Επηρεασμένοι σε αυτό το κλίμα υπερβολής και με προδιάθεση να δημιουργούν εντυπώσεις, όσοι μπορούν και γράφουν ή όσοι βρίσκουν κάποιο φόρουμ, από ό,οπου μπορούν να εκφράσουν μια άποψη, σχετικά με την κρατούσα κρίσιμη κατάσταση στη χώρα μας, στο ιντερνέτ, στο ραδιόφωνο, στη τηλεόραση, , συναγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα μας περιγράψει με τα μελανώτερα χρώματα τη δυστυχία, ατομική ή συλλογική, που διέρχεται σήμερα ένα μεγάλο κομάτι του Ελληνικού λαού. Και το κάνουν με μια ασυνήθιστα εμφανή ευχαρίστηση. Αισθάνονται ότι εκτελούν κάποιο υπέρτατο καθήκον όταν περιγράφουν πιο μαύρα από ότι είναι, τις δυστυχίες του λαού. Θα έλεγα ότι ηδονίζονται να αναφέρουν αριθμούς αυτοκτονιών, ανέργων, αστέγων και ιδιαίτερες περιπτώσεις δεινοπαθούντων. Μια ευχάριστη είδηση, που μπορεί θα δώσει έστω και μια ελάχιστη υποψία χαράς, απαγορεύεται να κυκλοφορήσει. Αν μέσα σε αυτή τη καταθληπτική ατμόσφαιρα, κάποιος τολμήσει να αναφέρει κάτι καλό ή κάτι ελπιδοφόρο, γίνεται από τους διευθύνοντες τη συζήτηση, αντικείμενο σκληρής επίθεσης, λες και παραβίασε κάποιο ιερό κανόνα, που επιβάλει τη κυκλοφορία μόνον δυσμενών ειδήσεων. Με αποτέλεσμα να μη τολμά κανείς να πει κάτι ευχάριστο ώστε να βγει στην επιφάνεια, έστω μια αναλαμπή μιας μικρής ελπίδας. Μου θυμίζει την εποχή που κανένας, προπάντων νέος, δεν τολμούσε να πει ότι δεν ήταν αριστερός ή ότι δεν ήταν αντιαμερικανός.
Σε όλους του τηλεοπτικούς σταθμούς υπάρχουν εκπομπές ειδήσεων που μεταδίδουν τα νέα της ημέρας. Αν κάποια μέρα συμβεί κάτι τo ασυνήθιστα τραγικό, ενας θάνατος συνταξιούχου από ασιτεία, μιας μάνας με παιδιά χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, μια αυτοκτονία, ο τουφεκισμός των φραουλοσυλλεκτών από ένα επιστάτη, ο θάνατος τριών φοιτητών από αναθυμιάσεις μαγγαλιού, τότε όλοι οι εκφωνητές σταματούν τη ροή της εκπομπής, γίνονται εισαγγελείς και αρχίζουν να κατηγορούν τη κυβέρνηση για έλλειψη ευαισθησίας και κακή φροντίδα στους έχοντες ανάγκη. Εφευρίσκουν τις πιο απίθανες και τις πιο τραγικές πτυχές του συμβάντος, βάζουν στο εδώλειο του κατηγορημένου τη κυβέρνηση και τον αρμόδιο υπουργό, τον καταδικάζουν χωρίς ελαφρυντικά και ζητούν εδώ και τώρα την κεφαλή του επί πίνακι. Το κάνουν δε με ιδιαίτερη ευχαρίσηση και ικανοποίηση, προκαλώντας το θυμό του πολίτη. Προσπαθούν δε να ξεπεράσει ο ένας τον άλλον στη πιο φρικτή εκδοχή και παρουσιάζουν τη κυβέρνηση, ότι έχει σαν βασική επιδίωξη να κάνει τη ζωή του πολίτη όσο δύναται περισσότερο δυστυχή. Μέσα σε αυτή την απαισιόδοξη ατμόσφαιρα, για να μην υστερήσει, η κάθε Αντιπολίτευση, νομίζει πως έχει το καθήκον να παίρνει ένα μεγάλο πινέλο και να βάφει τα πάντα μαύρα και άραχνα σε ότιδήποτε κάνει ή προτείνει η κρατούσα κυβέρνηση.
Φυσικά, όταν τα νέα είναι άσχημα, δεν μπορείς να τα μετατρέψεις ρόδινα και ευχάριστα. Δεν μπορούμε να πούμε ότι η ανεργία δεν έιναι 26%, ούτε ότι πολύς κόσμος στέκεται στην ουρά για μια μερίδα φαγητό. Τα λουκέτα στις επιχειρήσεις, οι αυτοκτονίες και οι τόσες ατομικές ή συλλογικές περιπτώσεις δυστυχίας, όλα αυτά είναι γεγονότα που δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει. Κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τη τραγικότητα της κατάστασης. Εκείνο που θα μπορούσαμε να ζητήσουμε, είναι να μη τα χρωματίζουμε, με ύφος της τραγικής Κατίνας Παξινού, πιο μαύρα από ότι είναι. Αν τολμήσει η κυβέρνηση να αναγγείλει κάτι που μπορεί να θεωρηθεί ευχάριστο ή ελπιδιφόρο, αμέσως πνίγεται στις γνωματεύσεις των κομματικά αντιθέτων ειδημόνων καθηγητών Πανεπιστημίων στα τηλεοπτικά παράθυρα, που εξονυχίζουν τη κάθε πτυχή της ευχάριστης αναγγελίας για να βρουν το μικρότερο σκοτεινό σημάδι της και να χτίσουν πάνω του και να αποδείξουν ότι αυτό που θεωρεί καλό η κυβέρνηση, είναι στη πραγματικότητα κακό ή θα αποδειχτεί στο μέλλον καταστροφικό για το λαό. Είμαστε ειδικοί στη πρόγνωση καταστροφικού αποτελέσματος. Ο ειρμός της λογικής που ακολουθείται πάντα μας οδηγεί στην απαίσια κατάληξη.
Ο κόσμος έχει κουραστεί να βλέπει και να ακούει μαύρα. Έχει βαρεθεί, κάθε μέρα να ακούει, να βλέπει και να υφίσταται τις συνέπειες από τις γκρίνιες των πολιτικών, τις αντιδικίες και τις ύβρεις στη Βουλή, τις κινητοποιήσεις, τις διαδηλώσεις, τις καταλήψεις, τις καταστροφές, τη μαυρίλα. Ζητείται ελπίδα. Ζητείται ο δρόμος που οδηγεί στην ευτυχία. Ζητείται η απαντοχή για ένα καλύτερο αύριο, για κάτι ωραίο που θα φέρει η αυριανή ανατολή. Ζητείται η πυξίδα που θα μας δείξει το δρόμο για την ευτυχία, για το αλάφρωμα από το βάρος της απαισιοδοξίας. Ζητείται η βεβαιότητα ότι κάπου στο μέλλον υπάρχει μια ευτυχισμένη πραγματικότητα. Ζητείται ένα σταθερό σημείο, πάνω στο οποίο θα μπορέσουμε να σταθούμε και να σχεδιάσουμε το μέλλον.
Οι πολιτικοί έχουν υποχρέωση και καθήκον να συνέλθουν από τον ίλλιγγο της αναρρίχησής τους στην εξουσία και στη βουλευτική καρέκλα, να αναλογιστούν τις ευθύνες τους και να αρχίσουν συνειδητά να δουλεύουν για αυτούς που πληρώνουν για τα προνόμιά τους. Να προσαρμοστούν στους κανόνες της δημοκρατίας και βάσει αυτών, να αρχίσουν να συνδιαλέγωνται και να συνεργάζονται, πρώτα για το καλό του λαού και έπειτα για το δικό τους. Να χωνέψουν ότι στη δημοκρατία δεν υπάρχουν κόκκινες γραμμές ούτε πρέπει να υπάρχουν ιδεολογίες που απαγορεύουν τη συνεννόηση και τη συναίνεση. Να συνεργαστούν μεταξύ τους για να δημιουργηθεί και να επικρατήσει η αισιοδόξία, που θας φέρει την αρχή του τέλους της μιζέριας.
Για τον ίδιο λόγο, και οι δημοσιογράφοι , σαν διαμορφωτές της κοινής γνώμης, πρέπει να συνειδητοποιήσουν τη βαριά ευθύνη που φέρουν ώστε, ναι, να μη κρύβουν την αλήθεια, όσο φρικτή και αν είναι , αλλά να μη τη χρησιμοποιούν μόνον για τη δυσφήμηση της κρατούσας κυβέρνησης. Να τη χρησιμοποιήσουν και σαν ευκαιρία για να εμβαθύνουν στα γεγονότα και να βρουν και να προτείνουν τρόπους, που μπορεί να μη λύνουν το πρόβλημα, αλλά τουλάχιστον να μας δείχνουν το δρόμο προς την ελπίδα.
Ζητείται επιγόντως ελπίδα.