γράφει ο Μάξιμος Χαρακόπουλος.
Όταν στις 15 Δεκεμβρίου 2019, κατά την συζήτηση του προϋπολογισμού του 2020, έλεγα από το βήμα της Βουλής ότι “η χώρα επιβάλλεται να προχωρήσει άμεσα στην ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων” και ότι στο δίλημμα “βούτυρο ή κανόνια”, η απάντηση πρέπει να είναι “κανόνια”, γιατί αλλιώς δεν θα έχουμε ούτε “βούτυρο”, κάποιες φωνές από τα αντιπολιτευτικά έδρανα επιχειρούσαν να λοιδορήσουν την επιχειρηματολογία μου κάνοντας λόγο για “βουτυροφάγους”. Την επομένη, διάφοροι “προοδευτικοί” έφτασαν στο σημείο να χαρακτηρίσουν την ομιλία μου ως… “μιλιταριστικό παραλήρημα γαλάζιου βουλευτή”!
Έκτοτε, όμως, τα γεγονότα απέδειξαν περίτρανα ποια είναι η σκληρή πραγματικότητα, η οποία μας αναγκάζει να δούμε και πάλι τον σχεδιασμό για την άμυνά μας. Δυστυχώς, η ελληνική κοινωνία για πολλά χρόνια είχε συνηθίσει να ζει μέσα σε ένα σύννεφο ψευδαισθήσεων για τους κινδύνους που απειλούσαν τη χώρα. Αυτό ίσχυε για την οικονομία, καθώς για χρόνια ήμασταν πεπεισμένοι ότι “λεφτά υπάρχουν”. Μέχρι που ανακαλύψαμε ότι ήμασταν χρεωκοπημένοι μέχρι τον λαιμό και τότε λίγο έλειψε να τινάξουμε τα πάντα στον αέρα, γιατί κάποιοι αρνούνταν να το πιστέψουν. Η ίδια ελαφρότητα επικράτησε και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ενώ ο νεοσουλτάνος από απέναντι, εδώ και καιρό, φώναζε πως θέλει να αναστήσει την οθωμανική αυτοκρατορία, εισβάλλοντας στη Συρία, στο Ιράκ και στη Λιβύη, μέσω αντιπροσώπων ισλαμιστών, πολλοί από εμάς έτρεφαν φρούδες ελπίδες ότι οι τουρκικές απειλές είναι για εσωτερική τουρκική κατανάλωση, ενώ κάποιοι δεν δίσταζαν να υποστηρίζουν ότι “το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του”…
Σήμερα, λοιπόν, στην πιο παρατεταμένη -εδώ και δεκαετίες- ελληνοτουρκική κρίση, κατά την οποία η Άγκυρα έχει βγάλει όλο τον πολεμικό της στόλο “παγανιά” στα νερά του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου και κάθε μέρα είμαστε στην κόψη του ξυραφιού ενός θερμού επεισοδίου, αντιλαμβανόμαστε ότι οι Τούρκοι εξοπλίζονταν σαν αστακοί για συγκεκριμένο σκοπό. Την ώρα που εμείς, λόγω και της οικονομικής κρίσης, περικόπταμε τις αμυντικές δαπάνες από 9,628 δισ. δολάρια το 2009 στα 5,472 δισ. το 2019, η Τουρκία από 11.385 δισ. δολάρια το 2009 έφθασε πέρυσι στα 20.448 δισ.! Επιπλέον, η Άγκυρα επένδυσε στην αμυντική της βιομηχανία και κατόρθωσε να καλύπτει σήμερα το μεγαλύτερο μέρος των εγχώριων αναγκών της.
Ωστόσο, τα στοιχεία αυτά, για τα οποία κομπάζει ο Ερντογάν, δεν δίνουν το σαφές πλεονέκτημα που θα ήθελε έναντι της Ελλάδος. Γιατί οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, όπως απέδειξαν από τον Φεβρουάριο έως σήμερα, σε πολλές ευκαιρίες, και αξιόμαχες είναι και υψηλού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό, με ακμαίο πατριωτικό φρόνημα, διαθέτουν. Ταυτόχρονα, όμως, η τουρκική επιθετικότητα αντιλαμβανόμαστε ότι θα έχει διάρκεια, και ότι δυστυχώς ο εξ ανατολών γείτονας με τις αναχρονιστικές ιδεοληψίες, ως κύριο διπλωματικό επιχείρημα αποδέχεται την ισχύ. Η χώρα μας, επομένως, είναι υποχρεωμένη να καλύψει το χαμένο έδαφος της προηγούμενης δεκαετίας. Επιβάλλεται άμεσα να προχωρήσουμε σε εξοπλιστικά προγράμματα τέτοια που θα μεγιστοποιήσουν την αποτρεπτική μας ισχύ, αλλά θα ενισχύσουν και τις συμμαχίες μας και τα διπλωματικά μας όπλα.
Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, αντιμέτωπη με πολλαπλές σοβαρές προκλήσεις, έχει δείξει ως τώρα ότι ξέρει να ακούει τις επιταγές των καιρών. Η εκπεφρασμένη απόφαση για την αγορά νέων αεροσκαφών και φρεγατών -και μάλιστα με όρους που θα δίνουν λύσεις και στις άμεσες ανάγκες μας- είναι απόλυτα ορθή και οφείλουμε όλοι να στηρίξουμε. Βεβαίως, το οικονομικό πρόβλημα είναι δεδομένο και επιτείνεται λόγω των συνεπειών της πανδημίας. Ενώπιον, όμως, της υπεράσπισης της εδαφικής ακεραιότητας, της εθνικής κυριαρχίας και της ελευθερίας της πατρίδας δεν χωρούν αμφιταλαντεύσεις και αναβλητικότητες. Ακόμη κι αν οι επιλογές μας δεν αρέσουν σε μερικούς άσπονδους “φίλους” στην ΕΕ ή σε κάποιους μονίμως διαμαρτυρόμενους εγχώριους “πασιφιστές”. Γιατί πλέον είναι φανερό σε όλους ότι η ρήση “αν θέλεις ειρήνη, προετοιμάσου για πόλεμο” είναι περισσότερο από ποτέ αληθινή με όσα συμβαίνουν γύρω μας.