γράφει ο Νίκος Γκίκας.
Η υιοθέτηση ρευμάτων παγκοσμιοποίησης, social, έξυπνη πόλη, εθελοντισμός και εξωστρέφεια, περισσότερο ως μίμηση και όχι ως αποτέλεσμα κοινωνικής ανόδου ή παραγωγικής διαδικασίας, οδήγησαν τα Τρίκαλα σε μια φαντασιακή κοινότητα. Είναι προφανές πως το φαντασιακό αυτό στοχεύει κάπου ψηλότερα. Ωστόσο, οξυδερκείς κοινωνικοί παρατηρητές συχνά διαπιστώνουν και διατυπώνουν τη διάσταση του φαντασιακού με το πραγματικό, καθώς οι πολίτες δεν αισθάνονται πρόσημα, παρά την καθημερινότητα και κύρια το ύφος και ήθος της εκάστοτε δημοτικής αρχής.
Ενόψει των δημοτικών εκλογών συναντούμε πολλές κάρτες υποψηφίων χωρίς όμως καμία απάντηση στα ουσιαστικά προβλήματα του Δήμου Τρικκαίων. Στα παράνομα πάρκινγκ στις οικοδομές, στον ελλιπή φωτισμό, στα κατεστραμμένα πεζοδρόμια, στα άναρχα παρκαρίσματα, στα σκουπίδια, στην έλλειψη χώρων στάθμευσης. Γειτονιές σε κρίση είναι ένα καλό θέμα, Ρόδου – Κερκύρας – Καρπάθου, και πόσες άλλες… Τι μας εμποδίζει άραγε για ένα πενταόροφο πάρκινγκ στην Κανουτά ή για επέκταση των ποδηλατοδρόμων; Γιατί να δαπανήσουμε εκατοντάδες χιλιάδες για την ανάπλαση του Ληθαίου στο ευρύτερο κέντρο, όταν προς Καρδίτσης ή νωρίτερα στη Γαλήνη είναι παντελώς εγκαταλειμμένος και γιατί πρέπει να δοθεί βορά στις περιφράξεις των τραπεζοκαθισμάτων η όχθη του, όταν μπορεί πεζόδρομος να την διατρέχει;
Η τραγωδία των κοινών είναι γνωστή. Δεν χρειάζονται φαραωνισμοί, παρά πολλές μικρές παρεμβάσεις στην καθημερινότητα, καθώς η ανάγκη των κοινών είναι η αξιοποίηση των κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων, του δημόσιου χώρου που προσδιορίζει τις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Θέλει όμως και θάρρος η δεξαμενή. Κοπέλια αμάλαγα, άφωνα, κρυβόντουσαν στα φουστάνια της μαμάς. Ούτε μπρος ούτε πίσω.
Εντούτοις στα πλαίσια της πολυσύνθετης κοινωνικής πραγματικότητας της μεσαίας αστικής τάξης, του ανώτερου τμήματος αυτής και του κατώτερου, τα αντανακλαστικά φούντωσαν οι λυκοφωτογραφίες φεουδαρχικού τύπου. Παραδοσιακά στη χώρα οι “άρχοντες” ήταν φεουδάρχες, τοπικοί ή περιφερειακοί και ως τέτοιοι απολάμβαναν όλες τις τιμές, βολεύοντας βέβαια ανάλογα τους υπηκόους τους. Οι εποχές όμως άλλαξαν, δεν κάνουν ό,τι θέλουν, υπάρχουν κανόνες και μάλιστα άγραφοι, ηθικοί. Κανόνες τάξεων και φορέων που δεν αποδέχονται ούτε φορετούς υποψηφίους, ούτε περισσότερο την έπαρση και τον κομπασμό. Οι φορείς αυτών εκπροσωπούνται ελάχιστα στα σχήματα, εξαιτίας φοβικών συνδρόμων και συγκεντρωτισμού. Δεν έχουν ανάγκη εξυπηρετήσεων άλλωστε.
Έτσι λοιπόν, αντί το νεαρότερο και ριζοσπαστικότερο τμήμα της μεσαίας τάξης να εξηγήσει την αναγκαιότητα των αλλαγών και των νέων ιδεών, συντηρεί με τη στάση του ένα οπισθοδρομικό και μη αναγκαίο ατύχημα. Η λογική των κοινών της παλαιάς τάξης, ξεπερνά τη λογική της αγοράς και των social της νέας τάξης. Στην πραγματικότητα προάγει μια δραστηριότητα που στηρίζεται στις καθημερινές ανάγκες και όχι στην επικοινωνία. Και εδώ ακριβώς έγκειται η σύγκρουση.
Φωτογραφία: George Terezakis