Το έχουμε γράψει πολλές φορές από αυτή τη στήλη και το ξαναγράφουμε: Ο αστικός κόσμος κατεβαίνει στο «πεζοδρόμιο», αλλά για ζητήματα που αφορούν αξίες όπως η πατρίδα, οι θεσμοί, η δημοκρατία, η ελευθερία.
Παρά την προσπάθεια μερίδας ΜΜΕ και πολλών εκπροσώπων του πολιτικού κόσμου να γελοιοποιήσουν το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης, πριν ακόμα γίνει, εκατοντάδες χιλιάδες λαού προσέτρεξαν για να εκφράσουν τα πατριωτικά τους αισθήματα. Δεν τους ένοιαζε ποιος θα μιλούσε, ούτε τι θα πει. Τους ένοιαζε μόνο να πουν «όχι» στην τακτική που ακολουθεί η κυβέρνηση σε ένα μείζονος σημασίας εθνικό ζήτημα, που έχει σχέση με την ιστορία, άρα και την «ψυχή» του Ελλήνων. Ενώ πολλοί διαδηλωτές, ειδικά μετά την προσπάθεια απαξίωσής του από την κυβέρνηση και από αρκετά ΜΜΕ, είδαν το συλλαλητήριο ως αντισυστημική αντίδραση.
Η κυβέρνηση τρομοκρατημένη από τον όγκο του πλήθους, εθελοτυφλώντας και αρνούμενη να αντιληφθεί τα μηνύματα του συλλαλητηρίου, επιχειρεί ακόμα και σήμερα να τους συκοφαντήσει και να τους παρουσιάσει ως οπαδούς της Χρυσής Αυγής και ως φασίζοντα στοιχεία. Και το κάνει χωρίς να τη νοιάζει η ζημιά που προκαλεί με αυτό το επιχείρημα τόσο στην πατρίδα (αρνούμενη να αποδεχθεί τη δυναμική του συλλαλητηρίου ως διαπραγματευτικό «όπλο»), όσο και στην ίδια τη δημοκρατία, ταυτίζοντας τον απλό, διαμαρτυρόμενο λαό με ακραία και φασιστικά στοιχεία.
Πέρα όμως από το μέγεθος της συγκέντρωσης, πέρα από τον πανικό της κυβέρνησης, πέρα από τη δύναμη της ψυχής των Ελλήνων, από την συγκέντρωση της Κυριακής προέκυψαν ακόμα ορισμένα συμπεράσματα.
Ένα από αυτά είναι ότι ο κεντρικός ομιλητής Φράγκος Φραγκούλης δεν μπόρεσε να αντιληφθεί ότι δεν μιλούσε σε οπλίτες, αλλά σε πολίτες (εκτός αν στόχος του ήταν να… τρομάξει τους Σκοπιανούς!). Και αυτό δεν κρίνεται μόνο με βάση το περιεχόμενο του λόγου του ο οποίος σε ορισμένα σημεία ήταν διπλωματικά επικίνδυνος, αλλά και από το γεγονός ότι μία ημέρα μετά, προφανώς ενθουσιασμένος από την… επίδοσή του άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να ηγηθεί κόμματος!!! Στη ζωή όμως το «μπόι» μας, πρέπει να το μετράμε με τον ίσκιο μας το μεσημέρι. Ούτε το πρωί, ούτε το απόγευμα. Επίσης ο φιλόδοξος υποψήφιος αρχηγός θα πρέπει να έχει υπ’ όψιν του ότι συνήθως η ζωή επαναλαμβάνεται ως φάρσα. Άλλο Παπάγος και άλλο Φραγκούλης.
Η «φιλοδοξία» όμως του συμπαθέστατου, κατά τα λοιπά, κ. Φραγκούλη, φέρνει στη σκέψη μας το ερώτημα, αν μέσα από τις συγκεντρώσεις και το σκοπιανό, μπορεί να ξεπεταχθεί κάποιο νέο πολιτικό πρόσωπο.
Υπάρχει ένας κανόνας: Η ζωή απεχθάνεται τα κενά. Όπου υπάρχει κενό καλύπτεται. Αυτό ισχύει και στην πολιτική, μιας και η πολιτική αποτελεί μέρος της ζωής.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης κρατώντας τόσο καιρό τους πολίτες έξω από λαϊκές συγκεντρώσεις και αντιδράσεις το μόνο που πετυχαίνουν είναι να καθιστούν τον αγανακτισμένο και απελπισμένο λαό εύκολο θύμα στα χέρια επικίνδυνων λαϊκιστών. Γιατί αυτό που είδαμε την Κυριακή στη Θεσσαλονίκη περιελάμβανε σε ένα μεγάλο βαθμό και το στοιχείο της αγανάκτησης απέναντι σε μια κακή διακυβέρνηση μια ομάδας τυχοδιωκτικής ομάδας που μόνο μέλημά της είναι η διατήρηση της εξουσίας.
Σε τέτοιες συνθήκες είναι βέβαιο ότι ένας λαός βασανισμένος και απελπισμένος, όση σοφία και αν διαθέτει, είναι εύκολο να πιαστεί στα δίχτυα ενός έμπειρου λαϊκιστή, ενός Τραμπ ή ενός Πέπε Γκρίλο. Ήδη η Ελλάδα το πλήρωσε μια φορά με την προ τριών ετών εκλογή του χειρότερου πρωθυπουργού της χειρότερης κυβέρνησης που γνώρισε μεταπολιτευτικά η χώρα μας. Η Ελλάδα δεν αντέχει επανάληψη του φαινομένου από την αντίθετη, ιδεολογικά, πλευρά. Για να μπορέσει να σταθεί στα πόδια της έχει ανάγκη πλέον τη φωνή της λογικής. Απαλλαγμένη από μικροκομματισμούς και ιδεοληψίες.
Η φωνή της λογικής όμως, για να μπορέσει να γίνει πράξη, δεν μπορεί να απάδει από τη φωνή της ψυχής. Στη Θεσσαλονίκη μίλησε η «ψυχή» των Ελλήνων. Μια ψυχή που αιώνες τώρα τηρεί ως ιερό Ευαγγέλιο τη ρήση του Πλάτωνα «Μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερον εστίν η πατρίς και σεμνότερον και αγιώτερον και εν μείζονι μοίρα και παρά θεοίς και παρ’ ανθρώποις τοις νουν έχουσιν».
Αυτόν τον νου είναι σαφές ότι δεν τον διαθέτει η σημερινή κυβέρνηση, η οποία αδυνατεί να παλέψει, να δώσει μάχη για να υπερασπιστεί το «τιμιώτερον, σεμνότερον και αγιότερον», δηλαδή την πατρίδα, την ιστορία και τα συμφέροντά της. Προσέρχεται σε μια διαπραγμάτευση χωρίς ενιαία θέση, χωρίς να επιζητεί καν τη συναίνεση της αντιπολίτευσης, επιχειρώντας να επιβάλλει στο λαό μια λύση ξένη προς το συναίσθημα και τα πιστεύω του. Καμία λύση όμως δεν μπορεί να επιβάλλει, καμιά κοινοβουλευτική πλειοψηφία, και μάλιστα περιστασιακή, όταν δεν τη στηρίζει ο λαός. Και ο λαός μίλησε στη Θεσσαλονίκη. Και θα μιλήσει και πάλι στις 4 Φεβρουαρίου στην Αθήνα. Ας ελπίσουμε, μόνο μέχρι τότε, ο κ. Τσίπρας στη μυστική διπλωματία που ασκεί και στις συναντήσεις του στο Νταβός με τον Σκοπιανό ομότιμό του κ. Ζάεφ, να μην έχει παραδώσει «τα άγια τοις κυσί».