Όταν τα ζευγάρια αποφάσιζαν να κάνουν παιδιά, ήξεραν ότι η ταρίφα παίζει γύρω στο χιλιάρικο μέχρι να γεννηθεί το παιδί, συν άλλα 2.500-4.500 επιπλέον για να γεννηθεί. Αλλά κούκου. Κουτσά στραβά, να και η χαρά του παππού και της γιαγιάς, λίγο από δω κι από κει, λίγο και το επίδομα που έπαιρνες μετά (γελοίο το ποσό, αλλά μας έπιανε κότσους πάραυτα), δε δίναμε και τόση σημασία. Όπως και να ‘χει, αν δε σε κάλυπτε το ταμείο σου, πλήρωνες για να πας έξω- και τότε τα είχαμε τα χρήματα για κάτι τέτοιο και end of the story.
Έλα όμως που πάνε τα καλά χρόνια και φτάσαμε στο σήμερα. Τι γίνεται σήμερα με την υγεία των Ελλήνων; Οι μισοί είναι ανασφάλιστοι, πάει αυτό. Οι άλλοι μισοί είναι μεν ασφαλισμένοι (που σημαίνει ότι καταβάλλουν διάφορα κι αδιανόητα ποσά γι αυτό), αλλά παρόλα αυτά, οι παροχές είναι μηδαμινές ή ανύπαρκτες. Νομίζω πως δε χρειάζεται να επεκταθώ, το ζούμε κάθε μέρα.
Το θέμα είναι ότι όταν είσαι στα 20, το κομμάτι αυτό της ζωής που λέγεται καλή υγεία το έχεις επιεικώς χεσμένο- αν έχεις γεννηθεί τυχερά υγιής κι αρτιμελής. Η υγεία μας φυσιολογικά μας απασχολεί είτε μόλις αποκτήσουμε παιδιά και δοκιμαστούν τρελά οι αντοχές μας, είτε μετά τα 30-35 που ξαφνικά ξυπνάμε τα πρωινά και όλο και κάτι μπορεί να μας πονάει.
Ένα τσιμπηματάκι εδώ, ένα χαλασμένο δόντι εκεί, ένα πιάσιμο παραπέρα, ένα σφίξιμο κάπου εδώ κι ένα άγχος άλλο πράγμα, αλλά κανείς μας δεν πάει στο γιατρό. Και ναι, ένα μεγάλο μέρος της αυτής της άρνησης υπήρξε πάντα η «λάθος» εικόνα που είχαμε/έχουμε για τους γιατρούς, όπως και η άθλια εικόνα και κατάσταση των νοσοκομείων (που αυτή ήταν πάντα και είναι πραγματικότητα που δεν άλλαξε ποτέ). Αλλά πλέον το αποφεύγουμε γιατί σε κανέναν μας δεν περισσεύουν χρήματα για κάτι τέτοιο. Ασφαλισμένοι και μη. Ποιος θα δώσει 30-50-70-100 ευρώ (ανάλογα την περίπτωση), για να δει γιατρό για κάποιο πονάκι εδώ κι εκεί, που μπορεί και να μην είναι τίποτα τελικά; (ή μπορεί και να είναι πολλά, αλλά αυτό το ξεχνάμε). Κανείς. Το πολύ πολύ να παίξουμε μόνοι μας το γιατρό. Τη στιγμή μάλιστα που τα περισσότερα φάρμακα μπορείς να πας να τα πάρεις μόνος σου, κι ας γράφουν στο κουτάκι ότι χορηγούνται μόνο με ιατρική συνταγή. Επειδή σου το είπε ένας γνωστός, που η αδερφή της κουμπάρας που πάντρεψε το Σάκη από τον τρίτο, τον ξάδερφο που είχε συμμαθητή το γιο της κυρά Κούλας καλέ, της γειτόνισσας της πεθεράς σου, ε, είχε πάθει το ίδιο και πήρε αυτό και πέρασε.
Η υγεία δεν είναι θαύμα -αν και κατά κάποιο τρελό τρόπο, μπορεί να πει κανείς πως το να γεννηθείς υγιής είναι ένα θαύμα, αλλά ως εκεί. Η καλή υγεία είναι κάτι που εξαρτάται από πολλά, πολλά πράγματα. Από τον αέρα που αναπνέουμε, από το νερό που πίνουμε, από τον καλό αερισμό του σπιτιού μας, από τη διατροφή μας, τις συνήθειές μας, τον τόπο που ζούμε, τη σωματική μας υγιεινή, τις διάφορες προδιαθέσεις του οργανισμού λόγω κληρονομικότητας και χίλια δυο άλλα. Και σαφέστατα, το σώμα μας δε λειτουργεί το ίδιο, δεν έχει τις ίδιες ανάγκες, δεν έχει τις ίδιες αντοχές, και δεν ανταποκρίνεται με την ίδια ευκολία στο πέρασμα του χρόνου.
Το λοιπόν δεν τρώμε σωστά- γιατί ποιος δεν έκοψε την ποιότητα (και αλίμονο και την ποσότητα) στο φαγητό για να ανταπεξέλθει, όταν δεν έμεινε τίποτα άλλο να κόψει; Ποιος δεν παραδόθηκε στις κακές συνήθειες γιατί έστω προσωρινά και κάλπικα τον ανακουφίζουν; Ρωτήστε εκατό καπνιστές που ζορίζονται να πληρώσουν τα τσιγάρα τους και οι 99 θα σας πουν ότι προτιμούν το τσιγάρο από το φαγητό. Λυπηρό, αλλά είναι αλήθεια.
Όταν δουλεύουμε παραπάνω από όσο αντέχουμε και πάλι δε μας φτάνουν; Βάλτε μειωμένο φαγητό, χειρότερη ποιότητα διατροφής και επιπλέον φόρτο εργασίας που όμως οικονομικά δεν μας αποδίδει τίποτα αξιόλογο. Ένα σπίτι, πέντε άτομα, δυο αργαζόμενοι, ίσα που λένε πως δεν πεινάνε- ακόμα.
Στην αντίθετη πλευρά, νέοι άνθρωποι που όμως δε δουλεύουν καθόλου, σε μια ηλικία που η παραγωγικότητα και το αίσθημα του «δουλεύω, άρα προσφέρω στον εαυτό μου μια άλφα ποιότητα ζωής, άρα έχω τον έλεγχο της ζωής μου, άρα μπορώ να δημιουργήσω οικογένεια, άρα υπάρχω» είναι κάτι αντίστοιχο με τις τρελαμένες ορμόνες των εφήβων (βάλτε ένα έφηβο να ζήσει χωρίς μουσική, χωρίς τεχνολογία, χωρίς πειραματισμούς κι επαναστάσεις και θα το κάνετε ή φυτό ή εγκληματία).
Άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας που έχουν δουλέψει όλη τους τη ζωή, βρίσκονται ξαφνικά χωρίς δουλειά ή μπροστά στην προοπτική του να μη δουν ποτέ σύνταξη (καλά, αυτό είναι σενάριο που παίζει για όλους, όχι μόνο για τους μεγαλύτερους από μας, απλά οι νεότεροι δεν το σκεφτόμαστε ακόμα). Και άλλα τόσα παραδείγματα και πραγματικότητες.
Και μέσα σε όλα αυτά ξαναθυμίζω την κακή μας διατροφή, τις κακές συνήθειες που αυξάνουμε, το κλείσιμο στα τέσσερα ντουβάρια, την κακή ψυχολογία, το άγχος που δε μας αφήνει ούτε να κοιμηθούμε, και πέστε μου τι ελπίδες έχουμε.
Δυστυχώς λύσεις δεν έχω. Είναι μια πολύ θλιβερή διαπίστωση που επιμελώς αποφεύγουμε να σκεφτούμε και ξέρουμε όλοι μας πολύ καλά το γιατί: γιατί φοβόμαστε το σενάριο αυτό. Σκεφτόμαστε το ότι μπορεί να συμβεί κάτι και θα ψοφήσουμε σαν τα σκυλιά. Πού να βρεθούν τα λεφτά, πού να βγάλεις άκρη με τα νοσοκομεία, πού να μπλέξεις με τους γιατρούς, αλίμονό μας, ας πούμε κάτι ευχάριστο.
Δεν μπορούμε όμως να εναποθέσουμε τις ελπίδες μας στο θεό και να εξαντλήσουμε τις δυνάμεις μας στις προσευχές. Από την άλλη θα ρωτήσετε και τι μας προτείνεις, και πάλι θα πω ότι λύσεις άμεσες και χειροπιαστές δεν έχω.
Ηρεμία, ψυχραιμία. Καλύτερα λιγότερο ποσοτικά αλλά περισσότερο ποιοτικά φαγητό. Οξυγόνο, περπάτημα. Κλείστε και καμιά τιβί. Ρίχτε και καμιά προσευχή αν σας κάνει να νιώθετε καλύτερα. Με ένα finger snap δε θα αλλάξει κάτι, αυτό είναι ένα από τα θέματα που θα μας βασανίσει για πολύ, δυστυχώς.
Ας κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να προσέξουμε τον εαυτό μας- κανείς δεν θα το κάνει για μας. Και υπάρχουν κάποιοι που εξαρτώνται από εμάς: Τα παιδιά μας. Οπότε έχουμε κι ένα λόγο παραπάνω να μας προσέχουμε. Σε ποιον θα εμπιστευτείτε τα παιδιά σας, αν σας συμβεί κάτι; Στο …σύστημα;
Και να μη γυρνάμε την πλάτη στους ανθρώπους. Στους συνανθρώπους μας. Όλοι τον ίδιο σταυρό κουβαλάμε. Κι ό,τι συμβαίνει μαζί το τρώμε και μαζί το χωνεύουμε, δε χρειάζεται να κοροϊδευόμαστε, δεν έχουμε να αποδείξουμε τίποτα σε κανέναν. Μόνο μαζί θα βοηθηθούμε. Όχι ότι αυτό μπορεί να μας λύσει όλα τα προβλήματα, αλλά ρε γαμώτο δεν είναι ο καθένας μόνος του σε όλα αυτά τα σκατά που ζούμε. Σε όλους μας συμβαίνουν. Αν κάτι μπορεί να ανακουφίσει και ίσως καλυτερέψει τα πράγματα, είναι τουλάχιστον η αλληλεγγύη μεταξύ μας.
& Εκείνος
Οι Εγγλέζοι λένε: «χρειάζεται ένα χωριό για να μεγαλώσεις ένα παιδί». Σε ελεύθερη απόδοση είναι αυτό που αναφέρει η Κατερίνα στον επίλογό της: χρειάζεται αλληλεγγύη. Και συμφωνώ και ισχύει για όλους μας κι όχι μόνο για τα παιδιά. Με πνεύμα αλληλεγγύης βοηθάς τους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας, τους φτωχούς και τους ταλαιπωρημένους. Πολύ σημαντικό πράγμα η αλληλεγγύη και κάτι που το βλέπεις σε όλες τις κοινωνίες σε όλο τον κόσμο. Ειδικά σε περιόδους κρίσης. Φτάνει όμως;
Φτάνει η κοινωνική αλληλεγγύη για να πολεμήσει το κρύωμα; Τι γίνεται με την πίεση, την καρδιά, το συκώτι; Κι αν υπάρχει καρκίνος; Τότε τι κάνει η αλληλεγγύη; Κάνει χημειοθεραπείες η αλληλεγγύη;
Ακούστηκα λίγο ωμός, απότομος και βάρβαρος αλλά …ένα απλό παράδειγμα. Εγώ στην Ελλάδα ΔΕΝ μπορώ να ζήσω, ή καλύτερα αν έρθω να ζήσω στην Ελλάδα δεν ξέρω για πόσο θα είναι. Όχι απλά δεν υπάρχουν τα φάρμακα μου, αλλά κι αν υπάρχει κάτι να τα αντικαταστήσει… θα πρέπει να μην είμαι Θανάσης αλλά Ωνάσης. Αλλά μάλλον πρέπει να ξεκινήσω διαφορετικά…
Είμαι χρόνιος διαβητικός με προβλήματα καρδιάς και με το πάγκρεας τελειωμένο. Αυτά με ένα επιβαρυμένο ιστορικό τη τελευταία δεκαετία. Τα φάρμακά μου, που εκτός από τις τρεις – μερικές φορές τέσσερεις – ενέσεις ινσουλίνης την ημέρα, συμπεριλαμβάνουν και έντεκα διαφορετικά χαπάκια με καποια από αυτά απλά για να καταπολεμήσουν παρενέργειες της ισχυρής φαρμακευτικής αγωγής. Μια φορά την βδομάδα μιλώ στο τηλέφωνο με νοσοκόμα που με έχει «χρεωθεί» και ειδικεύεται σε διαβητικούς, κάθε δεύτερη βδομάδα περνάει από το σπίτι μου να με δει, να κάνει μετρήσεις κλπ. Ο γιατρός μου με βλέπει μια φορά κάθε δυο μήνες που θα γίνουν και οι απαραίτητες εξετάσεις αίματος και κάθε εξάμηνο έχουμε γενικές. Υπάρχουν πολλά ακόμα που γίνονται σε προγραμματισμένα χρονικά διαστήματα, όπως για τα μάτια μου, για τα πόδια μου, διαιτολόγος και τους τελευταίους μήνες μετά από τα μπαϊπάς, φυσιοθεραπευτής για ένα πρόβλημα που δημιουργήθηκε.
Όλα αυτά γίνονται πολύ προγραμματισμένα και το πρόγραμμα γίνεται από τον γιατρό και την νοσοκόμα. Δεν παίρνω εγώ κανέναν τηλέφωνο, δεν κλείνω κανένα ραντεβού, δεν περιμένω σε καμιά ουρά, σε καμιά αναμονή. Δεν κάνω τίποτα εκτός κι αν υπάρχει κάτι έκτακτο.
Πάμε όμως στο ζουμί της ιστορίας. Ξέρετε πόσο μου στοίχησαν όλα αυτά, ας πούμε για το 2017 που έκανα και τα μπαϊπάς. Όλα – κι όταν λέμε όλα μιλάμε από φάρμακα μέχρι γιατρούς, νοσοκόμες και χειρουργεία. Όοοοοοοοοολα αυτά λοιπόν μου στοίχησαν …λιγότερο από 100 ευρώ.
Τώρα είμαι σίγουρος ότι δεν με πιστεύετε – το αντιμετωπίζω συχνά όταν μιλάω ή γράφω για το θέμα στην Ελλάδα – ή νομίζετε ότι είμαι υπερβολικός, οπότε ό,τι άλλο και να γράψω …είναι περιττό. Αλλά υπάρχει και το τραγικό στην ιστορία. Ότι εγώ, όπως και πάρα πολλοί άλλοι εδώ έχουμε παράπονα, μερικές φορές πολύ σοβαρά παράπονα. Αλλά τι σας λέω τώρα;
Και κάπου εδώ καλύτερα να το κόψω. Ακόμα κι αν δεν πιστεύετε, καταλάβατε πως περίπου είναι ένα κράτος πρόνοιας που προστατεύει τον πολίτη του που το έχει ανάγκη και το πληρώνει και ΔΕΝ υπάρχει στην Ελλάδα παρ’ όλο ότι ο πολίτης το …πληρώνει.
Μια λεπτομέρεια μόνο. Ποιος φταίει; Ο πολίτης; Μα ο πολίτης κάνει την υποχρέωση του πληρώνοντας τους φόρους του. Άρα κάποιος άλλος έχει αποτύχει. Το κράτος. Κι όχι έτσι αόριστα το κράτος. Υπάρχουν ονοματεπώνυμα που συμπεριλαμβάνουν από τον Γεννηματά (ναι, τον πατέρα της Φώφης) μέχρι κάτι «μαζί τα φάγαμε» Αδώνιδες, Βορίδη κλπ. κλπ. κλπ. κλπ. Τόμοι τα ονοματεπώνυμα και κανένας ΠΟΤΕ δεν έχει λογοδοτήσει. Αλλά έχουν φάει.
Αν θέλετε να διαβάσετε το «Δέντρο της προσφυγιάς», ένα βιβλίο των Κατερίνας Χαρίση, Gordana Mudri, Σία Πέρρου και Νατάσα Τσιτσιριδάκη πατήστε εδώ!