γράφει ο Δημήτρης Κοντογιάννης.
Μερικές φορές το χειρότερο δυνατό σενάριο είναι η ολοκληρωτική νίκη. Σκεφτείτε για παράδειγμα ένα πρωτάθλημα ποδοσφαίρου όπου μετά από τους μισούς αγώνες έχει ήδη κλειδώσει η πρώτη θέση. Τι θα γίνει σε αυτό το πρωτάθλημα την επόμενη χρονιά; Πιθανότατα η πρωταθλήτρια ομάδα θα κάνει ελάχιστες μεταγραφές καθαρά για συντήρηση αφού θα είναι τόσο μεγάλο το χάσμα ανάμεσα σε αυτήν και τις υπόλοιπες ομάδες που δεν θα χρειάζεται καν να ασχοληθεί σοβαρά και να κάνει σωστό προγραμματισμό. Μόνο που οι υπόλοιπες ομάδες θα ασχοληθούν σοβαρά για να ανταγωνιστούν η μία την άλλη και η φετινή πρωταθλήτρια αυτό τον εγωισμό σε βάθος χρόνου θα τον πληρώσει ακριβά.
Φυσικά η πολιτική δεν είναι ποδόσφαιρο· τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα για τον ξεκάθαρο νικητή από ό,τι σε ένα πρωτάθλημα ποδοσφαίρου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου, όπου τρία χρόνια μετά από μία νίκη με διαφορά σχεδόν 11 ποσοστιαίων μονάδων από τον δέυτερο, κατέληξε να χάσει περισσότερο από 30% της δύναμής του.
Να σας προειδοποιήσω από τώρα, ναι, αυτό είναι ένα από τα μακροσκελή άρθρα που παίρνουμε περιπτώσεις και τις εξετάζουμε. Αυτό το άρθρο δεν είναι για όλους και δεν υπάρχει κάποιο πρόβλημα αν δεν είναι για εσένα αναγνώστη. Οπότε αν δεν έχεις την όρεξη ή το κουράγιο, απλά πάτα πάνω δεξιά το κόκκινο κουμπάκι με το Χ.
Και κάτι ακόμα, προφανώς δεν μιλάμε για το ποιο είναι το καλύτερο σενάριο για την Ελλάδα. Μιλάμε μόνο για το συμφέρον των κομμάτων, ξεχνώντας για λίγο την ηθική και σκεπτόμενοι για χάρη του άρθρου καθαρά μικροκομματικά.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με μία μεγάλη αλήθεια: για τα κόμματα και τους πολιτικούς, το ζητούμενο στην ελληνική πολιτική δεν είναι να είναι το κόμμα σου πρώτο, αλλά να είναι κυβέρνηση την επόμενη ημέρα. Ενώ αυτά τα δύο είναι πολύ κοντινά ως στόχοι, στην πράξη είναι κάτι αρκετά διαφορετικό μεταξύ τους.
Η προφανής διαφορά είναι ότι μπορεί ενώ το κόμμα σου να έχει βγει πρώτο στις εκλογές, να μη βγαίνουν τα κουκιά και να αδυνατεί να σχηματίσει κυβέρνηση. Η δεύτερη, όχι και τόσο προφανής διαφορά, είναι ότι δεν αρκεί μια φορά στα τρία-τέσσερα χρόνια να κερδίσεις εκλογές. Πρέπει ως κόμμα να κοιτάς κάθε μέρα πώς θα είσαι κυβέρνηση και την επόμενη ημέρα και όταν έρθει αυτή η επόμενη ημέρα να κοιτάξεις πώς θα είσαι κυβέρνηση την επόμενή της.
Έστω λοιπόν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει με τέτοιο ποσοστό που καταλήγει να είναι σε απόσταση βολής από το ΚΙΝΑΛ. Ας πούμε για παράδειγμα ότι τον ΣΥΡΙΖΑ επιλέγει ένα 18% και το ΚΙΝΑΛ ένα 11%.
Αν η ΝΔ δεν έχει αρκετούς Βουλευτές για να σχηματίσει κυβέρνηση, τότε είναι δεδομένο ότι θα υπάρξει κάποια συμμαχία με το Κίνημα Αλλαγής. Αν όμως η ΝΔ έχει κερδίσει την αυτοδυναμία, ακόμα και με έναν ή δύο Βουλευτές, και δεν υπάρχουν αρκετοί Βουλευτές για να εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας, τότε γιατί να συμπορευτεί η ΝΔ με το ΚΙΝΑΛ;
Την ΝΔ βραχυπρόθεσμα δεν την συμφέρει γιατί δεν θα μπορεί να μοιράσει τα Υπουργεία και τις διοικητικές θέσεις κατά το δοκούν. Το ΚΙΝΑΛ δεν το συμφέρει γιατί θα έχει κυβερνητική φθορά και οι ψηφοφόροι του μπορεί να αρχίσουν να ξανακαλοβλέπουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο μόνος ευνοημένος είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θα μπορεί να ισχυρίζεται ότι έχει απέναντί του όλο το πολιτικό σύστημα και σιγά-σιγά να ξεκινήσει να τσιμπάει ψηφοφόρους από το ΚΙΝΑΛ. Αν κάνει και μια αλλαγή στην ηγεσία, διώξει με βρόντο μερικούς γραφικούς και ένα γενικότερο ρετουσάρισμα, θα μπορεί να πουλήσει ένα αφήγημα σχετικά με την δική του σοβαρή ευρωπαϊκή αριστερά και την ξεπουλημένη στη δεξιά του ΚΙΝΑΛ.
Το σημαντικότερο πρόβλημα όμως για τη ΝΔ είναι ότι δεν θα έχει το αφήγημα του αντίπαλου δέους. Τι να πει; Ότι αν δεν είμαστε εμείς θα έρθουν οι αναρχοάπλυτοι μπολσεβίκοι να μας βγάλουν από το ευρώ; Όχι μόνο πέθανε αυτό το αφήγημα, αλλά με τον ΣΥΡΙΖΑ κάτω από το 20% δεν υπάρχει καν αντίπαλο κόμμα να λειτουργεί ως συγκολλητική ουσία για τα στελέχη και ως φόβητρο για τους ψηφοφόρους. Άρα η κυβερνητική φθορά πολλαπλασιάζεται και η κομματική συνοχή γρήγορα εξανεμίζεται.
Σκεφτείτε απλά την όχι και τόσο απίθανη περίπτωση ένας Υπουργός της ΝΔ να κάνει μια επική γκάφα ή να μπλεχτεί σε ένα σκάνδαλο. Γιατί να τον στηρίξουν οι αντίπαλες φραξιές στο κόμμα αν δεν υπάρχει το φόβητρο μιας δυνατής αντιπολίτευσης; Αν δεν έχεις κάτι να χάσεις, το πιο εύκολο είναι να το παίξεις ήρωας και να αρχίσεις να πυροβολάς εσωκομματικά. Δείτε απλά τον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα που οι Βουλευτές του δεν έχουν τίποτα πλέον να χάσουν, ή την διάλυση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ πριν από μερικά χρόνια. Και μη σκέφτεστε ότι κάποιος που έχει γλυκαθεί από Υπουργείο δεν θα κάνει εσωκομματική επανάσταση, γιατί πιο ωραίο από το να είσαι Υπουργός είναι το να είσαι πρόεδρος του δικού σου κόμματος. Και όλα αυτά με τις αναπόφευκτες εκλογές να πλησιάζουν λόγω μη εκλογής του ΠτΔ και με επόμενο εκλογικό σύστημα την… απλή αναλογική.
Παρόμοια είναι η κατάσταση αν υπάρχουν οι 180 Βουλευτές για τον ΠτΔ. Μπορεί η ΝΔ να έχει μπροστά της αρκετό χρόνο για να οργανωθεί, αλλά ο εσωκομματικός διχασμός παίρνει παράταση για άλλα δύο χρόνια, συνδυασμένος με μεγαλύτερη φθορά λόγω του χρόνου.
Άρα σε περίπτωση αυτοδυναμίας ΝΔ, συνεργασίας με το ΚΙΝΑΛ με ή χωρίς 180 Βουλευτές για ΠτΔ και με πολύ αδύναμο ΣΥΡΙΖΑ, η κυβερνητική φθορά για τη ΝΔ πολλαπλασιάζεται και η εσωκομματική πειθαρχία πάει περίπατο.
Τι γίνεται όμως αν η ΝΔ δεν έχει αυτοδυναμία και αναγκαστεί να συγκυβερνήσει με το ΚΙΝΑΛ, ενώ ταυτόχρονα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πέσει κάτω από το 20%; Φανταστείτε εκεί τι εσωκομματική γκρίνια θα υπάρξει. Φανταστείτε να φτάσει ο ΣΥΡΙΖΑ σε ένα τραγικό για εκείνον ποσοστό, π.χ. στο 15%, και η ΝΔ να μην είναι αυτοδύναμη κυβέρνηση. Τι θα γίνει αν η ΝΔ δεν μπορεί να κερδίσει με άνεση αυτόν τον ΣΥΡΙΖΑ; Θα ξεκινήσουν οι συζητήσεις που ακούσαμε και παλιά, για κλείσιμο ενός κύκλου, για το κόμμα που πρέπει να διαδεχτεί τη ΝΔ, για αδυναμία στην προεδρία και για τον διάδοχο του Μητσοτάκη και όλα αυτά κυριολεκτικά την επόμενη ημέρα των εκλογών. Και, όπως είναι ιστορικά και λογικά απόλυτα αποδεδειγμένο, το χειρότερο που μπορεί να συμβεί για κάποιον σε θέση διοίκησης είναι να υπάρχει ρεαλιστική συζήτηση για τον διάδοχό του. Αμέσως χάνει αυτός που διοικεί –είτε είναι απλός πρόεδρος είτε Πρωθυπουργός- τεράστιο κομμάτι της δύναμής του το οποίο καρπώνεται ο πιθανός διάδοχος.
Δείτε τι γίνεται στο ΣΥΡΙΖΑ τώρα που η ήττα είναι πλέον βέβαιη και η διαφορά φαίνεται τέτοια που σιγουρεύει την αλλαγή ηγεσίας. Πριν δύο μήνες δεν υπήρχε κανένας πιθανός διάδοχος, τώρα πλέον έχουμε τρεις και ο Τσίπρας ψάχνει τρόπους με αλλαγές γραμματέα και ανασχηματισμό για να ασφαλίσει το κόμμα. Όπως είπαμε και στην αρχή, στην ελληνική πολιτική το ζητούμενο δεν είναι να είσαι πρώτο κόμμα στις εκλογές, αλλά να είσαι κυβέρνηση την επόμενη ημέρα.
Άρα και σε περίπτωση μη αυτοδύναμης κυβέρνησης ΝΔ με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ αδύναμο, η Νέα Δημοκρατία μπαίνει σε μεγάλες εσωκομματικές περιπέτειες που πιθανότατα θα έχουν αποτέλεσμα αρκετές αποχωρήσεις, ίσως και νέο κόμμα.
Το ιδανικό λοιπόν σενάριο για τη ΝΔ είναι να υπάρχει ο φόβος του ΣΥΡΙΖΑ. Να φαίνεται στον ορίζοντα το ρεαλιστικό ενδεχόμενο επιστροφής του στην εξουσία. Εδώ λοιπόν υπάρχει ένα πρόβλημα. Πώς γίνεται η ΝΔ να διατηρήσει την κομματική πειθαρχία της μετά τις εκλογές, χωρίς να είναι ισχυρός ο ΣΥΡΙΖΑ; Δεν γίνεται να μη κάνει την καλύτερη δυνατή προεκλογική εκστρατεία, πρέπει ως κόμμα εξουσίας να κάνει το καλύτερο δυνατό για την ίδια. Πρέπει όμως ταυτόχρονα να βρεθεί ένας τρόπος να δημιουργηθεί κομματική συνοχή στην περίπτωση συντριβής της τωρινής κυβέρνησης.
Μία μέθοδος, όσο παράδοξη και αν αρχικά ακουστεί, είναι να συντηρηθεί τεχνητά το φάντασμα του ΣΥΡΙΖΑ. Αν σας φαίνεται κάτι πρωτόγνωρο, κακώς. Είναι αυτό που είδαμε σε έναν μεγάλο βαθμό ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε έμμεσες δηλώσεις για παρακράτος –ότι μπορεί να έχει την κυβέρνηση, αλλά όχι την εξουσία- και γενικώς προπαγάνδιζε το αφήγημα ενός αόρατου πολύ δυνατού εχθρού που πρέπει να μείνει ενωμένος για να νικήσει.
Αντίστοιχα, στην ΝΔ ήδη ακούγονται δυνατά οι φωνές για δικαστήρια, ειδικά δικαστήρια και γενικότερα κυνήγι όσων έχουν ευθύνες για τις καταστροφές των τελευταίων ετών. Εκεί υπάρχει ένα αφήγημα που μπορεί να κρατήσει την ΝΔ ενωμένη για αρκετό καιρό: τα λαμόγια που κατέστρεψαν την Ελλάδα πρέπει να λογοδοτήσουν και να μπουν φυλακή και όποιος προσπαθεί να διασπάσει το κόμμα θα είναι συνεργός τους. Διατυπωμένο με αυτόν τον τρόπο, όντως το συγκεκριμένο αφήγημα ακούγεται πιο γνώριμο.
Υπάρχει και άλλος τρόπος, λίγο πιο νορμάλ, για να διατηρηθεί η ενότητα στην ΝΔ: οι διαγραφές και η αυστηρή κομματική πειθαρχία. Εκεί το αφήγημα λέει ότι για να μπορέσουμε να βγούμε από την νέα κρίση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, πρέπει για κάποια χρόνια να γίνουν γιγαντιαίες μεταρρυθμίσεις στο κράτος οι οποίες θα δυσαρεστήσουν πολλούς. Εκεί λοιπόν δεν χωράνε εγωισμοί, οπότε σε όποιον δεν αρέσει η αναγκαία αυτή πολιτική ας πάει σπίτι του. Όπως και πριν, έτσι και σε αυτή την περίπτωση υπάρχει ένας μεγάλος ανίκητος αόρατος εχθρός, μόνο που αυτή τη φορά είναι η οικονομία και το κατεστραμμένο κράτος.
Καλά τα αφηγήματα και οι περιπτώσεις στις οποίες το ένα κόμμα νικάει και το άλλο χάνει. Σε ποιά όμως από αυτές τις περιπτώσεις βγαίνει τελικά κερδισμένη η Ελλάδα;
Η απάντηση είναι απλή: σε καμία και σε όλες. Το να κερδίζει η Ελλάδα δεν εξαρτάται από το κόμμα που κυβερνάει, αλλά από τους ανθρώπους που κυβερνάνε. Ανεξάρτητα από την κομματική προτίμηση του καθενός, μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι ο Τσακαλώτος είναι καλύτερος Βουλευτής από τον Βαρουφάκη. Όμως ο Βαρουφάκης τον Ιανουάριο του 2015 πήρε 135 χιλιάδες σταυρούς, ενώ ο Τσακαλώτος 30 χιλιάδες. Η διαφορά είναι γελοία.
Πέρα λοιπόν από τα κόμματα, ας κοιτάξουμε λίγο και τη χώρα μας. Όποτε και αν έρθουν αυτές οι εκλογές, όποιο κόμμα και αν είναι πρώτο, όση και αν είναι η διαφορά του με τα άλλα, σκεφτείτε λίγο καλύτερα το ποιον θα πάτε να ψηφίσετε. Ίσως τελικά να έχει μεγαλύτερη σημασία ο άνθρωπος που επιλέγετε παρά το κόμμα στο οποίο ανήκει.