γράφει ο Κωνσταντίνος Μαργαρίτης.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει επιδοθεί σε ένα διπλωματικό μαραθώνιο για να ενημερώσει για τις παράνομες ενέργειες της Τουρκίας και να πετύχει συγκλίσεις.
Η χώρα μας, με σταθερή ευρωπαϊκή προοπτική και λογική, πέτυχε στο συμβούλιο Κορυφής να έχει την ομόφωνη στήριξη των εταίρων της.
Ως ξεκάθαρη δήλωση στήριξης της Ελλάδας και της Κύπρου χαρακτήρισε την απόφαση της Συνόδου Κορυφής για τη συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης, ο Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης στη διάρκεια της ενημέρωσης της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Βουλής για τα συμπεράσματα της Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Αναφερόμενος στο θέμα των κυρώσεων, ο κ. Βαρβιτσιώτης εξήγησε ότι η στρατηγική ήταν να μην ζητηθεί κάτι τέτοιο αυτή τη στιγμή. «Θέλαμε μια ξεκάθαρη δήλωση στήριξης. Αυτήν διεκδικήσαμε, αυτήν πήραμε». Κι αυτό γιατί, όπως επισήμανε, αυτή τη στιγμή, πέρα από τη διαρκή εκστόμιση απειλών, δεν έχουμε την παραβίαση της δικιάς μας ΑΟΖ από τουρκικές ενέργειες και ότι σημαντικό ήταν να εκφρασθεί η αλληλεγγύη στην Ελλάδα και την Κύπρο και να καταδικαστεί η παράνομη συμφωνία.
«Βασικός μας στόχος, είναι να συγκροτήσουμε μια ευρύτερη και πέρα από την Ευρώπη συμμαχία, γύρω από την καταδίκη αυτής της ενέργειας, η οποία είναι ξεκάθαρα παράνομη, προκλητική και έχει και απειλητικό χαρακτήρα για τα δικά μας κεκτημένα και δικαιώματα, αλλά και αυτή η συμμαχία να αποτελέσει έναν διπλωματικό φράχτη, απέναντι σε οποιαδήποτε ενέργεια που μπορεί να συντελεστεί στην ΑΟΖ» τόνισε ο κ. Βαρβιτσιώτης.
Από το 2020 μέχρι το 2022 μπαίνουμε σε μια μακρά συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης, σε μια καινούργια διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης. Αυτό που συζητήθηκε είναι πόσο θα συμμετέχουν, πέρα από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, -το συμβούλιο, η επιτροπή και το κοινοβούλιο- τα εθνικά κοινοβούλια και η πανεπιστημιακή κοινότητα, αλλά και πόσο θα υπάρξει σε αυτή τη συζήτηση λαϊκή συμμετοχή.
Αυτό που χρειάζεται η Ευρώπη είναι μια νέα επανεκκίνηση της δραστηριοποίησής, της εμβάθυνσης της και τέλος να αποκτήσει μια ενιαία και ισχυρή φωνή γύρω από τα πράγματα. Είμαστε μια Ένωση εκατοντάδων εκατομμυρίων πολιτών, 350 εκατ. πολίτες, είμαστε η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη στο πλανήτη, είμαστε η Ένωση που έχει προνομιακές εμπορικές σχέσεις με 71 χώρες, δηλαδή η Ε.Ε. είναι ο βασικός εταίρος 71 χωρών πέρα από τα όρια της.
Έχει καταφέρει να είναι η Ε.Ε., ίσως η καλύτερη προοπτική που μπορεί να επιλέξει κάποιος να ζήσει σήμερα στον πλανήτη και για την οικονομική της εξέλιξη και για το εκπαιδευτικό της σύστημα και για τις κοινωνικές της παροχές και για το κράτος δικαίου και για την εμβάθυνση της δημοκρατίας και για την προστασία των μειονοτήτων. Είναι ένα περιβάλλον στο οποίο ο πολιτικός μας πολιτισμός έχει ξεφύγει από τα τετριμμένα και έχει προχωρήσει σε άλλες μορφές συνεργασίας. Παρ’ όλα αυτά, η Ευρώπη αντιμετωπίζει τις προκλήσεις του μέλλοντος αργά και απαισιόδοξα.
Ο ευρωσκεπτικισμός κερδίζει έδαφος από την ολιγωρία της ηγεσίας της ΕΕ. Τα νέα δεδομένα είναι σύνθετα και πολυποίκιλα. Απαιτείται στρατηγικός σχεδιασμός και άμεση λήψη και εκτέλεση των αποφάσεων που λαμβάνονται.
Τα κράτη-μέλη οφείλουν να πιέσουν σε μια πορεία αναδιάρθρωσης και ανάκτησης του κύρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα επόμενα χρόνια, μετά την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου, θα κριθούν πολλά.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προετοιμάζεται με μία ομάδα διαπραγμάτευσης με το Ηνωμένο Βασίλειο για τη σχέση που θα έχει την επ’ αύριον της αποχώρησής του, η οποία θα είναι πάρα πολύ ισχυρή. Θα συνεχίσει να την καθοδηγεί ο Μισέλ Μπαρνιέ, που ήταν ο βασικός διαπραγματευτής.
Η Ελλάδα έχει ήδη κάνει την σχετική προετοιμασία και θα συμβάλλει με όλες τις δυνάμεις της στην ομάδα αυτή. Η Ευρώπη σε πρώτο ρόλο.