Σε κάθε περίπτωση ο πολιτικός χρόνος που έχει μπροστά του τυπικά θεωρείται λίγος, αλλά, με την ταχύτητα που τρέχουν οι πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας, ίσως είναι ικανός για να επιτύχει στο εγχείρημα που επιχειρεί με τη στήριξη όλων των στελεχών του κόμματος.
Ο σημερινός πρόεδρος της ΝΔ έχει αναλάβει σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Αλλά έχει ένα πλεονέκτημα που μόνο ο Καραμανλής είχε το 1997. Δεν διαθέτει εσωκομματική αντιπολίτευση. Ή τουλάχιστον δεν διαθέτει διακριτή εσωκομματική αντιπολίτευση. Ακόμα και οι φωνές των υποστηρικτών της ιδεολογικής Δεξιάς ταυτότητας της ΝΔ ακούγονται ως παρακαταθήκες στον αγώνα της διαδοχής, τον οποίο ατύπως κάποιοι έχουν ξεκινήσει, είτε για να διεκδικήσουν όντως την ηγεσία του κόμματος, είτε για να περιχαρακώσουν τις δυνάμεις τους και να διαπραγματευθούν με ισχυρότερα όπλα το δικό τους πολιτικό μέλλον. Ωστόσο η ουσία δεν αλλάζει και είναι απλή: Αυτή τη στιγμή ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης δεν έχει εσωκομματικά προβλήματα, έχει και τη δυνατότητα, με σωστές κινήσεις, να επαναφέρει το κόμμα στην κανονικότητα που είναι και το μεγάλο, δικό του, προσωπικό στοίχημα, ή το στοίχημα που όρισε η πολιτική του μοίρα.
Η ομιλία του στην Πολιτική Επιτροπή του κόμματος έδειξε ότι έχει απόλυτη επίγνωση της ιστορικότητας του ρόλου του.
Η επιστροφή σε αρχές και αξίες που μπορεί μεν να διατυπώθηκαν πριν από 41 χρόνια από τον ιδρυτή του κόμματος, αλλά εξακολουθούν να παραμένουν αναλλοίωτες και επίκαιρες ήταν το πρώτο που διακήρυξε. Και η διακήρυξη αυτή έτυχε της καθολικής αποδοχής των μελών της Πολιτικής Επιτροπής, αν εξαιρέσει κανείς τις δηλώσεις που προαναφέραμε και οι οποίες έχουν συγκεκριμένο σκοπό.
Το ιδεολογικό ξεκαθάρισμα που έκανε ευθύς εξαρχής ήταν απαραίτητο γιατί η «δεξιά στροφή» που είχε κάνει το κόμμα τα τελευταία χρόνια είχε ως αποτέλεσμα να απομακρύνει σημαντικά στελέχη αλλά και να δώσει ζωτικό χώρο σε άλλα κόμματα για να αναπτυχθούν. Ας ακούσει κάποιος τον κ. Θεοδωράκη να μιλά και ας σκεφθεί σε τι διαφέρει από τα όσα έλεγε ο Κώστας Καραμανλής ή ο Κώστας Μητσοτάκης, πολιτικοί αρχηγοί που λεκτικά και προγραμματικά προσέγγισαν αυτό που ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης όρισε ως μεταρρυθμιστικό και κοινωνικό Κέντρο. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι η πολιτική, όπως και η ζωή, απεχθάνονται τα κενά. Και η ΝΔ με τη «δεξιά στροφή» της επί Σαμαρά περιχαρακώθηκε σε ένα μόνο κομμάτι του χώρου που κάλυπτε, το Δεξιό, και παραχώρησε ένα κομμάτι του Κέντρου.
Συνεπώς, κι επειδή η ιδεολογική επιστροφή της ΝΔ στις ρίζες της πέραν του επικοινωνιακού πρέπει να έχει και πραγματική αποτύπωση, εκείνο που πρέπει να κάνει άμεσα ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης είναι η προσέγγιση προσώπων που η πολιτική και οι άνθρωποι του περιβάλλοντος Σαμαρά απομάκρυναν από το κόμμα. Και δεν μιλάμε μόνο για εκείνους που κατά καιρούς διαγράφηκαν αλλά για εκείνους που απογοητευμένοι από τα όσα βίωναν, έριξαν «μαύρη πέτρα» πίσω τους και δεν ξανασχολήθηκαν με το κόμμα.
Το δύσκολο στην περίπτωση αυτή είναι ότι δεν αρκεί το γενικό κάλεσμα για συστράτευση. Πρέπει το κάλεσμα να εξατομικευθεί. Είναι επίπονο αλλά απαραίτητο στις δύσκολες ώρες που βιώνουμε. Υπάρχουν στελέχη παροπλισμένα που έχουν πολλά να προσφέρουν με την εμπειρία τους. Αλλά το σημαντικότερο που έχουν να δώσουν στη ΝΔ είναι η σιγουριά στον ψηφοφόρο ότι το κόμμα όντως επέστρεψε στις ρίζες του.
Η πιο δύσκολη, όμως, είναι η επόμενη φάση. Η επιβεβλημένη ανάγκη δίπλα στα παλιά στελέχη να επιλεγούν νέα πρόσωπα που αυτά, και όχι οι παλιοί, πρέπει να βρεθούν στην πρώτη γραμμή.
Αυτή η προσπάθεια πρέπει να αποτυπωθεί σε όλη τη δομή του κομματικού μηχανισμού. Οι παλιοί πρέπει να μείνουν στην άκρη, να στηρίξουν με την εμπειρία τους τα νέα πρόσωπα, αλλά δεν μπορεί να είναι πλέον αυτοί η εικόνα του κόμματος. Και σε ό,τι αφορά τους παλιούς που θα συστρατευθούν εκ νέου ο ρόλος τους πρέπει να είναι διακριτός και συμβολικός για να εκπεμφθούν τα μηνύματα που πρέπει, αλλά σε ό,τι αφορά τα πρόσωπα που έχουν απομείνει στις κομματικές οργανώσεις πρέπει να κατανοήσουν – και αυτό δεν έχει σχέση με ηλικία- ότι πρέπει να παραχωρήσουν τη θέση τους σε νέα πρόσωπα που είναι άφθαρτα στην κοινωνία. Δεν είναι δυνατόν να παραμείνουν στη θέση τους πρόσωπα που λυσσαλέα πολέμησαν όποιον τολμούσε να κάνει αναφορές στο κοινωνικό κέντρο, στο οποίο αναφέρεται σήμερα ο πρόεδρος του κόμματος. Όπως δεν είναι δυνατόν να παραμείνουν στη θέση τους πρόσωπα του κομματικού μηχανισμού που υπονόμευσαν υποψηφίους επειδή δεν ανήκαν στο περιβάλλον της προηγούμενης ηγεσίας.
Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης το εσωκομματικό παιχνίδι το γνωρίζει καλά. Και έχει μια ευθύτητα όταν το παίζει. Το έχει αποδείξει από το ένα βράδυ του 1984 όταν με τη συμπεριφορά του επιβλήθηκε ως πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ, όταν κάποιοι του έλεγαν να μη συγκρουστεί με τις ομάδες των κενταύρων και ρέητζερς του προκατόχου του, που είχαν αλλοιώσει – και τότε- τη φυσιογνωμία της νεολαίας. Η προσπάθεια λοιπόν για εσωτερική αναδιοργάνωση του κόμματος βρίσκεται σε καλά χέρια. Το ζητούμενο είναι να απαλλαγεί ο ίδιος από όποιες συναισθηματικές δεσμεύσεις υπάρχουν από το παρελθόν και να οργανώσει το μέλλον.
Παράλληλα όμως με την εσωτερική αναδιοργάνωση και την προβολή νέων προσώπων στον κομματικό μηχανισμό που θα έχουν τη στήριξη των παλιών και εμπείρων που συμφωνούν με την ιδεολογική και αξιακή «γραμμή» του κόμματος, θα πρέπει να προταχθεί και η προγραμματική ανασυγκρότηση της ΝΔ. Δυστυχώς οι περισσότερες γραμματείες εμφορούνται από τη νοοτροπία της προηγούμενης ηγεσίας ασχέτως αν ως πρόσωπο στηρίζουν τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Η ανανέωση και ο εμπλουτισμός των Γραμματειών που θα συμβάλλουν στην εκπόνηση νέου ρεαλιστικού και υλοποιήσιμου κυβερνητικού προγράμματος είναι επιβεβλημένη. Μετά από τόση ταλαιπωρία και ψέματα, ο λαός μπορεί να καταλάβει πλέον αν κάποιος του λέει αλήθεια ή όχι. Για τον λόγο αυτόν η ΝΔ πρέπει να πει όλη την αλήθεια στο λαό. Οι δεσμεύσεις της πρέπει να είναι τέτοιες που δεν θα την εμποδίζουν να κυβερνήσει, αλλά αντιθέτως θα τις δίνουν τη δυνατότητα να πράξει περισσότερα από όσα δεσμεύθηκε.
Η προσπάθεια που κάνει ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης είναι ίσως η ύστατη για τη ΝΔ. Και αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα για τον ίδιο, για τη ΝΔ αλλά και την Ελλάδα.
Στόχος του είναι όχι μόνο να ανακόψει την πτωτική πορεία του κόμματος, αλλά και να το ενισχύσει με τέτοιες δομές και προσωπικό ώστε σύντομα να αποτελεί και πάλι εναλλακτική κυβερνητική λύση.
Η εναλλακτική για τη ΝΔ υπό τις συνθήκες που βιώσαμε μέχρι το δημοψήφισμα, ήταν η αυτοδιάλυσή της και η δημιουργία διαφόρων κομματιδίων, τα οποία χωρίς ισχύ στη φωνή τους και χωρίς δύναμη στη Βουλή και στην κοινωνία, θα επέτρεπαν στον ΣΥΡΙΖΑ να κάνει πράξει όλα τα απίστευτα τρελά, ανεύθυνα και αντιδημοκρατικά που βλέπουμε να βγαίνουν στην επιφάνεια.
Το χρέος απέναντι στην πατρίδα είναι μια ενωμένη και δυνατή Νέα Δημοκρατία. Το ενωμένη βρίσκεται στα χέρια όλων μας από τη στιγμή που οι προσωπικές αντιπαραθέσεις και φιλοδοξίες παραμεριστούν. Το δυνατή εξαρτάται από τις επιλογές που θα κάνει η νέα ηγεσία του κόμματος, όχι μόνο στα πρόσωπα που πρέπει να εκπέμπουν το νέο, το ρεαλιστικό, το κοινωνικό και το προοδευτικό, αλλά και στο πρόγραμμα που πρέπει να υλοποιεί όλα τα παραπάνω στοιχεία.