Όλα άρχισαν, όταν η Ακέλα μας πήγε έναν περίπατο με την Αγέλη στο πάρκο της πόλης μας.
Ήταν Σάββατο και ήμουν πολύ χαρούμενος διότι την Δευτέρα δεν θα κάναμε σχολείο. Είχαμε γιορτή για την 17 Νοέμβρη.
Και δεν θα κάναμε μάθημα, θα είχαμε γιορτή.
Θα είχαμε 3 ολόκληρες μέρες ξεκούραση και έτσι με τόση χαρά που είχα απολάμβανα ακόμα περισσότερο τον περίπατο στο πάρκο μας.
Περάσαμε από όλα τα πολυσύχναστα μέρη του Πάρκου μέχρι που φτάσαμε στην μία άκρη του. Εκεί που έχουν φυτέψει φοίνικες και έχουν φτιάξει έναν τεχνητό λόφο που έχει παντού γρασίδι, εκτός από ένα σημείο που έχει μία μεγάάάλη λακκούβα με άμμο θαλάσσης . Τον είχαν αφήσει επίτηδες έτσι για να μπορούμε να πηγαίνουμε με τις μπουλντόζες μας όταν μας πήγαιναν οι δικοί μας βόλτα για να σκάβουμε και να κάνουμε έργα. Τα δικά μας έργα.
Εκεί λοιπόν πήγαμε και με την Ακέλα μας για να παίξουμε και σήμερα…
Η αλήθεια είναι πως η Ακέλα σήμερα ήταν ιδιαίτερα λιγομίλητη…
Συνέχεια έστελνε κάτι μηνύματα με το κινητό της….Μάλλον τα έστελνε στους άλλους γερόλυκους οι οποίοι δεν είχαν εμφανιστεί καθόλου όλη την ημέρα.
Λες και είχαν κρυφτεί μέσα στο πάρκο για να ετοιμάσουν παιχνίδια και να μας κάνουν έκπληξη.
Φτάνουμε στον τεχνητό λόφο, φτιάχνουμε τις φωλιές μας και παίρνουμε το δεκατιανό μας. Έπρεπε να πάρουμε δυνάμεις για να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στις δοκιμασίες της ημέρας.
Αφού φάγαμε, η Ακέλα πάει και στέκεται μπροστά από την μεγάλη λακκούβα και μας φωνάζει…Πάντα – πάντα – πάντα…
-Πάντααα φωνάζουμε όλα μαζί με μία φωνή και τρέχουμε να σχηματίσουμε κύκλο γύρω από την αρχηγό μας.
-Καλημέρα και πάλι Λυκόπουλα, μας λέει και όλα μαζί απαντάμε, Καλημέέέέρααααα….
-Ξέθαψέ με!
Σιωπή από όλους μας…μία φωνή πίσω από την Ακέλα ακούστηκε να λέει:
Ξέθαψέ με!
Η Αρχηγός μας σαστισμένη γυρνάει προς τα πίσω της και ψάχνει να βρεί από πού έρχεται αυτή η περίεργη φωνή που ακούγονταν λές και έβγαινε από ηχεία.
-Ξέθαψέ με!
Ακούμε πάλι την ίδια φωνή στον ίδιο τόνο να μας ζητάει να το ξεθάψουμε.
Ο κύκλος πια γύρω από την Ακέλα έχει σπάσει και όλοι μας αρχίσαμε να ψάχνουμε πίσω από θάμνους πίσω από δέντρα κάτω από πέτρες…μέχρι που με την άκρη του ματιού μου βλέπω ένα κομμάτι σίδερο να εξέχει μέσα από την μεγάλη λακκούβα…ένα κομμάτι σίδερο το οποίο ήταν σχεδόν θαμμένο μέσα στην άμμο. Πετάγομαι για να προλάβω, φτάνω στην λακκούβα απλώνω το χέρι μου…και βγάζω το σίδερο αυτό μέσα από την άμμο.
Ένα μεγάλο κομμάτι σίδερο, σαν κάγκελο από εξώπορτα κήπου, λίγο στραβό στραπατσαρισμένο και πολυκαιρισμένο. Πάνω πάνω είχε μία μύτη, λες και ήταν ακόντιο κάποτε, αλλά φαινόταν πως ήταν διακοσμητικό και είχε ένα περίεργο χρώμα…σαν μία μίξη από γαλάζιο και γκρι.
Επάνω του είχε ένα μπουκάλι πλαστικό που κρέμονταν με έναν σπάγκο.
Το μπουκάλι μέσα του είχε πάγο…ο οποίος είχε αρχίσει να λιώνει και μέσα στον πάγο υπήρχε μία ζελατίνη που μέσα της είχε ένα μήνυμα γραμμένο σε χαρτί.
Ολη η Αγέλη είχε μαζευτεί γύρω μου, και όλα τα λυκόπουλα άπλωναν τα χέρια τους για να ακουμπήσουν αυτό το κάγκελο.
Η Αρχηγός τραβάει με δύναμη απότομα το πλαστικό μπουκάλι με το μήνυμα μέσα του και προσπαθεί να το βγάλει έξω…
Προσπαθεί, Προσπαθεί να σπάσει τον πάγο, το χτυπάει σε μία πέτρα και τελικά ο πάγος γίνεται θρύψαλα και η ζελατίνη με το μήνυμα βγαίνει έξω.
-Γειά σας, με λένε σίδερο…άλλοι με φωνάζουν και κάγκελο.
Κάποτε άνηκα σε μία μεγάάάλη Πόρτα. Εκεί έμπαινε και έβγαινε καθημερινά πολύς κόσμος, νέος κόσμος, χαρούμενος κόσμος.
Κάθε πρωί ένας φύλακας άνοιγε αυτήν την μεγάλη Πόρτα και το βράδυ ο ίδιος φύλακας την έκλεινε.
Ηταν όμορφα εκεί διότι κάθε μέρα άκουγα τον κόσμο που συζητούσε, άλλοι έδιναν ακριβώς μπροστά μας τα ραντεβού τους, κάποιοι πιάνονταν από πάνω μας για να ξεκουραστούν…ήμασταν μάλλον σε πολύ κεντρικό σημείο της πόλης και όλοι μας ήξεραν….
Εχω πολλά να σας πω, αλλά τα μηνύματά μου είναι διάσπαρτα στον χώρο. Πρέπει να ψάξετε καλά και να αγωνιστείτε για να βρείτε και τα άλλα. Το επόμενο μήνυμα θα το βρεί όποιος κερδίσει στο επόμενο παιχνίδι.
Αμέσως η Ακέλα, μας φωνάζει και μας αρχίζει τα παιχνίδια…τι κυνηγητό ήταν αυτό…Όλη η Αγέλη για μισή ώρα να κυνηγιέται γύρω – γύρω μέσα στο πάρκο…να πέφτουμε να κυλιόμαστε στο γρασίδι και να κρυβόμαστε πίσω από τους θάμνους.
Ουφ…μου κόπηκε η ανάσα…αλλά η ομάδα που άνηκα κέρδισε και έτσι χαρούμενοι πήγαμε στην Ακέλα για να μας πεί που θα βρούμε το άλλο μήνυμα.
Η Ακέλα μας είπε πως θα μας το δώσει, αρκεί να το ανοίξουμε και να το διαβάσουμε μαζί με τα άλλα Λυκόπουλα. Εμείς συμφωνήσαμε και αμέσως αφού πήραμε το επόμενο μήνυμα το ανοίγουμε…ήταν η συνέχεια της αφήγησης του Κάγκελου.
-Ετσι ήταν που λέτε η ζωή μου. Κάποια μέρα όμως πριν από 40 χρόνια περίπου έγινε κάτι περίεργο. Όλος ο κόσμος που καθημερινά μπαινόβγαινε μέσα στον χώρο που στην ουσία μαζί με τα άλλα κάγκελα είχαμε περιφράξει, σταμάτησε να βγαίνει και όλοι άρχισαν απλά μόνο να μπαίνουν…να μπαίνουν να μπαίνουν και Όλοι τους άρχισαν να φωνάζουν κάτι για ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, άλλοι για ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, άλλοι για παιδεία…Πολλοί από αυτούς δε, τραγουδούσαν, τραγουδούσαν με χαμόγελο στα χείλη σαν να μην φοβόντουσαν τίποτα.ένα από τα τραγούδια που έλεγαν ήταν αυτό:
Τότε η Ακέλα μας κάνει νόημα, ξεδιπλώνει ένα χαρτόνι και όλη η Αγέλη μαζί αρχίσαμε να τραγουδάμε, «Τα παιδιά ζωγραφίζουν στον τοίχο, δυο καρδιές και έναν ήλιο στη μέση, παίρνω φως απ’ τον ήλιο και φτιάχνω την αγάπη και μου λές, πως σ’ αρέσει»…
τι όμορφο και αισιόδοξο τραγούδι… όσο το τραγούδι πήγαινε προς το τέλος του όλοι μας τραγουδούσαμε πιο δυνατά…και πιο δυνατά.
Το επόμενο κομμάτι του μηνύματος ήταν πίσω από ένα δέντρο. Το ανοίγουμε και διαβάζουμε:
-Τα γελαστά παιδιά τραγουδούσαν και άλλα τραγούδια, όπως αυτό που έλεγε,
«Η πλατεία ήταν γεμάτη , με το νόημα που ‘χει κάτι απ’ τις φωτιές. Στις γωνίες και τους δρόμους από συντρόφους οικοδόμους, φοιτητές και συ έφεγγες στη μέση όλου του κόσμου, κι ήσουν φως μου , κατακόκκινη νιφάδα σε γιορτή σε γιορτή που δεν ξανάδα στη ζωή μου τη σκυφτή.»
Κάποια στιγμή τα παιδιά αυτά άρχισαν να σκαρφαλώνουν πάνω μας και κρέμονταν όπως τα τσαμπιά με τα σταφύλια στις Κληματαριές.
Οι λέξεις τους και οι συζητήσεις τους είχαν περιοριστεί πλέον…Ολοι μιλούσαν μόνο για Ψωμί και παιδεία μέχρι που ξαφνικά αρχίσαμε να νιώθουμε μία ζεστασιά….τελικά ανακαλύψαμε γιατί. Κάποια από τα παιδιά αυτά κρέμασαν επάνω μας ένα γαλανόλευκο ύφασμα αλλά τα χρόνια έχουν περάσει και δεν θυμάμαι ούτε πως ήταν ούτε πως το έλεγαν…
-Σημαία πετάγομαι εγώ…σημαία το λένε. Ελληνική σημαία.
-Μπράβο μου λέει η Ακέλα…
Ελάτε να σας δείξω ένα Κόλπο…μας φωνάζει. Και όλοι καθόμαστε να μας δείξει αυτό που ήθελε. Τότε σε ένα μεγάλο χαρτόνι αρχίζει να ζωγραφίζει την Ελληνική σημαία με μία τεχνική έτσι ώστε να μην κάνουμε λάθος τις γαλανόλευκες λωρίδες και να βγαίνει διαβάζοντάς τις, το Ελευθερία ή Θάνατος που μας είχε μάθει πέρσι στο σχολείο η Δασκάλα.
Όλοι μας κάτσαμε μετά κάτω και αρχίσαμε να ζωγραφίζουμε στα χαρτιά μας, σωστά, ολόσωστα την Ελληνική σημαία.
Αφού τελειώσαμε και με αυτό βρήκαμε το επόμενο μήνυμα ακολουθώντας κάποια ανιχνευτικά που μας οδήγησαν πίσω από μία βρύση.
Ανοίγουμε το μήνυμα…
-Έτσι πέρασαν σχεδόν δύο μέρες και οι νεαροί με τις νεαρές που ήταν σκαρφαλωμένοι επάνω μας συνέχισαν τα τραγούδια και τις δυνατές φωνές. Θαρρεί κανείς πως ήταν μία μεγάλη γιορτή, ένα πανηγύρι. Κάποιοι άλλοι ήταν έξω στον δρόμο και μοίραζαν φυλλάδια στους περαστικούς που όσο περνούσε η ώρα άρχισαν να γίνονται και περισσότεροι και περισσότεροι…
Εντύπωση μας έκανε που όλο μιλούσαν για Δημοκρατία…λες και δεν είχαν…
Ωχ….λέτε να μην είχαν;
Αμέσως η Ακέλα μας μοιράζει στον καθένα μας από ένα σταυρόλεξο για να λύσουμε…οι ερωτήσεις διάφορες…και οι απαντήσεις εύκολες. Μία από αυτές έλεγε: Το σημερινό πολίτευμα της χώρας μας….
Φυσικά εγώ το ήξερα από την Αγωγή του Πολίτη και απάντησα αμέσως.
Προεδρευόμενη Δημοκρατία.
‘Ήμουν πολύ σίγουρος πως είχα απαντήσει ολόσωστα…
Η περιπέτειά μας συνεχίστηκε για κάμποση ώρα…βρίσκαμε μηνύματα μαθαίναμε σιγά – σιγά την ιστορία του κάγκελου…
Μας είπε πως την Τρίτη ημέρα αυτής της γιορτής με τον τόσο κόσμο, κάτι άρχισε να χαλάει, διότι εμφανίστηκαν κάποιοι άλλοι σκυθρωποί άνθρωποι, οι οποίοι στάθηκαν απέναντί μας με όπλα στα χέρια και απειλούσαν τα γελαστά παιδιά πως αν δεν κατέβουν από πάνω μας θα έμπαιναν μέσα με τα τανκς….
Γιατί όμως ; Τους ενοχλούσαν; Κακό ήταν που φώναζαν για ελευθερία και Δημοκρατία;
Η ώρα είχε περάσει, και εμείς παίζαμε ένα παιχνίδι, που οι γερόλυκοι είχαν πιαστεί χέρι – χέρι και εμείς τρέχοντας έπρεπε να σπάσουμε την «αλυσίδα» τους και να περάσουμε από την άλλη πλευρά χωρίς όμως να μας πιάσουν….
Μετά τραγουδήσαμε ένα άλλο όμορφο τραγούδι που έλεγε, πως, αν όλα τα παιδιά της γης πιαναν γερά τα χέρια κορίτσια αγόρια στην σειρά και στήνανε χορό….
Αφού τελειώσαμε, η Ακέλα μας είπε πως έχουμε ακόμα δύο μηνύματα να διαβάσουμε…το ένα το είχε στην τσέπη της.
-Τελικά αυτοί που διέταζαν τους σκυθρωπούς ανθρώπους με τα όπλα, δεν ήθελαν να ακούν για Ελευθερία και Δημοκρατία, ή μάλλον δεν ήθελαν να ακούν τα γελαστά παιδιά που είχαν σκαρφαλώσει επάνω μας να φωνάζουνε ζήτω η Ελευθερία, ζήτω η Δημοκρατία. Έτσι έδωσαν διαταγή, την Τρίτη μέρα της μεγάλης αυτής γιορτής να μπούνε μέσα, στον περιφραγμένο από εμάς, χώρο με το τανκ και να σταματήσουν αυτές οι φωνές που έλεγαν πράγματα που δεν τους άρεσαν.
Έτσι κι έγινε…με το τανκ πέρασαν από πάνω μας…μας τσαλαπάτησαν…τσαλαπάτησαν και την Ελληνική σημαία…εγώ από την πίεση και την ταλαιπωρία εκείνης της ημέρας κόπηκα από την υπόλοιπη καγκελόπορτα και χάθηκα…Δεν είμαι πλέον μαζί με τα αδέρφια μου τα κάγκελα που παρέμειναν επάνω της….και εδώ και 40 χρόνια περιπλανιέμαι δεξιά και αριστερά. Σε όποιον με βρίσκει του λέω την ιστορία μου, αυτή που είπα και σε εσάς. Αλλά τρομαγμένος με αφήνει ή με πετάει όπου βρει λες και φοβάται κάτι…έτσι ο τελευταίος που με βρήκε ήρθε και με έθαψε σε αυτόν εδώ τον λάκκο. Εκεί που με βρήκατε και εσείς.
Μήπως εσείς θα μπορούσατε επιτέλους να με πάτε να συναντήσω την πόρτα μου και τα αδέρφια μου τα κάγκελα; Έχουμε ζήσει μαζί τόσα πράγματα…τόσο έντονες στιγμές…
– Η Ακέλα μας κοιτάζει με νόημα…τι λέτε να το πάρουμε μαζί μας μπας και βρούμε τα άλλα αδέρφια του;
– Ναιιιιιιιι απαντάμε όλα μας με φωνή γεμάτη θάρρος αλλά και οργή για αυτούς που διέταζαν τους σκυθρωπούς ανθρώπους…αυτούς που τσαλαπάτησαν την καγκελόπορτα και την Ελληνική σημαία.
Επιστρέφουμε στην Αγέλη…στοιχισμένοι σε δυάδες και χέρι χέρι με το διπλανό μας Λυκόπουλο…η Ακέλα μας μπροστά με το κάγκελο στο χέρι και δεξιά αριστερά και πίσω μας οι γερόλυκοι που είχαν εμφανιστεί κατά τη διάρκεια της περιπέτειάς μας με το κάγκελο και μας βοηθούσαν συνέχεια…
Περπατούσαμε όλα μας μάλλον σκεπτικά με το μυαλό μας να προσπαθεί συνέχεια να χωρέσει αυτήν την άνανδρη πράξη αυτών που διέταξαν το τανκ…
Φτάνουμε στην Αγέλη, πάμε προς τον ιστό…αλλά…Τι είναι αυτό από πίσω του;
-Μία παλιά στραπατσαρισμένη καγκελόπορτα…και ένα κάγκελο που της λείπει.
Η Ακέλα μας, πάει, γονατίζει από πάνω της, και απαλά απαλά ακουμπάει το κάγκελο που έλειπε στη θέση του…Ευχαριστώ ακούμε μέσα από τους θάμνους…πάλι σαν να ακούγαμε την ίδια φωνή από το ηχείο που ακούσαμε στην αρχή της περιπέτειάς μας που μας φώναζε Ξέθαψέ με.
Μπήκαμε μέσα στην φωλιά μας κάπως προβληματισμένα…η Αρχηγός, μας διηγήθηκε μία ιστορία σχετική με την Ειρήνη, την Δημοκρατία και την Ελευθερία…3 έννοιες, 3 ιδέες που είναι για πολλούς δεδομένες αλλά δυστυχώς για πιο πολλούς άπιαστο όνειρο…
μακάρι κάποια μέρα να μην χρειαστεί ξανά να σκαρφαλώσει κανείς σε κανένα κάγκελο για να διεκδικήσει καμία από αυτές τις έννοιες.
-Πήγαμε για υποστολή και δώσαμε ραντεβού για την άλλη εβδομάδα.
Άλλη μια μέρα στην Αγέλη τέλειωσε.
Νεκτάριος Τσεσμελόπουλος