσεις, απλά θα έχει χαθεί ένα 4%. Ούτως ή άλλως, όπως συνέχεια επαληθεύεται από τις δημοσκοπήσεις, το δυνατότερο χαρτί του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο αρχηγός του, κάτι που κανένα άλλο κόμμα δεν μπορεί να ισχυριστεί.
Για να μη λέμε ψέματα στον εαυτό μας, ακόμα και αν πάνε όλα στραβά για τον Αλέξη Τσίπρα, και πάλι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πρώτο κόμμα και, όπως έχει πει ο Αντώνης Σαμαράς το 2012, μετά από εκλογές επιβάλλεται Πρωθυπουργός να είναι ο αρχηγός του πρώτου κόμματος. Με αυτό τον τρόπο ο Αλέξης Τσίπρας εξασφαλίζει ότι θα είναι Πρωθυπουργός, χωρίς σοβαρή εσωκομματική αντιπολίτευση με τίμημα όμως να μη μπορεί να χρησιμοποιήσει στο εξωτερικό την δικαιολογία της τήρησης των εσωκομματικών ισορροπιών. Μικρό το κακό.
Το τρίτο λογικό σφάλμα του Άδωνη Γεωργιάδη -αλλά και του Άρη Πορτοσάλτε που ήταν στην ίδια εκπομπή- είναι η πεποίθηση ότι οι Βουλευτές θα υπακούσουν το κόμμα τους. Δεν αναφέρομαι φυσικά στους Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ (για τους οποίους από ό,τι φαίνεται είμαστε σίγουροι ότι δεν θα τηρήσουν στο σύνολό τους την κομματική γραμμή), αλλά για αυτούς των άλλων κομμάτων και, κυρίως, της ΝΔ. Βλέποντας τον Άρη Πορτοσάλτε να ρωτάει «θα ψηφίσει η Νέα Δημοκρατία την συμφωνία;» και τον Άδωνη Γεωργιάδη να απαντάει εκ μέρους όλων των Βουλευτών, θυμήθηκα όταν κάποτε γίνονταν παρόμοια συζήτηση για την κυβέρνηση Παπαδήμου. Τότε, από Βουλευτές που είχαν φύγει από τη ΝΔ, προέκυψαν οι Ανεξάρτητοι Έλληνες και στην ψήφιση του δεύτερου μνημονίου ήταν οι κύριοι Γεωργιάδης, Βορίδης και Πλεύρης που διαφοροποιήθηκαν από το τότε δικό τους κόμμα.
Είναι σίγουρος ο Αντώνης Σαμαράς ότι αν δοθεί γραμμή για καταψήφιση της συμφωνίας, θα συμφωνούν μαζί του στελέχη του κόμματος όπως η Ντόρα Μπακογιάννη, που για να σωθεί η χώρα δεν δίστασε να ψηφίσει το πρώτο μνημόνιο, με αποτέλεσμα την διαγραφή της από τη ΝΔ, ή ο Νίκος Δένδιας αλλά και οι βουλευτές που τα συγκεκριμένα κορυφαία στελέχη επηρεάζουν; Πολλές φορές στο παρελθόν και με σαφώς μικρότερες αφορμές οι Βουλευτές έχουν αποδείξει ότι, αν θέλουν, δεν είναι πρόβατα για να υπακούουν τυφλά τον αρχηγό-τσομπάνη. Τώρα που η πλειοψηφία είναι τόσο αβέβαιη που τίθεται μέχρι και θέμα δεδηλωμένης, γιατί να φοβηθούν Βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας να μείνουν πιστοί στην προηγούμενη γραμμή του κόμματος και να κάνουν τα πάντα για να σωθεί η χώρα; Και μάλιστα όταν όλοι πιστεύουν- και επιθυμούν- ότι η ψηφοφορία για το νέο μνημόνιο (γιατί περί αυτού θα πρόκειται) θα αποτελέσει τη θρυαλλίδα για πολιτικές εξελίξεις που θα φέρουν αναδιάταξη στο πολιτικό σκηνικό.
Σε αντίθεση λοιπόν με αυτά που επί ματαίω συζητούνται στα τηλεοπτικά παράθυρα, η μόνη λογική ακολουθία των γεγονότων είναι η εξής: Σε περίπτωση που κινδυνεύσει η υπερψήφισης της συμφωνίας, η Νέα Δημοκρατία, με τον φόβο μιας νέας διάσπασης και αν ενδιαφέρεται ο Αντώνης Σαμαράς να έχει ένα συμπαγές κόμμα, θα αναγκαστεί να «βάλει πλάτη» και να ψηφίσει θετικά. Σε περίπτωση που οι κυβερνητικές ψήφοι είναι λιγότερες από 151, ο Αλέξης Τσίπρας πολιτικά κερδίζει πολύ περισσότερα με την προσφυγή στις κάλπες, όπου δημοσκοπικά δεν έχει αντίπαλο, παρά με το να φθείρει την δημοφιλέστατη εικόνα του με ψήφο εμπιστοσύνης μέσα στη Βουλή, όπου θα ασκηθεί σκληρή κριτική από όλες τις μεριές της οποίας το αποτέλεσμα (λόγω της συμφωνίας που προηγήθηκε) μπορεί να μην είναι σίγουρο.
Γνωρίζοντας λοιπόν το τι επιβάλλει η λογική και όχι οι πόθοι του κάθε Βουλευτή, δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε: τι έχει κάνει τις τελευταίες μέρες για αντιπολίτευση η Νέα Δημοκρατία; Πού αποσκοπεί η πολιτική της; Τί στόχους έχει και ποιό τέλος; Σαφώς έχουν υπάρξει σωστές παρατηρήσεις και καλές προτάσεις, αλλά η κεντρική της στρατηγική έχει επικεντρωθεί στο να φωνάζει το πόσο κακή μπορεί να είναι η συμφωνία που προς το παρόν δεν γνωρίζουμε και, σαν κακή… γεροντοκόρη, να μη ξέρει τι θέλει και αν τελικά θα απαντήσει ναι ή όχι.
Υπάρχουν φωνές σοβαρής αντιπολίτευσης μέσα στη Νέα Δημοκρατία και αυτές πρέπει να υιοθετηθούν. Όσο και να προσπαθεί να μας πείσει ότι δεν θέλει τη συμφωνία και ότι κατά βάθος είναι και λίγο αντιμνημονιακή, όλοι ξέρουμε ότι αν βρισκόταν η ίδια στην κυβέρνηση θα την υπερψήφιζε χωρίς πολλά προβλήματα. Ταυτόχρονα, σε άλλα μέτωπα ο ΣΥΡΙΖΑ δρα σχεδόν ανενόχλητος, χωρίς τον ουσιαστικό έλεγχο της αξιωματικής αντιπολίτευσης και δίχως τη βοήθεια που μπορεί να χρειάζεται. Αυτός είναι ο ρόλος τον οποίο χρειαζόμαστε να παίξει η ΝΔ για το καλό όλων μας, να ασκεί κριτική, αλλά και να βοηθά εκεί που πρέπει. Το ρόλο του να γίνονται υποθετικά σενάρια και να φωνάζει απλά για να ακούγεται η φωνή της και να φαίνεται ότι γίνεται αντιπολίτευση τον έχουμε χορτάσει από πολλά κόμματα εδώ και πολλές δεκαετίες και, στην πραγματικότητα, ποτέ δεν τον χρειαστήκαμε.