Οι μεγαλύτεροι οφειλέτες είναι τα Ασφαλιστικά Ταμεία, με 2,79 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 1,1 δισ. ευρώ προέρχεται μόνο από το Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων και ακολουθούν: Τα νοσοκομεία με χρέη 1,46 δισ. ευρώ, η Τοπική Αυτοδιοίκηση (ΟΤΑ) με χρέη 1,045 δισ. ευρώ, τα υπουργεία με οφειλές 731 εκατ. ευρώ (εκ των οποίων εκ του τακτικού προϋπολογισμού 555 εκατ. ευρώ και τα 188 εκατ. ευρώ είναι οφειλές προς επενδυτές) και τα υπόλοιπα νομικά πρόσωπα με χρέη 258 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, υπάρχουν και εκκρεμότητες όπως πχ η επιστροφή ΦΠΑ προς τις εξαγωγικές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα μάλιστα με την εκπρόσωπο των εξαγωγέων υπάρχουν αιτήσεις επιστροφής ΦΠΑ που εκκρεμούν για πάνω από 2 χρόνια, ενώ εκκρεμούν εκκαθαρισμένες οφειλές ΦΠΑ ύψους περίπου 900 εκατ. ευρώ.
Την ίδια ώρα που το κράτος χρωστάει εκατομμύρια ευρώ σε ιδιώτες και προμηθευτές ζητά από τους ανθρώπους αυτούς να είναι συνεπείς στις φορολογικές τους υποχρεώσεις, να πληρώνουν χαράτσια κ.ο.κ.
Με άλλα λόγια ακολουθούνται δύο μέτρα και δύο σταθμά.
Το ίδιο το κράτος είναι παράδειγμα της ατιμωρησίας, την οποία, παράλληλα, επιδιώκει να πατάξει.
Περά από την ηθική διάσταση του θέματος, από τη στάση αυτή δημιουργούνται τεράστια προβλήματα τα οποία λειτουργούν ως φραγμοί για την ανάπτυξη της χώρας, που είναι και το μεγάλο ζητούμενο.
Η γενικευμένη ασυνέπεια του κράτους στις υποχρεώσεις του απέναντι στον ιδιωτικό τομέα, σε συνδυασμό με την υψηλή φορολογία των επιχειρήσεων και τις πολύπλοκες γραφειοκρατικές διαδικασίες αποτρέπουν κάθε προσπάθεια προσέλκυσης επενδύσεων, που θα έδιναν ανάπτυξη και νέες θέσεις εργασίας στους χιλιάδες άνεργους του ιδιωτικού τομέα.
Επομένως έχουμε να κάνουμε με ένα φαύλο κύκλο. Το κράτος δεν πληρώνει, οι ιδιώτες και οι προμηθευτές περιορίζουν τις δαπάνες τους και συρρικνώνουν τον κύκλο εργασιών τους γεγονός που οδηγεί σε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση, σε εξαγωγή κεφαλαίων στο εξωτερικό, νεομετανάστευση και αναστολή κάθε νέας οικονομικής δραστηριότητας.
Είναι σαφές ότι η έλλειψη εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία δεν αφορά πλέον μόνο τις ξένες αγορές αλλά και τους ίδιους του Έλληνες.
Κατανοώντας το αδιέξοδο, η Δημοκρατική Συμμαχία είναι το μοναδικό κόμμα που πρότεινε στην τρόικα και κατάφερε να γίνει όρος της νέας δανειακής σύμβασης η αποπληρωμή των χρεών του ελληνικού κράτους προς τους ιδιώτες.
Σύμφωνα με υπολογισμούς, από τα περίπου 7 δις ευρώ, τα 2 δις θα γυρίσουν πίσω στο κράτος από τους φόρους μέσω ΦΠΑ, διότι θα κινηθεί η αγορά και θα υπάρχει επιτέλους μια ανάσα ρευστότητας στην ελληνική οικονομία.
Η αποπληρωμή αυτή δεν επηρεάζει το έλλειμμα (οι σχετικές υποχρεώσεις έχουν ήδη περιληφθεί στα ελλείμματα των προηγουμένων) και θα επιφέρει ένα θετικό σοκ ρευστότητας και εμπιστοσύνης στην οικονομία.
Για να υπάρξει όμως αναστροφή του κλίματος δεν αρκούν τα παραπάνω.
Το κράτος τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει μια μεταστροφή. Απομακρύνεται από την κοινωνική του διάσταση και λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό ως επιχειρηματίας, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα ακόμα μία ρήξη στη σχέση του με τους πολίτες.
Λειτουργεί δηλαδή με κυρίαρχο κριτήριο τη μεγιστοποίηση του κέρδους όπως επιβάλλει η ορθολογική επιχειρηματική δράση.
Έτσι η υγεία, η παιδεία και οι υπόλοιποι τομείς μετατρέπονται σε πεδία ανταγωνισμού, στα οποία οι έννοιες της κοινωνικής παροχής, ισότητας και δικαιοσύνης δεν έχουν αντίκρισμα.
Ως Δημοκρατικής Συμμαχία, πιστεύουμε ότι ο ρόλος του κράτους πρέπει να είναι ρυθμιστικός και ενισχυτικός της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Σε καμία περίπτωση το κράτος δεν πρέπει να λειτουργεί το ίδιο ως επιχειρηματίας και μάλιστα σε βάρος της κοινωνικής του διάστασης.
Για το λόγο αυτό, από την πρώτη μέρα της ίδρυσης του κόμματός μας, προχωρήσαμε σε διατύπωση σαφών θέσεων για τη στήριξη των επιχειρήσεων και την δημιουργία κινήτρων για επενδύσεις- με μεγαλύτερο ίσως την άρση των αντικινήτρων, όπως η γραφειοκρατία, που εκτρέφει τη διαφθορά.
Παράλληλα ζητήσαμε επιτέλους να εφαρμοστεί ο συμψηφισμός των οφειλών ΦΠΑ μεταξύ επιχειρήσεων και κράτους και προτείναμε: .
- Την άμεση μείωση και σταθεροποίηση του φορολογικού συντελεστή των επιχειρήσεων στο 20% (με ταυτόχρονη εξάντληση στην πηγή του φόρου επί των μερισμάτων) και καθορισμό αντίστοιχα χαμηλών συντελεστών στο εισόδημα από εργασία.
- Την απελευθέρωση των χρημάτων που προορίζονται για το δανεισμό των μικρών επιχειρήσεων και έχουν διατεθεί από το JEREMIE και το Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανταγωνιστικότητας (640 εκ. ευρώ) και λιμνάζουν στις τράπεζες οι οποίες ζητούν υπεραυξημένες εξασφαλίσεις. Με τη μετατροπή μέρους των χρημάτων αυτών σε εγγυήσεις για το δανεισμό μικρών επιχειρήσεων, μπορεί να δοθεί ρευστότητα άνω των δύο δις στις μικρές επιχειρήσεις.
- Να υπάρχουν διατάξεις απλοποίησης της φορολογικής νομοθεσίας με μέτρα, όπως η κατάργηση του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
- Να δοθούν κίνητρα για την προσέλκυση επενδύσεων σε τουρισμό, ναυτιλία, αγροτικό και κτηνοτροφικό τομέα, που πρέπει να αποτελέσουν και την αιχμή του δόρατος στην προσπάθεια για ανάπτυξη της χώρας.
- Η παιδεία και η υγεία να εξελιχθούν σε τομείς ανάπτυξης για τη χώρα μας, δίνοντάς της κυρίαρχο ρόλο στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια.
- Να δημιουργηθεί ένα Ταμείο Αναπτυξιακής Ενίσχυσης (Growth Enhancement Fund) – παρόμοιο με το Σχέδιο Μάρσαλ – το οποίο θα σπάσει το φαύλο κύκλο της αποεπένδυσης, θα βελτιώσει τη ρευστότητα της οικονομίας και θα πυροδοτήσει την ανάπτυξη. Η λειτουργία του Ταμείου θα πυροδοτήσει την κινητοποίηση 80 δις ευρώ.
- 7. Να εφαρμοστεί το Σχέδιο «Ιόλαος», ένα ad hoc σχέδιο στήριξης από την ΕΕ για τη βελτίωση του θεσμικού σχεδιασμού και της παραγωγικότητας της ελληνικής δημόσιας διοίκησης.
- 8. Την κατάργηση πάσης φύσεων, υπέρ τρίτων, εισφορών που σκανδαλωδώς επιβαρύνουν την επιχειρηματικότητα.
- 9. Την μείωση των ασφαλιστικών εισφορών με αναδιάταξη του ασφαλιστικού συστήματος
10. Την θεσμοθέτηση της έντοκης επιστροφής των χρημάτων που χρωστά το κράτος σε επιχειρήσεις και ιδιώτες.
11. Την κατεύθυνση των πόρων του ΕΣΠΑ σε έργα υποδομής και όχι κατανάλωσης.
12. Την δραστική μείωση της γραφειοκρατίας στο δημόσιο μέσω ριζικής αναδιοργάνωσης των διεργασιών των δημοσίων υπηρεσιών με ταυτόχρονη διακοπή της λειτουργίας όσων αποδεικνύονται περιττές.
13. Την κατάργηση των προκλητικών συνδικαλιστικών προνομίων με ταυτόχρονο εξορθολογισμό και εκδημοκρατισμό των διαδικασιών λήψης αποφάσεων για απεργίες μέσω νέου νόμου περί συνδικαλισμού.
Για να μπορέσουν να υλοποιηθούν όλα τα παραπάνω χρειάζεται ένας και μόνος παράγοντας: Πολιτική βούληση και σωστή αντίληψη των κατευθύνσεων προς τις οποίες πρέπει να κινηθεί η οικονομία.
Η εμπειρία των τελευταίων χρόνων έχει πείσει και τους πιο δύσπιστους για αυτά που εμείς από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής μας υποστηρίζαμε σε ό,τι αφορά το στόχο που πρέπει να έχει η προσπάθεια της χώρας για έξοδο από την κρίση.
Στόχος μας πρέπει να είναι η θεραπεία του άρρωστου και αναποτελεσματικού κράτους και όχι οι πολίτες, όχι οι επιχειρήσεις, όχι οι καταναλωτές, όχι ο παραγωγικός ιστός της χώρας.
Οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας που έχουμε ευρωπαϊκό προσανατολισμό πρέπει να συνειδητοποιήσουμε –εμείς το έχουμε κάνει- ότι πρέπει να βάλουμε το μαχαίρι στο κόκκαλο και να συγκρουσθούμε με νοοτροπίες και αντιλήψεις που μας οδήγησαν έως εδώ.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι χρέος μας είναι η σωτηρία της χώρας και όχι η σωτηρία των κομματικών στρατών στους οποίους κάποιοι οφείλουν την πολιτική τους ύπαρξη.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι για να διατηρηθεί η κοινωνική συνοχή πρέπει να πολεμήσουμε την ανεργία, που σημαίνει ότι πρέπει να δώσουμε τη δυνατότητα στον ιδιωτικό τομέα να δημιουργήσει θέσεις εργασίας, αίροντας τα κάθε μορφής αντικίνητρα και απενοχοποιώντας την επιχειρηματικότητα.
Πρέπει να δώσουμε ελπίδα στον πολίτη, ο οποίος όμως με τη σειρά του πρέπει να καταλάβει ότι με τη δύναμη της ψήφου του πρέπει να ενισχύσει όχι εκείνους που απευθύνονται στο θυμικό του και απλώς θέλουν να εκμεταλλευθούν την δικαιολογημένη οργή του, αλλά εκείνους που με προτάσεις κι επιχειρήματα προσπαθούν να οικοδομήσουν την Ελλάδα του αύριο, την Ελλάδα για την οποία θα είμαστε και πάλι υπερήφανοι.